Κριτική για την παράσταση "100 λέξεις για το χιόνι"

Από τη Βασιλική Μπαλούτσου

«Η αγάπη είναι το χιόνι της ζωής. Πέφτει απαλά και βαθιά πάνω στις πληγές που άφησε η μάχη–λευκή, πιο αγνή και από το ίδιο το χιόνι.»

Οι «100 λέξεις για το χιόνι» είναι ένα φρέσκο έργο της βρετανίδας συγγραφέα TattyHennessy που βραβεύτηκε μεταξύ 1136 συμμετοχών στο φεστιβάλ Heretic – Voices τον Ιανουάριο του 2018 στο Λονδίνο. Στην Ελλάδα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα, στο θέατρο Επί Κολωνώ από τη θεατρική ομάδα mammals, το καλοκαίρι του 2018 στο πλαίσιο του Off-Οff Athens Festival, ενώ είχα τη χαρά να το παρακολουθήσω τον Μάρτιο του 2019 στο αγαπημένο θέατρο Τ στη Θεσσαλονίκη.

Πρόκειται για έναν γλυκόπικρο πρωτότυπο μονόλογο ενηλικίωσης μιας έφηβης 15χρονης με σύγχρονη γλώσσα, γεμάτο χιούμορ και ζωντάνια. Είναι ένας μονόλογος – ταξίδι στον παγωμένο Βόρειο Πόλο παρέα με μια λήκυθο με τις στάχτες του νεκρού πατέρα της πρωταγωνίστριας, το βιβλίο ενός διάσημου εξερευνητή, την πιστωτική κάρτα της μητέρας της και μια επιθυμία.

Η Ρόρι (από το Aurora που παραπέμπει στο παγωμένο Βόρειο Σέλας) με αφετηρία την κηδεία του πατέρα της που ήταν φανερά καθηγητής γεωγραφίας, αλλά κρυφά εξερευνητής των παγωμένων πόλων (εσείς το ξέρατε ότι υπάρχουν 5 βόρειοι πόλοι;) ξεκινά έναν μονόλογο – πραγματική περιπλάνηση. Με φόντο μια λιτή σκηνή (τα όμορφα λειτουργικά σκηνικά είναι του Μιχάλη Σαπλαούρα) στο γραφείο του καθηγητή πατέρα διαβάζοντας το ημερολόγιό του, με έκπληξη η Ρόρι αποκαλύπτει ένα προσεχτικά σχεδιασμένο ταξίδι για τους πόλους-, λίγους πεθαμένους εξερευνητές με μούσι σε πολλές διάσπαρτες φωτογραφίες και βιβλία αντίστοιχου περιεχομένου. Γεμάτη ενθουσιασμό και ανυπομονησία, φορά ένα ζεστό χειμωνιάτικο μπουφάν και άνετες μπότες, παίρνει ένα ταξιδιωτικό σακίδιο με τα απαραίτητα και ξεκινά να εκπληρώσει το όνειρο του νεκρού πατέρα.

