Κριτική για την παράσταση "Μήδεια"

Από την θεατρολόγο Μαρία Μαρή

Η πορεία της ως προς την ανάκτηση της ιερής ταυτότητάς της. Το πάσχον σώμα είναι η κατοικία της μνήμης και η ενεργοποίησή της, φέρνει στο φως μέσα από τις αναμνήσεις την αλήθεια.

Ένα έργο, μια παράσταση σύνθετη στην εσωτερική της επεξεργασία  και γεμάτη νεοτερισμούς.

Πολλά τα θέματα που θίγονται: η αρχετυπική αντίθεση μεταξύ αρσενικού και θηλυκού, οι εσωτερικές συγκρούσεις της ψυχής. Η Ευρώπη ρημαγμένο τοπίο του 20ου αιώνα, αναζήτηση του χαμένου «εγώ», εξέγερση των γυναικών για τα δικαιώματά τους. Η Μήδεια επαναστατεί και θέλει να ξαναγράψει τη δική της ιστορία με άλλη έκβαση. Έχει  χάσει την ιερή της σχέση με τα πράγματα και θέλει να ξαναβρεί την ιερή της σχέση με τη γη και με τον Ήλιο. Στην ουσία βλέπουμε την αντιπαράθεση δύο φύσεων της λογικής και της εξόρμησης , αυτά είναι η διαδρομή για το πώς η Μήδεια θα φτάσει στο ποθητό σημείο, στον Ήλιο με όποια θυσία θα χρειαστεί να κάνει.

Η παράσταση εκτελείται από τρεις άνδρες ηθοποιούς, γιατί κατά το σκηνοθέτη Δημήτρη Καραντζά δεν είναι ένα έργο που έχει να κάνει με το φύλο, αλλά με  το πώς οι δύο φύσεις έρχονται σε αντιπαράθεση.

Η παράσταση επιχειρεί να ανασύρει και να τοποθετήσει το ζήτημα «Μήδεια» στο επίκεντρο. Τρεις άντρες βρίσκονται πάνω στη σκηνή προκειμένου να αναρωτηθούν, να επανεξετάσουν, να επιχειρήσουν να δώσουν απαντήσεις στον «θρύλο» της Μήδειας από αντρική σκοπιά.

Σε ποια σημεία η Μήδεια «υποκρίνεται», σε ποια σημεία επιχειρηματολογεί επαρκώς, ποια μέρη του έργου είναι αμιγώς λογικά και δικαιολογημένα και πού σφάλλει; Στον αγώνα κρίσης, δύο μορφές, τις οποίες ο συγγραφέας αποκαλεί αδικούμενος και αδικήσας, διαφωνούν για κάποια κατηγορία του ενός ενάντια στον άλλο.

Πώς τρία πρόσωπα αντίθετου φύλου από αυτό του ρόλου μπορούν να δικαιολογήσουν και να αθωώσουν την πράξη της Μήδειας;

Η παράσταση επανέρχεται στο έργο για να θέσει όλα αυτά τα ζητήματα σε έναν πάγκο ανατομικής μελέτης της ρυθμολογίας και της επιχειρηματολογίας του, σε μια «ψιθυριστή» παράσταση που προσπαθεί να αγγίξει το «σύμπτωμα» της Μήδειας.

Η κυρίαρχη ιδιότητά της είναι εκείνη της μάγισσας, της φαρμακίδας. Είναι η νέα που ανατράφηκε στα δώματα του Αιήτη, εκείνη που τη δίδαξε η ίδια η Εκάτη να φτιάχνει τα μαγικά βοτάνια με μεγάλη επιδεξιότητα.

Η Μήδεια είναι η τραγωδία, που έγραψε ο Ευριπίδης και διδάχθηκε το 431 .

Ο Ιάσων προδίδοντας την γυναίκα του Μήδεια και τα παιδιά του προτίθεται να παντρευτεί τη Γλαύκη την κόρη του Βασιλιά της Κορίνθου, Κρέοντα. Η δε Μήδεια, διωγμένη, μαζί και τα παιδιά της, απειλή για την ασφάλεια και την ευημερία της κορινθιακής κοινωνίας, προκειμένου να εκδικηθεί, στέλνει δηλητηριώδη δώρα με τα οποία φονεύει τόσο την νύφη όσο και τον πεθερό. Στη συνέχεια, αφού σφάζει τα ίδια της τα παιδιά Φέρητα και Μέρμερο,  καταρρακώνοντας ψυχικά και ηθικά τον προδότη σύζυγό της, με την βοήθεια άρματος που το σέρνουν πτερωτοί δράκοντες, πηγαίνει στην Αθήνα.

