Κριτική για την παράσταση "ödipus / oιδίποδας"

Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

“‘Έστιν οὖν Τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ, χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι’ ἀπαγγελίας, δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρασιν”

Πρωτοβουλία της Καλλιτεχνικής Διευθύντριας του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου κ. Κατερίνας Ευαγγελάτου ήταν να δώσει την ευκαιρία και την πρόκληση σε νέους συγγραφείς να εμπνευστούν από τα έργα της αρχαίας τραγωδία και να δημιουργήσουν δικά τους έργα εντελώς καινούργια και πρωτότυπα, μια ανάθεση του Φεστιβάλ στο πλαίσιο της σειράς Contemporary Ancients, ώστε να κατατεθούν νέες δραματουργικές προτάσεις πάνω στην κληρονομιά των αρχαίων συγγραφέων. Ο θεσμός αυτός ενθάρρυνε με άλλα λόγια την νέα θεατρική δημιουργία για να δώσει μια ώθηση στον Πολιτισμό. Όπως σωστά έχει επισημανθεί και εκείνο το μεσημέρι της Πέμπτης 26 Αυγούστου 2021 στο Ξενία της Επιδαύρου στην συνέντευξη Τύπου για τους πολιτιστικούς συντάκτες από τον ίδιο τον γερμανό σκηνοθέτη Τόμας Οστερμάγερ, «ένας πολιτισμός υπάρχει και εξελίσσεται μόνο όταν παράγει δικά του νέα έργα. Το να κάνεις σύγχρονη τέχνη είναι σημείο ισχυρής κουλτούρας». Η στασιμότητα, θα πούμε και εμείς δημιουργεί έλη και αρρώστια, παρελθοντολαγνεία και θανάσιμη ακινησία.

Στην ανάθεση για νέο έργο από την Κατερίνα Ευαγγελάτου ο Τόμας Οστερμάγερ είπε ότι σκέφτηκε και άλλα έργα. Συγκεκριμένα είπε «Μου αρέσουν πολύ οι Βάκχες, ίσως περισσότερο από όλες τις τραγωδίες» και αναφέρθηκε στη σχετική παράσταση του Κλάους Μίχελ Γκρούμπε του 1972 που τον είχε συναρπάσει. «Σκεφτόμαστε αν μπορούμε να βρούμε έναν τρόπο να εισχωρήσουμε στο έργο αυτό και πώς. Συνδέεται πολύ με μια μητριαρχική κοινωνία χωρίς όρια. Υπάρχουν και άλλα πολύ ενδιαφέροντα έργα. Ίσως αυτό να είναι η αφετηρία για περισσότερα ελληνικά έργα στο μέλλον».

Όπως ο ίδιος ο σκηνοθέτης επεσήμανε ο μύθος του Οιδίποδα υπήρχε πριν ακόμα γράψει ο Σοφοκλής το έργο του. Υπάρχουν πολλές εκδοχές του μύθου και δεν υπάρχει η «ιερή εκδοχή», που δεν την αγγίζουμε. Στο έργο της Μάγια Τσάντε δεν υπάρχει ο θεός, η συγγραφέας και ο σκηνοθέτης πιστεύουν ότι ο άνθρωπος κάνει τις δικές του επιλογές και φέρει την ευθύνη του. Όλα δείχνουν να πηγαίνουν καλά και ξαφνικά γίνεται μια τρομερή ανατροπή. Αν δεν έχουμε την δυνατότητα να υποστηρίξουμε την αλήθεια, πως θα την ζήσουμε; Η διαχείριση της εξουσίας είναι διαφορετική από τους άντρες και από τις γυναίκες και αυτό πατουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Στο έργο αυτό η γυναίκα, η Κριστίνα, η Ιοκάστη του Σοφοκλή, επιβιώνει. Ίδιον της ελληνικής πατριαρχίας, η ύπαρξη μιας βασίλισσας και κάθε χρόνο ένας νέος βασιλιάς, μιας και ο προηγούμενος σκοτωνόταν. Είναι φυσικό για τη γυναίκα μετά από λίγο να βρίσκει ένα καινούργιο άντρα. Στο έργο δεν υπάρχει σύνδεση με τον Φρόυντ. Αφορά στην δυνατότητα που έχουμε όλοι να ξεχνάμε την αλήθεια. Αν αναλογιστούμε τις ευθύνες για το γεγονός ότι υπάρχουν πολύ πλούσιοι και πολύ φτωχοί, πρόσφυγες, απόκληροι του κόσμου ετούτου, όλα ίσως να ήταν διαφορετικά. Αντιθέτως όμως επιλέγουμε να το ξεχνάμε και ζούμε, αλλιώς θα καταρρέαμε όπως ο Οιδίποδας.

