Κριτική για την παράσταση "Το κήτος"

photo credits: Θοδωρής Δούπας

Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

«Στο θέατρο δεν ερχόμαστε για να καταλάβουμε, ερχόμαστε για να αισθανθούμε» λέει ο Bob Wilson, δάσκαλος και συνεργάτης του Θανάση Ακοκκαλίδη, χορευτή, ηθοποιού και εδώ σκηνοθέτη της παράστασης « Το κήτος».

Στην σκηνή του Bios δίνεται η αίσθηση ότι ο θεατής είναι στα σωθικά ενός κήτους, μιας φάλαινας. Η ομάδα « ΕΑΝ» επιχειρεί μια διασκευή του έργου της Ειρήνης Αναγνωστοπούλου «Το κήτος». Ο χαμηλός φωτισμός της Χριστίνας Θανάσουλα, η μυσταγωγική μουσική του Θοδωρή Οικονόμου, το σκηνικό με τους τρεις κόκκινους κρατήρες του Σωτήρη Μελανού, τα κοστούμια, τα βουτηγμένα στη λάσπη της Βασιλικής Σύρμα δίνουν την αίσθηση ενός άτοπου μέρους, διαστημικού και εξωγήινου και μόνο η ερμηνεία των ηθοποιών το επαναφέρει στην γήινη πραγματικότητα.

Η καταπληκτική φωνή και το κοντραμπάσο της Λυγερής Μητροπούλου βάζουν σταδιακά τον θεατή σε ένα δυστοτικό τοπίο με ένα κορίτσι αυθάδικο και θαρραλέο να διεκδικεί το δικαίωμά της στην επιβίωση. Αυτό το προσπαθεί με το να αναζητά απελπισμένα νερό. Λειψυδρία! Το ζωογόνο στοιχείο για τον άνθρωπο έχει εκλείψει και μαζί του όλα τα άλλα, που εξαρτώνται από αυτό. Ανυδρία συναισθηματική , αισθητηριακή, φτώχεια σε κάθε τομέα άσχετα αν πρόκειται για την φτώχεια των πλουσίων. Πρόκειται για μια ξηρασία ρεαλιστική, πολιτική, πολιτιστική και προσωπική.

Η ηρωίδα (Μαντώ Παπαρρηγοπούλου) έχει ξεβραστεί σε ένα λιμάνι χωρίς θάλασσα. Τρέφεται από τα πεταμένα κονσερβοκούτια και τα υπολείμματα μπύρας στα μπουκάλια. Έχει αναπτύξει αμυντικούς μηχανισμούς και αντιστάσεις που την έχουν μεταμορφώσει σε ένα αδιαπέραστο, παχύδερμο κήτος. Είναι φανερό ότι βρισκόμαστε στο σημείο μηδέν. Ένα μπεκετικό, συμπαντικό περιβάλλον χωρίς κάθαρση.

Πρόκειται για μια ποιητική περφόρμανς βασισμένη στο έργο της Ειρήνης Αναγνωστοπούλου « Το κήτος». Το κήτος που συναντάμε γύρω μας, αλλά και μέσα μας. Η απειλή απ’ έξω, αλλά και από μέσα. Ο ήχος, ο λόγος, το τραγούδι, η μουσική, οι πολύ επεμβατικές στην παράσταση σκιές των ηθοποιών μεγεθύνουν τις ιστορίες και δημιουργούν μιαν ατμόσφαιρα θρίλερ. Οι άνθρωποι ζουν χωρίς να ενδιαφέρονται αν ο διπλανός τους θα επιβιώσει. Ο άνθρωπος ικανοποιεί την επιθυμία του εις βάρος οποιουδήποτε έμβιου οργανισμού και πρωτίστως εις βάρος του περιβάλλοντος. Ακρωτηριάζουν γυναίκες και ζώα και μετά δημιουργούν ιστορίες, που προκαλούν είτε γέλια, είτε κλάματα. Λειτουργούν ανθρωποφαγικά.

Η ηρωίδα συναντά και άλλους ανθρώπους, που πλαισιώνουν το δικό της όραμα να βρει νερό. Σκέφτονται να λένε ιστορίες για να ξεχνά ο άνθρωπος την δίψα του. Να κάνουν τους ανθρώπους να κλαίνε για να ξεδιψούν με τα δάκρυά τους. Όλα είναι μια ιστορία, ένα όνειρο ίσως. «Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που κοιμούνται πάντα με ένα ποτήρι νερό δίπλα στο μαξιλάρι τους. Δεν ξέρω αν αυτοί οι άνθρωποι ξεδιψούν ή αν πνίγονται στα όνειρά τους.» 

Η κίνηση συντονισμένη και απόλυτα μελετημένη από τον Κωνσταντίνο Καρβουνιάρη και τον Θανάση Ακοκκαλίδη δημιουργούν ένα θέατρο συνόλου, δίνοντας την αίσθηση της διευρυμένης απειλής και του συνολικού βιώματος. Τρέχουν όλοι μαζί για να ξεχάσουν την κατάντια τους. Την έλλειψη νερού. Την έλλειψη ζωής. Η ηρωίδα τρέχει « για να ξεχάσει ότι διψάει. Δηλώνει ότι επιβιώνει χάριν φαντασίας». Για κάποιον που έχει παρακολουθήσει τον Θανάση Ακοκκαλίδη στην περφόρμανς συτή αναγνωρίσει όλα τα ίχνη των δασκάλων και συνεργατών του: του Robert Wilson, του Rimas Tuminas, του Μιχαήλ Μαρμαρινού, του Δημήτρη Παπαιωάννου , της Ζ. Νικολούδη. Κάθε μέλος του σώματος των πέντε ηθοποιών του, της Μαντώς Παπαρρηγοπούλου, του Κωνσταντίνου Καρβουνιάρη, του Τάσου Κορκού, της Λυγερής Μητροπούλου, και της Ειρήνης Αναγνωστοπούλου είναι ενεργό και εκφραστικό. Το παραμικρό άγγιγμα, το κάθε βλέμμα έχει τη δική του δυναμική. Μια περφόρμανς που δημιουργεί μια δυνατή ατμόσφαιρα, που συγκλονίζει κυριολεκτικά το θεατή.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