Επιμέλεια: Λιγνού Μαργαρίτα
«Ο Αργύρης Ξάφης είναι ένας από τους πιο σημαντικούς ηθοποιούς της γενιάς του. Από τα πρώτα του βήματα στο Θέατρο του Νότου (Αμόρε), μέχρι τις μεγάλες σκηνές του Εθνικού Θεάτρου και τις βραβευμένες εμφανίσεις του στον κινηματογράφο, έχει αφήσει έντονο το στίγμα του. Με την ίδια άνεση κινείται ανάμεσα στη σκηνή, την κάμερα και τη σκηνοθεσία, δημιουργώντας πάντα δουλειές που συζητιούνται. Συναντηθήκαμε για μια κουβέντα πιο προσωπική, για το θέατρο, τον κινηματογράφο, αλλά και όσα τον εμπνέουν στη ζωή.»
Μαργαρίτα Λιγνού: Αλλοίμονο να μην ξεκινούσα την κουβέντα μας με αυτό το υπερθέαμα που είδαμε το καλοκαίρι, την Ανδρομάχη, που πραγματικά είναι η φιγούρα-σύμβολο της γυναικείας αντοχής αλλά και της πολιτικής διάστασης της τραγωδίας.
Αργύρης Ξάφης: Συμφωνώ απολύτως. Και ειδικά μέσα από την ανάγνωση της Μαρίας, νομίζω ότι αναδείχθηκε ακριβώς αυτό που περιγράφεις ιδιαιτέρως.
Μ.Λ: Η Μαρία αντιμετώπισε την τραγωδία σαν ένα δριμύ κατηγορώ απέναντι στον πόλεμο και την εξουσία· μια κατάσταση που δυστυχώς ζούμε ακόμη και σήμερα. Αυτή η οπτική επηρεάστηκε και από τη δική σου ερμηνεία και την προσέγγισή σας συνολικά. Θεωρώ ότι η επικαιρότητα της Ανδρομάχης μέσα από αυτή την παράσταση αναδείχθηκε σε μεγάλο βαθμό, ποια η δική σου γνώμη;
Α.Ξ. : Ναι, νομίζω ότι η Μαρία – όπως και όλοι οι καλλιτέχνες που δουλέψαμε σε αυτή την παράσταση, ξεκινώντας βέβαια από εκείνη ως έμπνευση– ήσασταν πολύ ξεκάθαροι σε αυτό. Είμαστε άνθρωποι που ζούμε στον καιρό μας και έχουμε μεγάλη ανάγκη να τον εκφράσουμε. Όχι όμως σαν δημοσιογράφοι που απλώς αναπαράγουν την τρέχουσα πραγματικότητα, αλλά μέσα από την τέχνη. Η τέχνη αποκαλύπτει την ανθρώπινη μοίρα, που κάνει κύκλους και ξαναγυρίζει στα ίδια. Νομίζεις ότι προχωράμε, αλλά τα βήματα είναι κυκλικά: επιστρέφουμε πάντα στα ίδια ζητήματα. Η αλαζονεία επιστρέφει με την ίδια ένταση στην εξουσία και φέρνει σχεδόν τα ίδια αποτελέσματα, διαχρονικά και διαγενεακά. Όταν ακούς φράσεις και λες «αδύνατον να έχουν γραφτεί πριν 2.500 χρόνια», κι όμως ταιριάζουν απόλυτα στο σήμερα, αυτό κάτι σημαίνει. Δεν αφορά μόνο τον συγγραφέα που είχε το ταλέντο να το εκφράσει με διαχρονικό τρόπο· αφορά τον ίδιο τον άνθρωπο, που ενώ έχει παιδεία, κείμενα, εμπειρίες, τα υλικά για να πάει παρακάτω, ξαναπέφτει στα ίδια λάθη. Και μάλιστα εξαιτίας της εγωιστικής δίψας για εξουσία, που τελικά αφήνει εμάς τους πολίτες να αντιμετωπίζουμε τα ίδια προβλήματα.
Μ.Λ. : Ενδεχομένως αλλάζουν λίγο οι λόγοι, αλλά όχι ο τρόπος διαχείρισης των καταστάσεων.