Η Ιωάννα Τζίκα καταφέρνει να μας παρασύρει σε ένα εμπνευσμένο «χρωματιστό» ταξίδι με φόντο το λευκό των πόλων. Μια επική διαδρομή χιλιάδων χιλιομέτρων γεμάτη όμορφες στιγμές. Γνωρίζουμε ότι είναι μύθος ότι οι Εσκιμώοι – Inuit είναι η σωστή τους ονομασία- χρησιμοποιούν 100 λέξεις για το χιόνι. Μα, δεν είναι αυτό που έχει σημασία εδώ. Ο κατεψυγμένος Βοράς δεν είναι μόνο ένας τόπος πραγματικός, μα ταυτόχρονα αποτελεί ένα φανταστικό μέρος όπου η ατίθαση έφηβη με περισσή αλαζονεία και αυτοπεποίθηση, σχεδιάζει ένα ερευνητικό ταξίδι με θάρρος και θαυμασμό για τον εκλιπόντα πατέρα της, αλλά ταυτόχρονα με τρόμο και κλειδωμένα συναισθήματα μετά το χαμό του.
Όσο την παρακολουθούμε να πλησιάζει μόνη στον παγωμένο Βορά, τόσο το ταξίδι αυτογνωσίας της προχωρά βαθύτερα με το κρύο της απώλειας να μεταφέρεται και σε μας τους θεατές. Την ίδια στιγμή, αυτή η γλυκιά επαναστάτρια που κλέβει την πιστωτική κάρτα της μητέρας της-κανείς δεν θα το περίμενε να φύγει κρυφά από όλους χωρίς να ειδοποιήσει ούτε καν εκείνη- παρασύρεται σε μια περιπέτεια λίγο φανταστική και λίγο πραγματική προσφέροντάς μας με έναν χειμαρρώδη λόγο κι έναν γρήγορο ρυθμό με ίσες δόσεις χιούμορ και δράματος, ένα roller-coaster συναισθημάτων.
Ο πλανήτης, η κλιματική αλλαγή, η εξαφάνιση των πολικών αρκούδων, ένας νορβηγός νεαρός εραστής ο Αντρέας, μια ζωγράφος του «τίποτα» των πόλων, συναρπαστικές λεπτομέρειες για νεκρά πτώματα, παγωμένα απόβλητα ανθρώπων θαμμένα κάτω από το χιόνι αιώνων συνυπάρχουν και παίρνουν μορφή κρυστάλλινη σαν τους πάγους, μα την ίδια στιγμή τόσο ανθρώπινη και οπτικά ευδιάκριτη, περιβάλλοντας με μια σκληρή ζωτική δύναμη το έργο.

Το χάσιμο της παρθενιάς από έναν νορβηγό εραστή και ταυτόχρονα ο ενδοσκοπικός στοχασμός της Ρόρι, καθισμένης στο μισοσκόταδο, για την ατέλειωτη σειρά γυναικών πριν και μετά από εκείνη που έχουν υποστεί την ίδια «δοκιμασία» στα βάθη των αιώνων, παραπέμπει μεταφορικά στον «βιασμό» του πλανήτη και του «παρθένου» εδάφους του από την ανθρωπότητα. Δυνατή και ρεαλιστική εικόνα με ακρίβεια σκηνικής κίνησης και υποκριτικού ταλέντου. Πριν η παράσταση φτάσει στο απροσδόκητο τέλος της, υπάρχουν κομβικές στιγμές που ζεσταίνουν το κοινό, γεμάτες χιούμορ και ελκυστική φωτεινότητα. Είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας, ωρίμανσης και αντιμετώπισης του θανάτου. Πάνω από όλα όμως είναι ένα ταξίδι ζωής!

Η Ιωάννα Τζίκα κλαίει, γελάει, τρώει, χορεύει, μιλά ακατάπαυστα, μιμείται. Είναι μια βόμβα ενέργειας και το μόνο σίγουρο είναι ότι σε παρασέρνει μέσα στην εφηβική της σύγχυση, το αδάμαστο πάθος και την έμπνευσή της για τη ζωή. Η ηθοποιός έως το τέλος της διαδρομής τσαλακώνεται, το πρόσωπο της παραμορφώνεται, αλλά και φωτίζεται, το κορμί της παγώνει, φλέγεται, ζαρώνει κουρασμένο και τελικά αποκτά τα σημάδια μιας ζωής βιωμένης. Αυτός ήταν κι ο σκοπός του ταξιδιού.
Είναι υπέροχος ο τρόπος που το κείμενο της συγγραφέα παρουσιάζει το «ανίκητο» των εφήβων και όπως δήλωσε και η ίδια, το κείμενο είναι πιο χρήσιμο και επίκαιρο τώρα περισσότερο από ποτέ "μετά την έντονη και εκπληκτική έκθεση για την αλλαγή του κλίματος του ΟΗΕ." Η φεμινιστική φύση της παράστασης σε μια εποχή που οι στερεοτυπικοί ρόλοι των φύλων σιγά-σιγά εκλείπουν, επιδιώκει να αποδείξει ότι η πολική εξερεύνηση δεν είναι πλέον πεδίο μόνο για τους άνδρες, αλλά και για τις γυναίκες και ότι ο χρόνος για να σώσουμε τον πλανήτη μας είναι τώρα.