Η προσέγγισή του επικεντρώνεται στο γεγονός ότι η καταστροφή ξεκινά από μέσα από τον ίδιο τον άνθρωπο. Όταν δείχνει κάποιος έναν ένοχο τα άλλα δάκτυλα του χεριού δείχνουν αυτόν που δείχνει. Ο Οιδίποδας δεν μπορεί να βρει ποιος σκότωσε τον Λάιο, ούτε να το συνδέσει με το γεγονός ότι εκείνος σκότωσε κάποιον, το ίδιο και ο Μίχαελ, δεν μπορεί ή δεν θέλει να συνδέσει το ατύχημα που προκάλεσε με τον θάνατο του Βόλφγκανγκ. Το αγνοεί άθελά του ή θέλει να αγνοεί.

Στο χώρο της Επιδαύρου, στην ορχήστρα έχει στηθεί ένα σκηνικό ενός σπιτιού για να περιοριστεί ο σκηνικός χώρος και να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες του έργου.

Μετά το φόρο τιμής του απευθύναμε στον Μίκη Θεοδωράκη, όπως πάντα σε όλες τις εκδηλώσεις του φεστιβάλ μετά την μεγάλη αυτή απώλεια, παρουσιάστηκε το έργο της Maja Zade για την παράσταση της Schaubühne.

Η Maja Zade εμπνεύστηκε από τον Οιδίποδα του Σοφοκλή για το δικό της σύγχρονο και πρωτοεμφανιζόμενο στην σκηνή έργο, όμως δεν κατόρθωσε να έχει το κατάλληλο μέγεθος για τον χώρο που φιλοξενήθηκε και δεν ενέπνευσε τον φόβο και το έλεος που αναμέναμε.

Μια οικογένεια γερμανών κάνουν διακοπές στην Ελλάδα, κάτι που δυστυχώς δεν προέκυψε ξεκάθαρα από την παράσταση. Η ρεαλιστική απόδοση με προβολή του αυτοκινήτου που πλησιάζει, μια προβολή που δεν είναι και τόσο θεατρική, καθώς απλοποιεί την σκέψη, αποδυναμώνει τον λόγο και παραδίδει έτοιμη εικόνα από καμένη και άρρωστη γη, παραπέμποντας στον λοιμό και την πανδημία, την αρρώστια και το θάνατο που σκόρπιζε η Σφίγγα στη Θήβα και από την οποία την έσωσε ο Οιδίποδας. Η διαδρομή του Ρόμπερτ, μέσα στη φύση, καθώς πηγαίνει να συναντήσει την αδελφή του Κριστίνα. Ο εκνευρισμός του και η συμπεριφορά του παραπέμπει στον Κρέοντα. Με το που έρχεται ρωτά που είναι ο Μίχαελ και ενημερώνεται ότι κάνει τζόκινγκ, κάτι που μας δείχνει έπειτα το βίντεο. Η Κριστίνα τον ρωτά αν θέλει smoothie, ενώ εκείνος βρίσκει την ευκαιρία να της πει ότι το πρωινό φως τονίζει τις ρυτίδες της. Οι άξονες της πλοκής είναι ένας νέος που αθλείται, μια έγκυος γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας, ένας εξοργισμένος αδελφός και ένα οικολογικό ατύχημα.

