Οιδίνους

Διάρκεια: 90' (χωρίς διάλειμμα)
Συγγραφέας: Θανάσης Τριαρίδης
Σκηνοθέτης: Λάζαρος Γεωργακόπουλος
Ερμηνεύουν: Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Άννα Μάσχα

Περιγραφή

Ο ΟΙΔΙΝΟΥΣ είναι το 5ο έργο του Θεσσαλονικιού συγγραφέα, που ανεβαίνει τα τελευταία χρόνια στις σκηνές της Αθήνας – ανάμεσα στα προηγούμενα η παράσταση του ΜΕΝΓΚΕΛΕ, που εκίνησε την συνεργασία Γεωργακόπουλου - Τριαρίδη και παίχτηκε με μεγάλη επιτυχία για 3 σεζόν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Πρόκειται για ένα εφιαλτικό ψυχολογικό θρίλερ, όπου ο Οιδίπους Τύραννος του Σοφοκλή συναντάει το "Ποιος φοβάται την Βρίτζίνια Γουλφ" του Έντουαρντ Άλμπι. Ή (και) ένα έργο για την αφύσικη συνθήκη της οικογένειας, για τον ανυπόφορο εαυτό, για τις παραισθητικές ταυτότητες της Δύσης, για την άβυσσο της ακατανόητης αγάπης.

Περισσότερα

Αν ο μυθικός Οiδίπους οφείλει το όνομά του στα πρησμένα πόδια του (οίδί-πους) καθώς ο ίδιος ο πατέρας του τον σημαδεύει ως βρέφος για να τον οδηγήσει στον θάνατο, ο Οιδίνους του εν λόγω έργου είναι αυτός, που έχει ένα ανεξέλεγκτα πρησμένο μυαλό (οιδί-νους).

Το δράμα (το οποίο μπορεί να χαρακτηριστεί σε πρώτο βαθμό ένα αστικό δράμα δωματίου) ξεκινάει ένα πρωί όπου ένα ζευγάρι φιλολόγων ετοιμάζεται να γιορτάσει τα 18α γενέθλια του γιου τους. Πολύ γρήγορα ωστόσο μια σειρά αλλόκοτων λεπτομερειών αποκαλύπτουν μια φριχτή πραγματικότητα: πως ο γιος του ζευγαριού έχει πεθάνει ως βρέφος και πως ο «ενηλικιωμένος γιος» δεν είναι τίποτε άλλο από ένα role game του πατέρα - ένας ρόλος που κρατάει επί δεκαοχτώ χρόνια.

Πολύ σύντομα αποκαλύπτεται πως τα πράγματα έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο, πως ο νοερός «γιος» έχει «ενσαρκωθεί» και θα διεκδικήσει τα τραγικά όπλα της ανθρωπινότητάς του: τον φόνο του πατέρα, την (επαν)ένωση με την μητέρα, την ανθρώπινη τραγωδία.

Μουσική: Χρήστος Διαμαντής
Βοηθός σκηνοθέτη & δραματολογική ανάλυση: Ροζαλί Σινοπούλου
Παραγωγή: Εκδόσεις Ευρασία & Μανόλης Σάρδης / PRO4

Ερμηνεύουν:
Λ: Λάζαρος Γεωργακόπουλος
Ι: Άννα Μάσχα

Βίντεο

7 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Παρακολούθησα την παράσταση μετά από πρόσκληση του theatromania.gr τη Δευτέρα 29-2-16.
    O Οιδίνους του Τριαρίδη προσπαθεί να συγκεράσει δύο εμβληματικά έργα, τον Οιδίποδα και το «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ» αν και στην απόδοσή του από τον θίασο, ο Οιδίποδας φαίνεται να επιβάλλεται στο έργο και την υποτυπώδη πλοκή. Το έργο του Άλμπι μόνο για το εύρημα του φανταστικού παιδιού μπορεί να μνημονευτεί.
    Ο συγγραφέας του έργου κάθισε στο τέλος και προσπάθησε να μας δώσει τις κατευθυντήριες γραμμές του γραψίματος του έργου, αλλά και του ανεβάσματός του-στο οποίο με παράπονο αποποιήθηκε κάθε συνδρομή. Παρότι όμως εξέφρασε το μίσος αλλά και την ευγνωμοσύνη για τον Φρόυντ και την ανεπάρκεια της ψυχανάλυσης, όλο το κείμενο είναι μια πραγματεία πάνω στο βασικό φροϋδικό προβληματισμό κάνοντας μικρές παρεκκλίσεις πάνω στο ποίημα του Σοφοκλή. Μου φάνηκε σαν μια διαγώνια επανανάγνωση του βιβλίου «Οιδιπόδειο» του Robert Young.
    Εκεί που αποτυγχάνει το εγχείρημα συναρτώμενο θεατρικά με τους μηχανισμούς της αττικής τραγωδίας είναι η αδυναμία να δοθεί η τελική λύτρωση. Το τέλος είναι κάπως θολά δοσμένο και δεν επιτρέπει στον θεατή να φύγει διαφορετικός μετά το δρώμενο, παρόλο που και μόνο η ψηλάφηση του Οιδίποδα είναι συντριπτική ακόμα και σαν φευγαλέα ιδέα-όπως και κάθε «τεράστιο» κείμενο». Στην τελική ο συγγραφέας δούλεψε με ένα ακαταμάχητο υλικό αλλά η τελική φόρμα δεν άρκεσε.
    Όλα τα ανωτέρω με την επιφύλαξη των σκηνοθετικών επεμβάσεων, για τις οποίες διέκρινα έναν προβληματισμό στα λεγόμενα του συγγραφέα, άλλωστε το κείμενο δεν το έχω διαβάσει αμιγώς. Πάντως από τις υποκριτικές ικανότητες των ηθοποιών κανένας δεν μπορεί να έχει παράπονο. Καταπληκτική η κυρία Μάσχα, με ήπιους τόνους κατορθώνει να μεταδώσει τη μητρική αγωνία και τη συντριβή του ποιητικού υποκειμένου, ενώ και ο κύριος Γεωργακόπουλος, στον διπλό ρόλο του, αποτυπώνει την μεταρσίωση του γιου στον πατέρα, και πετυχαίνει μια στέρεα τελική έκρηξη χωρίς μελοδραματισμούς. Ήταν μια καλή δουλειά και τους αξίζει ένα μπράβο.
    Μόνη παρατήρηση ήταν η πολύ δυνατή μουσική σε κάποιο σημείο στο τέλος, όπου συμβαίνει μια εξομολόγηση-διέξοδος από την κυρία Μάσχα που θα έπρεπε να ακούγεται πιο καθαρά, με γήινους τόνους, είναι τόσο χοϊκός χαρακτήρας αυτός που υποδύεται άλλωστε.
    Ευχαριστώ Θεατρομάνια!

    Νικήτας Μ.