Α.Ξ. : Μάλιστα, βλέποντας την κατάσταση με τον Τράμπ, πολλές φορές νομίζω πως ούτε οι λόγοι δεν αλλάζουν. Είναι τόσο φτηνή, ποταπή, απλοϊκή λογική: «Θέλω αυτό που είναι δικό σου και το παίρνω». Το χαμηλό επίπεδο πολιτικής που εκείνος αναπαράγει έχει αναδείξει και αποκαλύψει τα πραγματικά θέματα. Συζητάμε για τη Γάζα και στην πραγματικότητα το θέμα είναι αν θα γίνει Ριβιέρα, τουριστικές κατοικίες.
Μ.Λ.: Το ίδιο ζούμε και στην Ελλάδα: «Γιατί να μην πάρουμε τους τόπους και να τους κάνουμε πεντάστερα ξενοδοχεία;»
Α.Ξ. : Είναι σαν να πήραν το «οκ» από τον πλανητάρχη και τώρα όλοι εκφράζονται ανοιχτά, ξεγυμνώνοντας τα ποταπά τους κίνητρα. Δεν υπάρχει τίποτα από πίσω. Δυστυχώς, τα βασικά κίνητρα πίσω από τους πολέμους είναι διαχρονικά τα ίδια.
Μ.Λ. : Δυστυχώς, δε ξέρουμε πού μπορεί να οδηγήσει αυτό; Μάλλον να καταλήξει…
Α.Ξ. : Ναι, αλλά ελπίζω στις νέες γενιές. Δεν μπορώ να μιλήσω γι’ αυτές παρά μόνο να τις θαυμάζω· καθώς τις γνωρίζω μέσα από τις σχολές, πιστεύω ότι θα υπάρξουν ανατροπές πριν φτάσουμε στην κατάληξη. Υπάρχει μια πολύ έξυπνη και δυνατή νέα γενιά που δύσκολα θα δεχτεί να υποταχθεί χωρίς να διεκδικήσει τη ζωή της.
Μ.Λ: Η τέχνη μπορεί να συμβάλει σε αυτό. Ο κόσμος ελπίζει από τους καλλιτέχνες –είτε είναι ζωγράφοι, είτε μουσικοί, είτε ηθοποιοί – να βοηθήσουν να αλλάξει η κατάσταση. Γιατί η τέχνη έχει πιο ελεύθερο τρόπο έκφρασης.
Α.Ξ. : Ακριβώς. Στο θέατρο αυτό το νιώθω ιδιαίτερα, γιατί υπάρχει πάντα ζωντανός ο ανθρώπινος παράγοντας. Είναι μέρος της δουλειάς μας να κρατάμε ζωντανά τα ερωτήματα, να οξύνουμε τις αντιθέσεις και να φανερώνουμε τα ζητήματα της εποχής μας μέσα από την ποίηση, την ομορφιά και τη συνύπαρξη. Όχι με ξερούς πολιτικούς λόγους· αυτό είναι δουλειά άλλων. Εμείς θέλουμε να εμπνεύσουμε προς τη ζωή, διεκδικώντας τη ζωή.
Μ.Λ: Κι αυτό είναι που κάνει τον θεατή να φύγει με τροφή για σκέψη, όχι απλώς με ένα κενό «γέλασα, πέρασα ωραία».
Α.Ξ. : Βέβαια και το γέλιο είναι σημαντικό. Έχοντας παίξει σε παραστάσεις όπως το Μυστήριο Μπούφο, θεωρώ ότι το γέλιο είναι βαθιά πολιτική και ανατρεπτική πράξη. Το καλύτερο που μπορείς να κάνεις απέναντι σε μια εξουσία που σε δυναστεύει είναι να της γελάς στα μούτρα. Αυτό την αποπροσανατολίζει και τη βγάζει από τα δεδομένα της. Αυτό μας το δίδαξε ο Ντάριο Φο.
Μ.Λ: Ναι, κι αυτό φαίνεται έντονα στον μονόλογο Το πιο ωραίο σώμα, όπου ερμηνεύεις πολλούς χαρακτήρες. Είναι δύσκολο να τους ξεχωρίσεις ώστε να μην μπερδέψεις το κοινό, και τα θέματα είναι σκληρά: παιδεραστία, ομοφοβία… Παρ’ όλα αυτά η ερμηνεία τα κάνει αντιληπτά και ανθρώπινα.