Ο Ρόμπερτ είναι ειρωνικός, αμέσως πετά την αιχμή του για την ηλικία της αδελφής του και την ανεμελιά του νεαρού συντρόφου της που γυμνάζεται φροντίζοντας το κορμί του. Είναι σύνηθες το φαινόμενο των νέων ανδρών που επιλέγουν μια μεγαλύτερη σύζυγο ή σύντροφο, κάτι σαν υποκατάστατο μητέρας, ή κηδεμόνα που τους φροντίζει ποικιλοτρόπως. Ο Ρόμπερτ ειρωνεύεται τον Μίχαελ, τον αποκαλεί « Φωτεινό Παντογνώστη» που θέλει να ερευνήσει ένα ατύχημα που αφορά την ανατροπή ενός φορτηγού της εταιρίας της συντρόφου του, της Κριστίνας, φορτηγό που μετέφερε μπιτόνια με περιεχόμενο υλικό, που καταστρέφει τη φύση και απειλεί την υγεία κάθε ζωντανού οργανισμού. Μπροστά στην Κριστίνα τον υποτιμά αλλά από την άλλη αναγνωρίζει το δικαίωμά της «να πηδιέται» με έναν τέτοιον άντρα.

Η Κριστίνα είναι έγκυος και πρόκειται να παντρευτεί με τον Μίχαελ, που αν και νέος είναι παλαιών αρχών και όπως πολλοί νέοι αποδέχεται ή κιόλας αποζητά τον γάμο για επικύρωση της σχέσης τους. Αυτή η ανασφάλεια αφορούσε κάποτε σε άλλον αιώνα τις γυναίκες. Ο Ρόμπερτ της λέει ότι και αυτός πήδαγε γυναίκες, δεν τις «γκάστρωνε» κιόλας. Ξαφνικά ο ήρωας καυχιέται ότι είναι κάτι που ονομάζουμε περιπαικτικά «γύπας» και έρχεται σε αντίστιξη με το νέο άνδρα, που ερωτεύεται την μεγαλύτερή του και πλούσια γυναίκα και επιθυμεί αποκατάσταση. Από την άλλη η Κριστίνα του καταλογίζει ότι και αυτός συναντιέται με τους φίλους του, που κάνουν μαζί σπορ και μιλούν, «κοκορεύονται» για τις επιδόσεις τους στο σεξ. Οπωσδήποτε δεν είναι συζητήσεις αυτές για διακοπές και αποκαλύπτουν ένα παθογενές περιβάλλον.

Η Κριστίνα συνηθισμένη σε μια άλλη, πολυτελή ζωή με όλες τις συμβάσεις και τις υποχωρήσεις, όταν γνώρισε τον Μιχαέλ, ένιωσε απελευθερωμένη και εντελώς οικεία μαζί του. Εκείνος άνετος, έρχεται από το τρέξιμο, βγάζει την μπλούζα του, είναι ευθύς και άνετος. Στήνεται ένα σύγχρονο αστικό δράμα, θέμα επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς. Αποκαλύπτεται μια ένδεια για οποιαδήποτε εμβάθυνση και σοβαρό προβληματισμό.

Καθώς συζητούν αναφέρεται ένα παιδί που έχει δώσει για υιοθεσία η Κριστίνα. Η ερμηνεία των ηθοποιών είναι εκπληκτική παρόλη το ρηχό επιφανειακό λούστρο του λόγου. Εξαιρετική και η χρήση της κάμερας που μεταφέρουν συντελεστές του θεάτρου για να φέρουν κοντά την έκφραση των ηθοποιών και να αναδείξουν τις τεχνικές τους ικανότητες. Θυμίζει η τεχνική παραστάσεις του Théâtre du Soleil της Arianne Mnouskine με τα κυλιόμενα, πολυμορφικά δάπεδα και τις κάμερες.

Με τη χρήση της κάμερας ο Οστερμάγερ προσπαθεί να φέρει κοντά τον ηθοποιό στον θεατή σε αυτόν τον χώρο της Επιδαύρου, που καλεί μια άλλη υποκριτική τεχνική και ένα ειδικό μέγεθος. Το κατορθώνει αρκετά αποτελεσματικά με έναν μοντέρνο τρόπο ώστε να μπορούμε να διαπιστώσουμε την δεινότητα των ηθοποιών. Βέβαια το κείμενο δεν βοηθά στο φόβο και το έλεος που απαιτείται για την τραγωδία, ούτε καν για ένα κείμενο εμπνευσμένο από τον μύθο του Οιδίποδα.