Χαρακτήρες σαν την «ξένη» Μήδεια του Ευριπίδη διεκδικούν μια αξιοσημείωτη γυναικεία σοφία, και έναν ρόλο ηρωικό σύμφωνα με τα πρότυπα του ανδρικού ηρωισμού και της εκδίκησης, εντελώς αντίθετο προς τα δεδομένα της θηλυκής παρουσίας στην κλασική Ελλάδα, όπου η γυναίκα περιορίζεται στα του οίκου της, δίχως ιδιαίτερη παρουσία ή ρητορικές δυνατότητες.

Η μανία της ζήλειας, η λύσσα της εκδίκησης, η κοινωνία και  τα ήθη της εποχής.

Ο  κλασικός ελληνικός κόσμος είναι έτοιμος να περάσει στον εμφύλιο σπαραγμό και στη φάση της παρακμής του.

Ο ποιητής απεικονίζει τον βαθμό μανίας και αγριότητας που  μπορεί να φθάσει η απατημένη σύζυγος και σε πόση παραφροσύνη εκ της συζυγικής απάτης. Συμπερασματικά  εκμαιεύονται και τα στοιχεία από το ήθος της αθηναϊκής κοινωνίας της εποχής.

Ο Ιάσων, το άδειο κέλυφος ενός προγενέστερου ήρωα. Είναι υπολογιστής, αυτάρεσκος και ωφελιμιστής.

Αν και με πολλούς τρόπους το δίκαιο είναι με το μέρος της Μήδειας, τα επιχειρήματά της απορρίπτονται ως απότοκα γυναικείου παραλογισμού. Η εκδίκηση ή η ιεροδικεία της - ανάλογα από ποια οπτική γωνία βλέπει κανείς το ζήτημα - είναι ένα σημαντικό θέμα και προκαλεί ίσως κατάπληξη το γεγονός ότι παρά τη θηριώδη φύση του εγκλήματός της, η πιθανή έλξη του θεατή προς την πλευρά της Μήδειας είναι τόσο ισχυρή, όσο και η γοητεία που ασκεί στον χορό.

Οι τρεις άντρες ερευνούν το χώρο. Την άκουσα, την είδα! Δεν άκουσα να το ιστορούν, την είδα με τα ίδια μου τα μάτια!» Φωτίζεται ένας θάμνος στην άμμο. « Κάλλιο η Αργώ να μην ερχόταν στον Κολχίδα τη νύχτα, που διάβηκε… (εν χορώ)  Από την αρχή, εισαγωγή σε κάποιου είδους μυστικισμό. «Συγχέει τη μέρα με τη νύχτα, που κάποτε την ατίμωσε ένας άντρας… (εν χορώ) τη νύχτα , που διάβηκε..»

Μιλούν για ιερότητα, για το ιερό δέντρο του Χρυσόμαλλου δέρατος. Μια φυσική σιωπή πέφτει πάνω στα πράγματα. « Ο έρωτας κακοφόρμισε σε αρρώστια»

« Ο πόνος γεννά το θάνατο, ο πόνος την κακοτυχία!»

Η Μήδεια ψάχνει ένα ιερό δέντρο, μια πέτρα.  Να κρατηθεί, μόνη σε ξένο τόπο και  τη διώχνουν μαζί με τα παιδιά της. Το βάρβαρο στολίδι, που ο άντρας το κούρσεψε, τώρα το πετάει.

Η Μήδεια εκλιπαρεί τον Κρέοντα. Ας παντρευτεί το ζευγάρι, αλλά  να της επιτρέψει μόνο να ζει εκεί με τα παιδιά της.  Ο Χρήστος Λούλης με διαφορετική φωνή του εξουσιαστή Κρέοντα τη προστάζει « Σύρε γυναίκα άχρηστη, πάρε και το φόβο σου μαζί σου!». Ο Κρέων ωστόσο αργότερα κάμπτεται.  « Θα κάνω σφάλμα, αλλά θα γίνει το θέλημά σου!» Ο Γιώργος Γάλλος εξαιρετικός σα Μήδεια,  πρώτα πρώτα γιατί στην αρχαιότητα οι υποκριτές ήταν μόνο άντρες, έπειτα με μεγάλη μαεστρία και λεπτή κίνηση, όρχηση και λόγο  κατορθώνει να αναδείξει τη μετάφραση του Μίνου Βολανάκη « Ιάσονα, Ιάσονά μου και που να πάω; Μου χρωστάς έναν αδελφό.» « Ω Δία, σφράγιζε τη σάρκα των αρσενικών να ξεχωρίζουμε τον άνανδρο από τον άνδρα!»  Ο Ιάσων της εξηγεί ότι ωφελήθηκε που άφησε την βάρβαρη χώρα και τον ακολούθησε και τη διαβεβαιώνει ότι ο γάμος αυτός με τη Γλαύκη θα  γίνει για το καλό το δικό της και των παιδιών. Η Μήδεια μοιάζει υποχωρητική ενώ διατηρεί δεύτερη σκέψη λέγοντας «δύο γιους σου έδωσα  Έρωτα!». Εξασφαλίζει τη διαφυγή της στην Αθήνα με τον Αιγέα, ενώ σχεδιάζει την εκδίκηση της.