Α.Ξ. : Όταν ένα κείμενο είναι καλά γραμμένο κι ο σκηνοθέτης έχει την αντίληψη να το αναδείξει, μπορεί να μιλήσει σε διαφορετικά επίπεδα κοινού. Είναι αυτό που λέμε: βαθύ αλλά και λαϊκό ταυτόχρονα· πιάνει μεγάλη γκάμα ανθρώπων. Το συγκεκριμένο κείμενο είναι πολυδιάστατο. Αυτό που πιστεύω είναι ότι δεν υπήρχε κάτι αντίστοιχο στις προηγούμενες σεζόν. Το συγκεκριμένο στοιχείο αγγίζει βαθύτερα θέματα, όπως την υποκρισία και τις αντιφάσεις της κοινωνίας στην οποία ζούμε.
Μ.Λ.: Σαν το κείμενο που ανέβασες με τη Μαρία Πρωτόπαπα, στην Ανδρομάχη. Η προσέγγισή της ήταν με σεβασμό, χωρίς να αλλοιώσει το αρχαίο κείμενο. Μου άρεσε που υπήρχε και το αρχαίο και η μετάφραση, ώστε να καταλάβει και ο μη γνώστης. Αυτό είναι μεγαλείο.
Α.Ξ. : Ναι, η Μαρία δούλεψε ενάμιση χρόνο στο κείμενο με την Έλενα, λέξη προς λέξη, στην Άνδρο. Το έκανε σε μια περίοδο που δεν ήταν καν σίγουρο ότι θα ανέβει η παράσταση.
Μ.Λ.: Αυτό δείχνει αφοσίωση. Και το αποτέλεσμα ήταν ένα από τα σημαντικότερα αρχαία δράματα των τελευταίων χρόνων.
Μ.Λ.: Συμφωνώ, όποιος έχασε την "Ανδρομάχη" έχασε πολλά.
Μ.Λ.: Ας πάμε τώρα στον μονόλογο. Θέλω να μου πεις κάτι που ξεχωρίζεις εσύ και δεν το έχει επισημάνει κανείς μέχρι τώρα.
Α.Ξ. : Έχουν ειπωθεί πάρα πολλά –και δίκαια, αφού η παράσταση έχει ήδη δει γύρω στις 150-170 χιλιάδες κόσμος. Αλλά αυτό που δεν έχει αναδειχθεί αρκετά είναι ότι πολλοί πιστεύουν πως την έκανα μόνος μου. Στην πραγματικότητα, μεγάλο μέρος της τρυφερότητας, της ενσυναίσθησης και της καρδιάς που έχει η παράσταση ανήκει στη σκηνοθέτιδα, τη Ζωή Ξανθοπούλου. Χωρίς εκείνη, δεν θα ήταν η ίδια παράσταση. Υπάρχει η προκατάληψη ότι, εντάξει, τώρα σαν μονόλογο ο Ξάφης θα κάνει αυτά που θέλει μόνος του.Καθόλου. Η σκέψη, η ιδέα, πολλά κομμάτια των αισθητικών επιλογών είναι πράγματα που με οδήγησε και με έφερε σε αυτή την κατεύθυνση η Ζωή Ξανθοπούλου. Εκείνη μου το πρότεινε εξαρχής, εκείνη πίστεψε ότι το έργο είναι για μένα. Κι εγώ, όταν το διάβασα, της είπα «έχεις απόλυτο δίκιο». Δεν ξέρω πώς με ήξερε, γιατί δεν γνωριζόμασταν καλά πριν. Τώρα είμαστε πολύ καλοί φίλοι. Ενώ ήμουν εναντίον του μονολόγου, όταν το διάβασα είπα «γαμώτο, πρέπει να το κάνω οπωσδήποτε». Δεν έχω ξανακάνει ποτέ μονόλογο.
Μ.Λ.: Παρ’ όλα αυτά, είναι δύσκολο είδος, ο μονόλογος…
Α.Ξ. : Πάρα πολύ δύσκολο, άλλα δεν το απέφευγα όμως λόγω δυσκολίας· απλώς δεν μου άρεσε το «μοναχικό άθλημα». Μου αρέσει να δουλεύω σε ομαδικό πλαίσιο. Αλλά αυτό το έργο ήταν τέτοιο που δεν γινόταν αλλιώς.
Μ.Λ.: Και τελικά έγινε για σένα στάση ζωής.
