Συνέντευξη με τον, ηθοποιό-σκηνοθέτη, Νότη Παρασκευόπουλο από την παράσταση "Το σακάκι που βελάζει"

notis-paraskevopoulosΕπιμέλεια συνέντευξης: Κωνσταντίνος Πλατής 

Ποιος κατά τη γνώμη σας είναι ο λόγος που ένα έργο τόσο επίκαιρο δεν παίζεται τόσο συχνά, στην Ελλάδα τουλάχιστον;
Ο μοναδικός λόγος που μου έρχεται στο μυαλό είναι η πολυπληθής διανομή. Το έργο έχει 25 ρόλους. Ένας αριθμός που θα τρόμαζε και τον πιο αισιόδοξο θεατρικό παραγωγό. Η οικονομική κρίση που πλήττει και τον δικό μας κλάδο, εδώ και χρόνια, απαιτεί μικρές διανομές, αποτελούμενες από ηθοποιούς που θα προσελκύσουν το κοινό. Ελπίζω η λύση που δίνουμε εμείς τόσο στο κομμάτι της διανομής όσο και της σκηνογραφίας, να δώσει έναυσμα για νέα ανεβάσματα τόσο του συγκεκριμένου όσο και του συνόλου του έργου του Στρατίεβ. Αξίζει μάλιστα να αναφέρουμε πως η Πρεσβεία της Βουλγαρίας στήριξε από την πρώτη στιγμή την πρόθεσή μας αυτή προσφέροντας επίσημα της υποστήριξή της και χαιρέτισε με ένθερμο τρόπο το συγκεκριμένο ανέβασμα κάτι που ενθαρρύνει την προσπάθειά μας. Άλλωστε πρόκειται για ένα έργο που ενδείκνυται για να πάρει ένας δημιουργός πολιτική θέση, κάτι που το θέατρο οφείλει να κάνει πάντοτε, πόσο μάλλον την περίοδο που διανύουμε.

Το σακάκι που βελάζει

Ο τριπλός ρόλος που έχετε στην παράσταση (μετάφραση, σκηνοθεσία και ερμηνεία) σας δυσκόλεψε;
Η αλήθεια είναι πως αν και φαίνονται άρρηκτα συνδεδεμένες, πρόκειται για εντελώς διαφορετικές «δράσεις» στη διαδικασία του ανεβάσματος μιας παράστασης. Ο παρονομαστής παρόλα αυτά παραμένει κοινός: έρευνα, πλήρης αφοσίωση και ενιαίος στόχος. Σας βεβαιώ πως δεν είναι κάτι εύκολο, ιδιαίτερα το δίπτυχο σκηνοθέτη-ηθοποιού καθώς καλείσαι – κυρίως όταν βρίσκεσαι στη σκηνή – να καθοδηγήσεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Νομίζω πως χρειάζεται ικανότητα και τρομερή συγκέντρωση. Δεν γνωρίζω αν εγώ το καταφέρνω αλλά σίγουρα θαυμάζω τους ανθρώπους του χώρου που το αποτέλεσμα δικαιώνει αυτήν τους την επιλογή, σκηνοθεσίας δηλαδή και υποκριτικής μαζί.

Δεν παύει παρόλα αυτά, η ανάληψη πολλαπλών ρόλων σε μία δουλειά να μην είναι καθόλα επιλογή, μα ανάγκη. Αναφέρομαι στους νέους ηθοποιούς που μόνη διέξοδος στην ανάγκη τους να εκφράσουν όσα έχουν να πουν είναι να αναλαμβάνουν το ρόλο του ηθοποιού, του σκηνοθέτη, σίγουρα του παραγωγού, ακόμη και του σκηνογράφου, του ενδυματολόγου ή και του σχεδιαστή φωτισμών προκειμένου να φτάσει η ιδέα στην πράξη. Μπορεί να είναι σημεία των καιρών, μα πιστεύω πως η ανάγκη αυτή εκκολάπτει πολύ ισχυρούς δημιουργούς που θα πάνε ένα βήμα μπροστά τις ελληνικές παραστατικές τέχνες.

