Συνέντευξη με την Γεωργία Τσαγκαράκη για την παράσταση "Lemon"

Επιμέλεια συνέντευξης Κωνσταντίνος Πλατής

Τι σας συγκίνησε σε αυτή την ιστορία και το πρωτότυπο κείμενο του Alessandro Baricco;
Αυτό που με συνεπήρε ήταν η θύελλα από φωνές μέσα στο κεφάλι του Χιλιαεννιακόσια. Με συγκλόνισε η πολυφωνία, αυτός ο εσωτερικός διάλογος. Μαζί με την ατμόσφαιρα αυτής της μακρινής και άγνωστης σε εμάς εποχής, το 1900, σχηματίστηκε ένα μωσαϊκό στο μυαλό μου από μυρωδιές και αισθήσεις, ατμόπλοια και λιμάνια, τα πρώτα υπερατλαντικά ταξίδια, το ρίσκο του ξεριζωμού, η αγωνία του ταξιδιού, το άγνωστο που μας περιμένει στο πρόσωπο μιας χώρας–Σωτήρα. Και μέσα σε όλα αυτά, δύο άντρες-παιδιά που γίνονται φίλοι. Μια σχέση τόσο προσωπική που κολυμπάει σ’ έναν ατλαντικό από vintage εικόνες.

Ποιά θέματα συναντώνται στον πυρήνα της;
Πρόκειται για ένα υπαρξιακό παραμύθι. Το εσωτερικό ταξίδι ενός μοναχικού ήρωα. Η πράξη της εγκατάλειψης από τη μάνα που οδηγεί σ’ έναν επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας μέσα από άλλες φόρμες οικογένειας. Το πλήρωμα του Virginian γίνεται τώρα η οικογένεια του μικρού πιανίστα. Η φιλία με τον Τιμ Τούνυ δημιουργεί καινούργια ψυχικά στηρίγματα. Σήμερα, βλέπουμε αυτήν την ανάγκη δημιουργίας νέας μορφής οικογένειας πολύ έντονα. Μέσα από αυτήν την ανασύνθεση επιβεβαιώνεται η έννοια: αγάπη=οικογένεια.
Ένα άλλο θέμα που αναδύεται είναι το υπαρξιακό ερώτημα που κάποια στιγμή χτυπάει την πόρτα του καθένα από εμάς. Είμαι ευτυχισμένος εδώ που είμαι, με αυτά που κάνω, με τους ανθρώπους που συνυπάρχω; Ή μήπως οι άπειρες άλλες επιλογές θα με έκαναν πιο ολοκληρωμένο άνθρωπο; Τελικά τι είναι η ευτυχία;
Το βασικό όμως θέμα που αναγνωρίζω στο έργο του Baricco είναι η έννοια της σχέσης. Πόσο ικανοί είμαστε να αγαπάμε, να δεχόμαστε τον άλλο με ανιδιοτέλεια βοηθώντας τον μέσα από το καθρέφτισμα μας να δει τον εαυτό του. Να ακούσει και να συνειδητοποιήσει τις ιστορίες του, να αποκτήσει γνώση εαυτού και υπόσταση.

Πού εστίασε η σκηνοθετική σας ματιά;
Πρώτα έγινε η εργασία της διασκευής. Ένιωσα ότι η ιστορία αναδεικνύεται καλύτερα μέσα από τον διάλογο. Αφέθηκα να ακούσω τις φωνές και προσπάθησα να αναγνωρίσω τους ήρωες μέσα από την αφήγηση. Οι φράσεις που επιλέχθηκαν για τον κάθε έναν σκιαγράφησαν τους χαρακτήρες που έγιναν γλαφυροί και τρισδιάστατοι. Παράλληλα, επικρατεί μια ποιητική ατμόσφαιρα στο έργο, πράγμα που μας οδήγησε σε μια φόρμα, ανάμεσα στην ποίηση και το εδώ και τώρα. Μια κινησιολογία μετρημένη, στηριγμένη στην απόλυτη επικοινωνία των ηθοποιών με ποιητικές αποχρώσεις. Γεννήθηκαν τραγούδια και χορογραφίες, που ενσωματώθηκαν στη δράση. H live μουσική επί σκηνής είναι επίσης καθοριστική. Η αναπαράσταση έχει στοιχεία μιούζικαλ, story telling, καθαρά ρεαλιστικές σκηνές, μεταφυσικές στιγμές που ζωντανεύουν μέσα από το ευρηματικό ηχητικό τοπίου του Λευτέρη Δούρου. Το πέρασμα από κωμικές σε δραματικές περιοχές, ένα συναισθηματικό σκωτσέζικο ντους είναι επίσης χαρακτηριστικό της αισθητικής της παράστασης. Μιλάμε για μια φόρμα πρωτότυπη, που δημιουργήθηκε από και για τις ανάγκες του Lemon.