Είναι απαραίτητο ο θεατής να «καθαίρεται» από το άγχος και τις έντονες ψυχολογικές μεταπτώσεις που τον κατακλύζουν, παρακολουθώντας την εξέλιξη του δράματος. Γι’ αυτό ο ήρωας θα πρέπει να διδαχθεί με μεγάλη προσοχή. Ο τραγικός ήρωας δεν είναι κακός και ανέντιμος, ώστε ο θεατής να θεωρεί αναπόφευκτη την τιμωρία του και να μην συμπάσχει. Είναι ένα πρόσωπο που πάσχει, αλλά δεν είναι και εξαίρετος γιατί ο θεατής σε αυτή την περίπτωση θα οργιζόταν με τους θεούς, αφού ο ήρωας δεινοπαθεί χωρίς να φταίει. Εδώ στο σύγχρονο αυτό έργο και στον σύγχρονο άνθρωπο γενικά δεν υπάρχει ο φόβος του θεού, έτσι εκ των πραγμάτων όλο το έργο θα ήταν διαφορετικό. Το γεγονός αυτό όμως δεν το κάνει και ένα αστικό Βωντβίλ. Ο ήρωας, πρέπει να είναι σαν τον «Οιδίποδα», ο οποίος είναι ένας άνθρωπος με πολλές διακυμάνσεις στον χαρακτήρα του, είναι καλός, δίκαιος, θρασύς, καχύποπτος, ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Αυτός ο χαρακτήρας δυστυχώς δεν προέκυψε από το κείμενο.

Προβάλλονται δυο διαφορετικοί τύποι εργαζομένων, αυτό του Ρόμπερτ, το ανώτερο στέλεχος με τη διαπλοκή και τις αποστάσεις και το άλλο του Μίχαελ με τη διαφάνεια, τα συνεργατικά παιχνίδια την ισοτιμία και θεωρεί ότι η « εταιρεία θα πρέπει να αναμετρηθεί με το φασιστικό παρελθόν της». Ο Ρόμπερτ τον αντικρούει και τον καθυβρίζει λέγοντας ότι «τις καλύτερες συμβουλές της δίνει όποιος πλαγιάζει με την αφεντικίνα του.» Οι δυο τους έχουν μιαν αναίτια λεκτική αντιπαλότητα.

Μαλώνουν και ο Ρόμπερτ αποχωρεί απειλώντας και λέγοντας ότι σύντομα θα τους κοπεί το γέλιο. Ο Μίχαελ καθησυχάζει την Χριστίνα γιατί αυτή έχει την εξουσία και δεν διψά γι’αυτήν, ενώ ο Ρόμπερτ καθώς φαίνεται έχει ένα κενό εξουσίας. Εδώ κινδυνεύει να γίνει σαπουνόπερα.

Ο Μίχαελ μαθαίνει ότι πέθανε ο πατέρας του και νιώθει τύψεις που δεν ήταν κοντά του. Βρίσκει την ευκαιρία να πει ότι ήταν ορφανός και υιοθετημένος και δεν ήταν αυτοί οι πραγματικοί του γονείς. Τους νιώθει ωστόσο σαν πραγματικούς γονείς του.

Μιλούν για το ατύχημα και την καταστροφή που έχει προκαλέσει το υλικό των μπιτονιών που έπεσαν και αυτό διαχύθηκε στη φύση. Παιδιά έχουν αναπνευστικά προβλήματα και πολλές ασθένειες και φοβούνται για το μερίδιο της ευθύνης που έχουν. « Καταστρέψαμε τη φύση και το νερό αρρωσταίνει τους ανθρώπους, Ο Ρόμπερτ για να ξεφύγουν τους προτείνει να αγοράσουν την περιοχή, όπου ανατράπηκε το φορτηγό και προκάλεσε οικολογική καταστροφή, για να «κουκουλώσουν» την καταστροφή.