Το σακάκι που βελάζει

Προσπαθείτε να αναδείξετε όλες τις πτυχές ενός τόσο πολυεπίπεδου έργου ή επικεντρώνεστε σε κάτι συγκεκριμένο που αφορά εσάς ή το κοινό;
Η πρώτη εντύπωση που αφήνει το έργο είναι πως πρόκειται για μία σάτιρα πάνω στη μάστιγα της γραφειοκρατίας που - παρόλα αυτά - αφήνει μία πικρή γεύση στο τέλος καθώς το ερώτημα περί δικαίωσης ή μη του πολίτη έχει αμφίσημη ερμηνεία. Διαβάζοντας, όμως, ξανά και ξανά το έργο, ερευνώντας τον κύριο αφηγηματικό άξονα που δεν είναι άλλος από το πρόβλημα της γραφειοκρατίας στα Βαλκάνια και τις γύρω περιοχές, ειδικά για τα χρόνια που γράφτηκε το έργο - αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στην πρώην Σοβιετική Ένωση και την μυθικών διαστάσεων ανελέητη γραφειοκρατία της - και μελετώντας τους διαχρονικούς χαρακτήρες που επιλέγει να στήσει ο Στρατίεβ, ανακαλύπτουμε έναν κόσμο που μένει αλλοιωμένος όχι μόνο μέσα στην Κρατική Υπηρεσία αλλά και έξω από αυτήν, σε μία δυστοπική κοινωνία όπου τα πάντα διαθλώνται από τον κοινωνικό συμβιβασμό. Έτσι, ανακαλύπτουμε την κύρια προβληματική του έργου: τους δεσμούς που χάνονται, την πνιγμένη επανάσταση και τον χρόνο, που καλύπτει με το σκοτεινό του πέπλο την αλήθεια πως η ζωή μας δεν είναι παρά μισογραμμένες σελίδες που σφραγίζονται και αρχειοθετούνται στα ξεχασμένα ερμάρια της μνήμης.

Το ανέβασμα του έργου, βαστώντας την βασική κωμική γραμμή βλέπει και πέρα από την αμιγή σάτιρα, μελετώντας τις βαθύτερες αυτές έννοιες. Γι’ αυτό άλλωστε και η σκηνοθετική επιλογή ο «Άνθρωπος στο Ασανσέρ» να είναι ένα φως, ένας άτυπος θεός που οδηγεί τον μύθο παραπέρα και ο Προϊστάμενος να εμφανίζεται ως άλλος «Μεγάλος Αδελφός» με τον Στέφανο Κυριακίδη - πρωταγωνιστή στο ανέβασμα του Αμφιθεάτρου - να χαρίζει τη φωνή του αποτελώντας ένα σύμβολο γεφύρωσης 35 χρόνων όπου πρακτικά τίποτα δεν έχει αλλάξει.

Το σακάκι που βελάζει

Μια νέα ομάδα ηθοποιών όπως είναι η «seveneleven» στην οποία ανήκετε τι «γραφειοκρατικές» δυσκολίες αντιμετωπίζει μέχρι να φτάσει στο τελικό στάδιο της παρουσίασης μιας παράστασης;
Η seveneleven είναι μία εταιρεία παραγωγής θεατρικών παραστάσεων που δημιούργησα μαζί με την ηθοποιό Κωνσταντίνα Μαλτέζου. Αρχικά η ίδια η δημιουργία μιας εταιρείας χρειάζεται κυριολεκτικά - όσο απλή η νομική της μορφή - ένα κυνήγι υπογραφών, σφραγίδων και παραβόλων που και μόνο για αυτό θα μπορούσαμε να ανεβάσουμε μία αυτόνομη παράσταση. Αναφορικά με το ανέβασμα μιας παράστασης, καλλιτεχνικά τουλάχιστον, δεν αντιμετωπίζουμε κάποιο πρόβλημα μεγαλύτερο από εκείνα που συναντούν οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής ή θίασοι με πολυετή εμπειρία στον χώρο. «Γραφειοκρατικά», όπως τίθεται και στο ερώτημά σας, μία παράσταση για να ανέβει χρειάζεται υπογραφές, πολλές υπογραφές. Νομίζω πως το σκίτσο που μας χάρισε ο ΚΥΡ για την έκδοση της μετάφρασης, τα λέει όλα.

Το σακάκι που βελάζει

Έχετε σκεφτεί να τα παρατήσετε;
Επιτρέψτε μου να απαντήσω παραφράζοντας Τζων Κένεντι: «Επιλέγουμε να κάνουμε θέατρο αυτήν την δύσκολη περίοδο, όχι γιατί είναι εύκολο, αλλά γιατί είναι πολύ δύσκολο. Επειδή ο στόχος μας αυτός, μας κάνει να αναμετρηθούμε με το μέγιστο των ικανοτήτων μας και της ενέργειάς μας. Επειδή είναι μία πρόκληση που είμαστε πρόθυμοι να αποδεχτούμε, μία πρόκληση που δεν είμαστε πρόθυμοι να αναβάλουμε, και μία που σκοπεύουμε να κερδίσουμε».

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ

Το σακάκι που βελάζει