Τι συμβολίζει το πιάνο, που είναι το βασικό σκηνικό της παράστασης;
Το πιάνο είναι το σώμα του ήρωα. Είναι και η πατρίδα του. Είναι και η μητέρα του. Το καταφύγιο του. Ο χάρτης της ζωής του. Η επέκταση του εαυτού του. Σε στιγμές γίνεται το ίδιο το πλοίο που τον φιλοξενεί, η πρύμνη και η πλώρη του Virginian. Και τέλος το κρεβάτι του, ο τάφος του. Ο ευφυής σχεδιασμός της Νατάσας Τσιντικίδη και η άρτια κατασκευή του από το Θωμά Μαριά μας δίνουν την δυνατότητα να το χρησιμοποιούμε με όποιον τρόπο θέλουμε. Λειτουργεί λοιπόν και σαν σύμβολο και ως χρηστικό σκηνικό αντικείμενο.


Πείτε μας μία φράση από το έργο που σας έρχεται πρώτη στο μυαλό;

«Ένα πιάνο έχει 88 πλήκτρα. Δεν είναι ατελείωτα αυτά. Εσύ είσαι ατελείωτος και πάνω σε αυτά τα πλήκτρα είναι ατελείωτη και η μουσική που μπορείς να παίξεις. Αυτά είναι ογδόντα οκτώ. Εσύ είσαι ατελείωτος.»

Δύο άντρες πρωταγωνιστούν στο Lemon. Ο Μελαχρινός Βελέντζας υποδύεται το χαρισματικό πιανίστα Χιλιαεννιακόσια και ο Γιώργος Δρίβας τον τρομπετίστα Τιμ Τούνυ -μοναδικό φίλο του πρώτου. Πώς είναι η συνεργασία σας μαζί τους;
Νιώθω τυχερή που συνεργάζομαι μαζί τους, είναι άνθρωποι έξυπνοι και καλόψυχοι. Με υπομονή και σεβασμό. Εξαιρετικά ταλαντούχοι ηθοποιοί, με ευαισθησίες και βαθιά αγάπη για αυτό που κάνουν. Ο Μελαχρινός, που είναι και σπουδαίος μουσικός, ενσωμάτωσε τον Χιλιαεννιακόσια με απίστευτη λεπτότητα, πνευματικό πυρετό και δεξιοτεχνία, αναδεικνύοντας πλευρές του ήρωα που είναι αφανείς στην πρώτη ανάγνωση του έργου. Αντίστοιχα ο Γιώργος, ηθοποιός με απεριόριστες δυνατότητες μεταμόρφωσης, ανεπτυγμένο σκηνικό χιούμορ και βαθιές ευαισθησίες, έστησε έναν Τιμ Τούνυ ευαίσθητο, παρορμητικό, κυκλοθυμικό, ένα μεγάλο παιδί, δίνοντας έναν αέρα ιταλικού νεορεαλισμού στο χαρακτήρα. Η αλήθεια όμως είναι ότι δε θα μπορούσαμε να φτιάξουμε το Lemon, αν δε μας συνέδεαν κοινές αρχές και η αποδοχή μιας Ηθικής, που υπερβαίνει τα προσωπικά ταλέντα του καθένα και δημιουργεί συμβόλαια δημιουργικότητας και εμπιστοσύνης.

Είστε ηθοποιός και σκηνοθέτης. Τι θα διαλέγατε; Σκηνοθεσία ή υποκριτική;
Δε νιώθω την ανάγκη να διαλέξω έναν από τους δύο ρόλους. Άλλωστε έχω κι άλλους που με χαρακτηρίζουν, όπως εκπαιδεύτρια, δραματουργός, μητέρα. Αυτό που διαλέγω κάθε φορά είναι η Συνάντηση, η Επικοινωνία, η Διαθεσιμότητα. Η αναγνώριση της πραγματικής Ανάγκης να δημιουργήσουμε κάτι. Κάποιοι άνθρωποι, σε κάποιο σημείο του κόσμου, κάποια στιγμή.
Ο Ευριπίδης λέει σε ένα χορικό του στην Άλκηστη: «Εγώ με την Μούσα ψηλά σηκώθηκα, και μόλο που έμαθα πολλά, τίποτα δεν είδα από την Ανάγκη πιο μεγαλοδύναμο.» Με συγκινεί η έννοια της ανάγκης στην τέχνη.

Γιατί να δει κάποιος το Λέμον;
Για την ειλικρίνεια της δουλειάς. Την καλλιτεχνική διαθεσιμότητα. Την ωραία ιστορία. Και πάνω απ’ όλα, την ολοκληρωτική παρουσία των ηθοποιών στη διαδικασία της αναπαράστασης.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