Α.Ξ. : Ναι. Μέσα στα χρόνια υπάρχουν παραστάσεις που σου δημιουργούν σκαλοπάτια, που γίνονται στάση ζωής. Για μένα είναι τέτοιες η «Ανδρομάχη» και το «Σώμα». Συνέπεσαν κοντά η μία στην άλλη, αλλά πάντα είχα παραστάσεις που μου μετατόπισαν και ξαναστερέωσαν τη στάση ζωής μου.
Μ.Λ.: Όχι μόνο στο θέατρο· και στον κινηματογράφο έχεις παίξει σε δυνατές ταινίες, όπως «Από τα κόκαλα βγαλμένα». Έχεις και βραβεία: το Χορν, πολύ νωρίς στην καριέρα σου, και το πρώτο ανδρικού ρόλου από την Ακαδημία Κινηματογράφου. Αυτό για σένα ήταν ώθηση ή βάρος;
Α.Ξ. : Επειδή είμαι λίγο αναρχικό πνεύμα, όλα αυτά τα χάρηκα πολύ. Τα βραβεία δεν είναι μόνο η δική μου άποψη ότι κάτι πήγε καλά, είναι κάτι πιο αντικειμενικό: ότι το αναγνωρίζουν κι άλλοι. Αυτό είναι όμορφο. Αλλά πάντα κρατούσα και μια απόσταση: «Μην τρελαίνεσαι, πάμε παρακάτω». Ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου, αλλά δεν τα φέρω βαρέως.
Μ.Λ.: Ναι, αλλά μιλάμε για σοβαρά βραβεία.
Α.Ξ. : Σωστά. Έχω πάρει και το βραβείο της Ένωσης Κριτικών για το Σώμα. Όλα τα δέχομαι με αγάπη, αλλά πάντα σκέφτομαι: «Το επόμενο έργο μπορεί να μην πετύχει τίποτα». Δεν μένω σε αυτά.
Μ.Λ.: Εγώ αυτό το βλέπω ως ισορροπία: ανάμεσα στην ανάγκη για αναγνώριση και στην καλλιτεχνική αναζήτηση.
Α.Ξ. : Εμένα με νοιάζει πιο πολύ να κάνω ωραία πράγματα παρά να μου λένε «μπράβο». Γιατί πολλές φορές έχουν ειπωθεί πράγματα που εγώ δεν τα πίστεψα.
Μ.Λ.: Δηλαδή; Αποποιείσε πράγματα από την καλλιτεχνική σου πορεία;
Α.Ξ. : Όχι, απλά δεν τα έχω πιστέψει, έχω ακούσει υπερβολικά θετικά σχόλια για δουλειές που θεωρώ ότι θα μπορούσαν να είναι καλύτερες.
Μ.Λ.: Αυτό δείχνει τελειομανία.
Α.Ξ. : Όχι, γιατί αν ήμουν τελειομανής θα κολλούσα σε ένα πράγμα. Εγώ ψάχνω συνεχώς καινούριες περιοχές: έργα, κείμενα, συνεργασίες. Αυτός είναι κι ένας λόγος που δεν κάνω πολλή τηλεόραση. Δεν έχω χρόνο, γιατί αφιερώνομαι αλλού.
Μ.Λ.: Το πιστεύω, γιατί έχεις σκηνοθετήσει από Φάουστ μέχρι παιδικά έργα. Αυτό δείχνει ότι δεν είσαι στάσιμος. Για μένα το παιδικό θέατρο πρέπει να αντιμετωπίζεται σοβαρά. Η Καλογεροπούλου ήταν πρωτεργάτης σε αυτό. Δεν πρέπει το παιδικό να είναι απλώς αιμοδότης· πρέπει να έχει βαρύτητα.
Α.Ξ. : Συμφωνώ απολύτως.
Μ.Λ.: Δεν είναι μόνο «να τραβάμε αιμοδοσία από το παιδικό θέατρο». Ναι, και το βλέπω και προσωπικά. Τα παιδιά μου τα πήγα στο θέατρο από 8 μηνών. Το θεωρώ την καλύτερη μορφή εκπαίδευσης και ηρεμίας. Μακάρι να μπορούσαν όλοι να το κάνουν, αλλά το θέατρο έχει γίνει ακριβό σπορ. Τα εισιτήρια είναι υψηλά σε σχέση με την αγοραστική δύναμη. Μια οικογένεια πάει σε μία-δύο παραστάσεις τον χρόνο, ενώ θα ήθελε περισσότερες.