Τελικά, το «100 λέξεις για το χιόνι» με τη βοήθεια της «βόρειας» μουσικής με τις εναλλαγές των φώτων, μια νεανική και φρέσκια σκηνοθετική προσέγγιση, αλλά κυρίως με τα «φτερά» της Ιωάννας Τζήκα, με τα οποία κατάφερε να πετάξει σε κόσμους πραγματικούς και κόσμους φανταστικούς, αγκάλιασε το τίποτα, είδε το βόρειο σέλας, μίλησε με ντόπιους, έχασε την παρθενιά της, συμφιλιώθηκε με τον θάνατο και την απώλεια, μα κυρίως μας «απογείωσε» κι εμάς , αφού μας ζήτησε να προσδεθούμε σε ένα δικό μας ταξίδι στον βόρειο πόλο όπου το κρύο ήταν αισθητό, οι αρκούδες ορατές, οι στάχτες γέμισαν τον παγωμένο αέρα, το αμήχανο σεξ της πρώτης φοράς το θυμηθήκαμε όλοι μειδιώντας. Όλα τα στοιχεία συνταιριάστηκαν με μαεστρία στον θεατρικό αυτό μονόλογο, έτσι που το γλυκό ανοιξιάτικο βράδυ απέκτησε χειμωνιάτικη μυρωδιά κι έγινε αντικείμενο κριτικής έξω από το θέατρο. «Κρυώσαμε μαζί της» ψιθύριζε μια μεσήλικη κυρία φεύγοντας από την αίθουσα, «ήταν όλα πολύ ζωντανά».

Η οικονομία της σκηνικής διασκευής ανέδειξε περισσότερο τη δεινότητα της ηθοποιού που χρησιμοποιώντας μεγάλη γκάμα εκφραστικών μέσων, στα 70 λεπτά που διήρκησε η παράσταση κατάφερε να «παγώσει» την άδεια σκηνή, να τη γεμίσει χορό, μουσική και υπέροχες ζωντανές εικόνες, παρασέρνοντας το κοινό στο εφηβικό ταξίδι της.

«Το δύσκολο είναι αυτό που θέλει λίγο χρόνο. Το αδύνατο είναι αυτό που θέλει λίγο παραπάνω». Φράση που έγραψε ο Φρίντγιοφ Νάνσεν, διάσημος Νορβηγός εξερευνητής, την υπογράμμισε ο πατέρας της Ρόρι στο ημερολόγιο του και που τελικά με αυτή την αίσθηση έφυγα από το θέατρο.

Τίποτα δεν είναι αδύνατο, αρκεί να το πιστέψει κανείς και να του αφιερώσει τον πολύτιμο χρόνο του. Αρκεί να βυθιστεί σε ένα αυθόρμητο ταξίδι στο σκοπό του. Ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Κωχ με τη βοήθεια του ήχου της ανθρώπινης φύσης και της αρμονικής μουσικής (Τάσος Καραδέδος) και των ευαίσθητων σχολαστικών φωτισμών (Δημήτρης Κοκολινάκης) ερμήνευσε την περιπλοκότητα των εφηβικών παρορμήσεων και της νεανικής επιθυμίας και τη μετέτρεψε σε πραγματική δράση. Η πρωταγωνίστρια ξεδιπλωσε τα στρώματα της Ρόρι με εκπληκτική κομψότητα και δεξιοτεχνία, υπηρετώντας τη σκηνοθετική πρόταση.

Η εμπειρία της παράστασης αυτής ακόμη βρίσκεται στο μισόφωτο της αντίληψης, διαισθητικά μας ωθεί να σκεφτούμε πόσο υπέροχα μπορεί το τίποτα και η απομόνωση των πόλων, λευκός καμβάς χιλιάδων χιλιομέτρων, να αποτελέσει έμπνευση για όλους που ο καθένας μπορεί να χρησιμοποιήσει για να διανύσει το προσωπικό του πνευματικό ταξίδι.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