Το φορτηγό το οδηγούσε ο Βόλφγκανγκ, το αφεντικό της εταιρίας και σύζυγος της Κριστίνας. Η συμπεριφορά του γενικά ήταν απάνθρωπη απέναντι στην Κριστίνα. Θεωρεί ότι εκείνη ήταν υπαίτια του ατυχήματος γιατί στον εκνευρισμό της προκάλεσε τον άντρα της και αυτός για να της αποδείξει ότι μπορούσε να οδηγήσει το φορτηγό της εταιρίας το επιχείρησε και προσκάλεσε ατύχημα, ενώ σκοτώθηκε κιόλας. Όταν δε πέθανε ο δυνάστης σύζυγός της, η Κριστίνα ένιωσε ανακούφιση, γιατί δεν θα χρειαζόταν να τον χωρίσει, να πάρει διαζύγιο, κάτι που δεν τολμούσε μάλλον να κάνει πιο πριν.

« Δεν υπάρχει ομορφιά χωρίς ασχήμια», δεν θα μπορούσε δηλαδή να έχει όλα όσα ήθελε και της προσέφερε εκείνος αν και εκείνη δεν ανεχόταν τους κακούς του τρόπους.

Νιώθει άσχημα και ρωτά τον Μίχαελ αν την βρίσκει τρισάθλια, για να της απαντήσει ότι την θεωρεί τον πιο υπέροχο άνθρωπο. Τον πιο υπέροχο, συμβιβασμένο άνθρωπο , που επιτέλους ένιωσε ότι μπορεί να ξανακερδίσει τη ζωή που έχει χάσει αφού πρώτα έχει απαλλαγεί από ένα παιδί με τον Βόλφγκανγκ που έδωσε για υιοθεσία και αφού από τύχη, ή αλαζονεία του σκοτώθηκε εκείνος, ο κακός και μεγαλύτερος, επιχειρηματίας σύζυγός της, «το πλαδαρό γεροντάκι».

Εδώ μπαίνει το θέμα της λήθης και της συνειδητοποίησης της ευθύνης. Η Τερέζα, φίλη της Κριστίνας, στην οποία είχε εμπιστευτεί το παιδί της παίζει το ρόλο του Τειρεσία, και των δούλων και αυτή δίνει το τελευταίο στοιχείο απόδειξη της μητρότητας του Μίχαελ.

Με το ένα και το άλλο ο Μίχαελ συνειδητοποιεί ότι το αυτοκίνητο με το οποίο ήρθε σε σύγκρουση ήταν αυτό του Βόλφγκανγκ , που είχε τα νεύρα του και του έκλεισε το δρόμο. Σε αντίποινα ο Μίχαελ, το λαϊκό παιδί, αποφάσισε να του δώσει ένα καλό μάθημα. Τον παραφύλαξε και βγήκε μπροστά του απότομα στο δρόμο με αποτέλεσμα να τον βγάλει εκτός πορείας. Τον σκότωσε, « γκάστρωσε» και παντρεύτηκε τη χήρα του. Χιουμοριστική παρέμβαση του Ρόμπερτ αλαφραίνει το ήδη επίπεδο κείμενο σχολιάζοντας τον επικείμενο γάμο « όχι ακόμα, τον άλλο μήνα».

Ο συνδετικός κρίκος ανάμεσά στο ζευγάρι ήταν το ατύχημα.

Με ωραίο τρόπο ο Οστερμάιερ δίδαξε τις στάσεις σώματος των ηθοποιών ώστε να καταλαμβάνουν όλη τη σκηνή, καθώς ένα από τα πιο ουσιαστικά θέματα που έπρεπε να επιλύσει ήταν πως ένα έργο δωματίου θα μπορούσε να παρουσιαστεί στον επιβλητικό αυτόν χώρο της Επιδαύρου, που έχει άλλες ανάγκες και απαιτήσεις.