Α.Ξ. : Παρ’ όλα αυτά, στην Ελλάδα το θέατρο είναι πιο φτηνό από αλλού.
Μ.Λ.: Σωστά. Στην Αγγλία χρειάζεσαι 100 λίρες για μια παράσταση. Στη Γερμανία, στη Ρουμανία, στην Ουγγαρία οι τιμές ξεκινούν από 45-50 ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, με τις συνθήκες εδώ, παραμένει ακριβό για τον Έλληνα. Και δεν είναι τυχαίο: κόβουμε από είδη πρώτης ανάγκης. Παιδιά λιποθυμούν στα σχολεία γιατί δεν έχουν να φάνε. Σε αυτό το πλαίσιο το θέατρο δεν μπορεί να θεωρείται είδος πρώτης ανάγκης.
Μ.Λ.: Έχεις επηρεαστεί από κάποιον δάσκαλο;
Α.Ξ. : Ναι. Για μένα μέντορας ήταν ο Θωμάς Μοσχόπουλος. Μετά τη σχολή, στο Αμόρε, βρέθηκα σε έναν χώρο πολύ προχωρημένο με τρομερά ταλαντούχους ανθρώπους. Ο Θωμάς ήταν ο δάσκαλος σε ταχύρυθμα που με βοήθησε ουσιαστικά να επανεκκινήσω.
Μ.Λ.: Ονειρεύεσαι κάτι που δεν έχεις κάνει;
Α.Ξ. : Τα όνειρά μου δεν αφορούν έργα ή ρόλους, αλλά τρόπους συνύπαρξης με άλλους καλλιτέχνες. Είμαστε πολλοί μόνοι μας. Για να γίνει ένα σοβαρό βήμα μπροστά, πρέπει να βρούμε τη δύναμη, να ρίξουμε τον εγωισμό μας και να ξανασυνεργαστούμε, να φτιάξουμε θέατρα πιο περιεκτικά, πιο συλλογικά.
Μ.Λ.: Όχι, “One man show”.
Α.Ξ. : Ναι, εγώ τέτοια πράγματα ονειρεύομαι, που όταν συμβούν αυτά τότε θα δημιουργηθούν και πράγματα που μου αρέσουν.
Μ.Λ.: Δράττομε της ευκαιρίας να πω ότι βλέπουμε όμως να ανοίγουν όλο και περισσότεροι χώροι χωρίς υποδομή.
Α.Ξ. : Αυτό ξεκινά από την έλλειψη πολιτιστικής πολιτικής. Οι χρηματοδοτήσεις είναι τόσο χαμηλές που είναι αδύνατο να νοικιάσεις χώρο, να πληρώσεις τους ανθρώπους, να έχεις σκηνογράφο, σκηνικά, μουσική. Τα ποσά που δίνονται είναι αστεία. Την ίδια στιγμή βλέπουμε ανακοινώσεις για έργα αναστήλωσης εκατομμυρίων.
Μ.Λ.: Αυτό όμως δεν είναι και ευθύνη του ίδιου του κλάδου, που συχνά δεν διεκδικεί;
Α.Ξ.: Δεν θα έλεγα ότι επαναπαύεται, γιατί ο κλάδος είναι στα κάγκελα.
Μ.Λ.: Βρέθηκα στα βραβεία του All4Fun και ο Χάρης Τζωρτζάκης είπε: «Στηρίξτε μας, είμαστε στα πρόθυρα να υπογράψουμε συλλογική σύμβαση μετά από 15 χρόνια». Κι όμως, η συμμετοχή είναι ελάχιστη.
Α.Ξ.: Έχει απόλυτο δίκιο ο Χάρης, αυτό το λέμε χρόνια. Υπάρχει έλλειψη συνεργατικότητας. Οι σχέσεις χτίζονται στη σκηνή· αν δεν βρεθούμε εκεί, δεν μπορούμε να διεκδικήσουμε ενωμένοι.
Μ.Λ.: Οπότε θεωρείς ότι πρέπει να καλλιεργηθεί ξανά το πνεύμα συνεργασίας.
Α.Ξ.: Ακριβώς. Αυτό μου έμεινε από το Αμόρε: η συνεργασία. Μετά, όταν έκλεισε, ο καθένας πήγε μόνος του να επιβιώσει. Από εκεί λείπει η μαγιά.