Η δομή της Μήδειας είναι αριστοτεχνική. Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καραντζάς έχει μελετήσει πολύ το κείμενο και επιχειρεί μια προοδευτική παράσταση, έρευνα, που αφορά όχι μόνο τον Πόλεμο και τον εμφύλιο διχασμό, αλλά και τη διχόνοια μεταξύ των δύο φίλων. Οι συναντήσεις  Ιάσονα , Μήδειας είναι τρεις και  επιδέξια δουλεμένες και από τον συγγραφέα και από τον σκηνοθέτη. Η πρώτη επιστεγάζει τη φάση της προδομένης Μήδειας· η δεύτερη αμολά το πληγωμένο θηρίο που αντεπιτίθεται· η τρίτη επισφραγίζει τον φρικώδη θρίαμβο της παιδοκτόνου. Η κίνηση, η στάση του σώματος, η εκφορά του λόγου και ο επιτονισμός, όλα δίνουν την εικόνα, που οφείλουν να δώσουν για να υπάρχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Φέρελπις, με διεισδυτική ματιά και θράσος πειραματισμού. Οι ηθοποιοί είναι αξιέπαινοι γιατί  υποστήριξαν εξολοκλήρου τις σκηνοθετικές οδηγίες.

Ο Μιχάλης Σαράντης εκλιπαρεί τη Μήδεια να μην προβεί στην αποτρόπαιη πράξη.

« Μήδεια, ποια χώρα είναι άσυλο για παιδοκτόνους;»

Ο ίδιος σαν Αγγελιαφόρος, περιγράφει γλαφυρά σε μια φρικιαστική, ποιητική περιγραφή, τον εμπρησμό του Κρέοντα και της Γλαύκης  με ρεαλιστικές εικόνες  που ζωντανεύουν στα μάτια των θεατών τον πανικό, ενώ μέσω της φαντασίας, γιγαντώνουν στο μυαλό τη φρίκη και τον αποτρόπαιο διπλό θάνατο της Γλαύκης, που  «πετιέται σύφλογη»  και του Κρέοντα.

Η κίνηση του Χρήστου Παπαδόπουλου, το στήσιμο των σωμάτων, για παράδειγμα ο διαφορετικός Χρήστος Λούλης, σαν Ιάσων, σαν Κρέοντας, και σαν Αιγέας με διαφορετική ερμηνεία κάθε φορά, διαφορετικό λόγο και στάση, μπόρεσε να μεταδώσει  το στόχο της διασκευής και της δραματουργικής επεξεργασίας  του έργου των  Δημήτρη Καραντζά και Θεοδώρας Καπράλου.

Το στοίχημα του σκηνοθέτη, Δημήτρη Καραντζά για μια τέτοια παράσταση  του συγκεκριμένου κιόλας έργου, μόνο από  τρεις άνδρες ηθοποιούς, χρησιμοποιώντας, ίσως, τη βιοδυναμική μέθοδο του Τερζόπουλου, χωρίς ρεαλιστικές επιδιώξεις, είναι πολύ υψηλό και η προσπάθεια  εξαιρετικά δύσκολη.  Το θέατρο εξελίσσεται, προσαρμόζεται στις νέες δομές  και οι πειραματισμοί, αποτελούν εφαλτήριο για νέες μορφές.

Ο φωτισμός του Αλέκου Αναστασίου είχε καθοριστικό ρόλο στην εστίαση στο θάμνο στην άμμο, στα πρόσωπα και τη δράση και στην έρημη από ηθοποιούς σκηνή προς το τέλος, με τη φωτεινή σπείρα που αποκαλύπτεται σταδιακά πάνω στην ορχήστρα, σύμβολο της δύναμης και της εστίασης, το οποίο σύμβολο αντλεί  και προβάλει συμπαντική ενέργεια.  Προβολή του προγόνου  Ήλιου. Σαπρός τάφος για την Ύβρη.

Υπέροχη η Μουσική του Ανρί Κεργκομάρ, σύμπνοος, σε αρμονία με το κείμενο και τη σκηνοθεσία. Τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου, ακολουθούσαν το νεωτερισμό χωρίς να βαραίνουν με περιττά στοιχεία ακριβώς για να αναδυθεί ο λόγος, η εκφορά του και η κίνηση.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