Ο Μίχαελ είναι σε σοκ. Η δυνατή μουσική προμηνύει καταστροφή. Όλα κινούνται πέριξ της τροφής. Ο Ρόμπερτ στήνει το μπάρμπεκιου, ενώ ο Μίχαελ καταλαβαίνει ότι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσά τους είναι ο θάνατος. Στο σημείο αυτό της διαβαθμισμένης έντασης η στάση των σωμάτων, η έκτασή τους είναι τέτοια που δείχνουν μια προετοιμασία επίθεσης και μια αγωνία να καταληφθεί η σκηνή από τα σώματα των ηθοποιών, να υπάρξει το απαιτούμενο τραγικό μέγεθος. Ο Ρόμπερτ και ο Μίχαελ ανταλλάσσουν προσβλητικά λόγια και ο Μίχαελ αποχωρεί ενώ περνά μέσα από μια τζαμαρία την οποία υπαινίσσεται κινησιολογικά, μάλλον αλαφραίνοντας το κλίμα ή ως ένδειξη της ταραχής του.

Η σύγχυσή του είναι τεράστια και συνειδητοποιεί ότι αυτή η γυναίκα έχει το παιδί του στην κοιλιά της, ενώ έχει παρατήσει ένα παιδί που έκανε με τον γέρο πλούσιο σατράπη σύζυγό της.

Οδηγείται η σκέψη του προς το ενδεχόμενο να είναι αυτός το εγκαταλελειμμένο παιδί, αυτό που απαρνήθηκε εκείνη λόγω του απαίσιου και μέθυσου πατέρα του και μετά από την επίμονη επανάληψη του ερωτήματος ποιος είναι αυτός και ποια αυτή, ξεσπά σε μια οργή που καταστρέφει τα πάντα. Επιχειρεί να τη σκοτώσει να την πνίξει , την αποκαλεί παλιοβρόμα, πιάνεται στα χέρια με τον Ρόμπερτ, ρίχνει το μπάρμπεκιου, κυλιούνται στο χώμα και κλείνεται στο δωμάτιό του. Η σκηνή βίας συγκλονιστική, κινησιολογικά, απλά δεν βασίζεται σε κειμενικό θεμέλιο. Παραπέμπει ωστόσο, όπως και ο Οστερμάγερ μας είχε αναφέρει στην Επίδαυρο, στο συμβάν του Bataclan στο Παρίσι, που τον είχε όπως και όλους συγκλονίσει και βέβαια παρουσιάζει την ανατροπή που προκύπτει μέσα από την ίδια την κοινωνία, μιας και οι τρομοκράτες στο Bataclan, ήταν γάλλοι πολίτες αγανακτισμένοι και κακοποιημένοι “The problem comes from inside”. Η αποικιοκρατία γέννησε την τρομοκρατία. Αφού περάσει ώρα και δεν ακούν τίποτα ανοίγουν την πόρτα του δωματίου του Μίχαελ και διαπιστώνουν ότι αυτός το έχει σκάσει από το παράθυρο. Μια σκιά διαπερνά την ορχήστρα και αμέσως μετά ο Μίχαελ είναι ανεβασμένος στην οροφή του οικήματος, απ’ όπου πέφτει στο κενό, ενώ καλούν το ασθενοφόρο που έρχεται από το δάσος της Επιδαύρου με ήχο και οι τραυματιοφορείς σπεύδουν προς το χώρο της αυτοκτονίας. Η υπερανάλυση και η ρεαλιστική απόδοση αφαιρούν από το έργο και από την πρόσληψή του από το κοινό.

Μια ενδιαφέρουσα σκηνοθεσία του Τόμας Οστερμάγερ, απίστευτες ερμηνείες των Caroline Peters (Κριστίνα)ChristianTschirner (Ρόμπερτ),RenatoSchuch (Μίχαελ), Isabelle Redfern (Τερέζα) πάνω όμως σε κείμενο της Μάγιας Τσάντε,που μάλλον δείχνει μια γενικότερη ένδεια των τελευταίων χρόνων, σίγουρα κιόλας αποτέλεσμα της γενικότερης οικονομικής κρίσης και της επιδείνωσης, που επήλθε με την πανδημία του κορονοϊού.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