Μ.Λ.: Να μιλήσουμε για το ΣΕΗ συγκεκριμένα;
Α.Ξ.: Ναι. Θεωρώ ότι πρέπει να σταματήσουμε να κατεβαίνουμε με παρατάξεις. Σε όλα τα σοβαρά σωματεία του εξωτερικού κατεβαίνουν ενιαίες λίστες. Όλοι ξέρουν τις πολιτικές αποχρώσεις του καθενός, αλλά αυτό δεν εμποδίζει τη συνεργασία για το κοινό καλό. Αυτό θα ήθελα να δω κι εδώ. Ενδεχομένως κάποιοι να υποστηρίξουν το ανάποδο ότι έτσι υπάρχει κίνδυνος αποπολιτικοποίησης. Όχι. Μπορείς να είσαι πολιτικά ενεργός και ταυτόχρονα να συνεργάζεσαι με όλους – εκτός από ακραίους. Αυτό δείχνει η εμπειρία από σωματεία στο εξωτερικό, που είναι πολύ πιο αποτελεσματικά. Δεν λέω ότι θα γίνει αύριο· απλώς καταθέτω τη σκέψη μου σαν πολίτης.
Μ.Λ.: Θα μου πεις λοιπόν τι έπεται; Τι έχεις στο μυαλό σου, τι θα ήθελες να συμβεί στο άμεσο μέλλον;
Α.Ξ. : Θα ξεκινήσω με τα προσωπικά μου. Τελείωσε η Ανδρομάχη, πάμε για το Πιο όμορφο σώμα, που θα παιχτεί αυστηρά για ενάμιση μήνα, μέχρι τις 16 Νοεμβρίου, χωρίς δυνατότητα παράτασης. Το τονίζω, γιατί πολλοί φαντάζονται ότι θα συνεχίσει, αλλά δεν γίνεται. Σταματάει στις 16 Νοεμβρίου.
Μετά θα μπω σε πρόβες για να ξεκινήσει τέλη Ιανουαρίου ο "Ιβάνοφ" στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά. Αυτά μπορώ να ανακοινώσω. Ξέρω και παρακάτω, αλλά δεν μπορώ να τα πω ακόμη, γιατί πρέπει να τα ανακοινώσουν άλλοι.
Όσον αφορά το Θέατρο Θησείον – που έχει και προσωπικό χαρακτήρα για μένα, αφού είμαι υπεύθυνος του καλλιτεχνικού του προγράμματος – εκτός από το Σώμα, θα γίνει επανάληψη και στις «Νεκρές Ψυχές», μια παράσταση που στήθηκε πέρσι και θέλουμε πολύ να συνεχίσει.
Και τον Δεκέμβριο θα ανέβει η κεντρική μας παραγωγή στο Θησείον, «Τα Χρόνια της Annie Ernaux», βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο. Τη σκηνοθεσία θα υπογράψουν ο Ακύλλας Καραζήσης και ο Νίκος Χατζόπουλος, με τους Διαμαντή Αδαμαντίδη, Δήμητρα Βλαχοπούλου, Δέσποινα Κούρτη, Κατερίνα Παπαανδρέου, Αγγελική Στελάτου. Είναι παραγωγή της ομάδας μας «ΠΥΡ», με χρηματοδότηση από το Υπουργείο Πολιτισμού, και συμπαραγωγή με τον Παναγιώτη Γεροδήμο.
Παράλληλα, αποφάσισα φέτος να επιστρέψω στο «Ωδείο Αθηνών», όπου τα τελευταία δύο χρόνια είχα κάνει στην άκρη λόγω του θεάτρου Θησείον. Επιστρέφω και αναλαμβάνω ξανά υπεύθυνος έτους για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Αυτή τη στιγμή τρέχουν οι εισαγωγικές εξετάσεις, όπου έχουμε ρεκόρ συμμετοχών: πάνω από 550 υποψήφιους. Αυτό δείχνει ότι η σχολή έχει αποκτήσει φήμη, ότι γίνεται καλή δουλειά. Και βέβαια μεγάλο μέρος οφείλεται στους αποφοίτους που τα τελευταία χρόνια βγαίνουν έξω και ξεχωρίζουν.
Πληροφορίες για την παράσταση: εδώ