Περιγραφή
Με εμάς ή με τους άλλους; Μια site-specific παράσταση για τα διλήμματα που διαχωρίζουν και φανατίζουν τους Νεοέλληνες σε όλες τις φάσεις της ιστορίας τους. Μια ασυνήθιστη περφόρμανς με στοιχεία από θέατρο και χορό, που εκτυλίσσεται μέσα και έξω από το Κτίριο Τσίλλερ του Εθνικού Θεάτρου.
Περισσότερα
Μπορούμε άραγε να μάθουμε κάτι από την Ιστορία; Ακόμα κι αν κατανοήσουμε πώς είναι κατασκευασμένη, ακόμα κι αν καταφέρουμε να καταλάβουμε τι πραγματικά συνέβη, μπορούμε να αντλήσουμε από αυτήν κάτι χρήσιμο για τη ζωή μας ή είμαστε καταδικασμένοι, ως λαός και ως άνθρωποι, να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη; Γιατί φανατιζόμαστε σε κάθε διαφωνία; Γιατί ο διχασμός είναι παρών σε όλες τις φάσεις της ιστορίας μας;
Με το βλέμμα του σημερινού καλλιτέχνη, που προσπαθεί να καταλάβει τον μηχανισμό της εμμονικής επιστροφής των Ελλήνων στον διχασμό, η Μέντη Μέγα μάς ταξιδεύει στην Αθήνα των αρχών του 20ού αιώνα, όπου εν μέσω αντιπαραθέσεων μεταξύ φανατισμένων Ελλήνων συναντάμε μια Αμερικανίδα, την Ισιδώρα Ντάνκαν. Η Ντάνκαν, μια παθιασμένη γυναίκα και πρωτοπόρος του μοντέρνου χορού, σε δύο στιγμές της ζωής της βρέθηκε στο επίκεντρο ιστορικών γεγονότων που σημάδεψαν την ελληνική ιστορία, με φανατικές συγκρούσεις στις οποίες χάθηκαν ανθρώπινες ζωές: στη γλωσσική διαμάχη του 1903, γνωστή ως τα «Ορεστειακά», και στον Εθνικό Διχασμό του 1915. Τι σήμανε η παρουσία της για την Αθήνα της εποχής; Τι έχει μείνει και τι έχει αλλάξει από τότε; Ένα βλέμμα στην ιστορία, στο παρελθόν και στο παρόν. Μια παραστασιακή εμπειρία, μια ασυνήθιστη περιπέτεια, που ξεκινά σαν θέατρο-ντοκουμέντο, εξελίσσεται σε site-specific εγκατάσταση και καταλήγει σε συμμετοχική περφόρμανς.
Η Στέγη συνεργάζεται για το Trapped με το Εθνικό Θέατρο και ταξιδεύει στο Κτίριο Τσίλλερ, το κτίριο που πρωταγωνιστεί στα ιστορικά γεγονότα των Ορεστειακών, στα οποία αναφέρεται η παράσταση.
Συντελεστές
Σύλληψη & Έρευνα: Μέντη Μέγα
Χορογραφία & Σκηνοθεσία: Μέντη Μέγα, σε συνεργασία με τους ερμηνευτές
Ερμηνευτές: Κέιτ Άνταμς, Αντώνης Αντωνόπουλος, Γιώργος Βαλαής, Ζωή Δημητρίου, Μέντη Μέγα, Αλεξία Μπεζίκη, Κατερίνα Μπέλα, Περικλής Σκορδίλης
Δραματουργία: Κέιτ Άνταμς
Μουσική σύνθεση: Χρύσανθος Χριστοδούλου
Σκηνογραφία: Μάρω Μιχαλακάκου
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Ενδυματολογική Επιμέλεια: Βασιλεία Ροζάνα, Λάζαρος Τζοβάρας
Κοστούμια: Βασιλεία Ροζάνα
Βοηθός χορογράφου: Βάσω Γιαννακοπούλου
Συμπληρωματική ιστορική έρευνα: Χριστιάνα Γαλανοπούλου
Επιμέλεια-κατασκευή μέρους των κοστουμιών: Δήμητρα Καπνόριζα, Άννα Κυπραίου (μαθήτριες της σχολής AVIOTI FASHION ED)
Υπεύθυνος Παραγωγής: Κωνσταντίνος Σακκάς
Συντονισμός Παραγωγής: Μαρία Βασαριώτου
Εκτέλεση Παραγωγής: Ιωάννα Βενετάκη
Οργάνωση Παραγωγής: Delta Pi
Ανάθεση & Παραγωγή: Onassis Culture/FFF
Συμπαραγωγή: Εθνικό Θέατρο
Με την υποστήριξη του Κέντρου Έρευνας του Χορού «Ισιδώρας και Ραϋμόνδου Ντάνκαν»
Ευχαριστoύμε: τον Στάθη Λιβαθινό, την Πηνελόπη Ηλιάσκου και το ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ-Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης.
Ευχαριστoύμε: τον Στάθη Λιβαθινό, τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, την Πηνελόπη Ηλιάσκου, τον Λεωνίδα Χαλεπά και τη Σχολή Καλών Τεχνών Πύργου της Τήνου, το ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ-Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, την Αναστασία Γαυγιωτάκη-Avioti, Διευθύντρια Σπουδών της Σχολής Μόδας Avioti Fashion ED και του τμήματος Bespoke & Haute Couture.
Διαβάστε περισσότερα
Το Ίδρυμα Ωνάση υποστηρίζει σε βάθος χρόνου το Εθνικό Θέατρο. Πιο πρόσφατα, υπήρξε μέγας χορηγός για την πραγματοποίηση των παραστάσεων της καλλιτεχνικής περιόδου 2015-16, χορηγός εκπαιδευτικού προγράμματος της Ανωτέρας Δραματικής Σχολής του το 2017 (μετάκληση αναγνωρισμένων καθηγητών και εκπαιδευτών από Ακαδημίες και Πανεπιστήμια του εξωτερικού), ενώ για το 2018 το Ίδρυμα Ωνάση χορηγεί την εσωτερική ανακατασκευή του ισογείου του κτιρίου ΡΕΞ, στο οποίο θα μεταστεγαστεί μόνιμα η Παιδική και Εφηβική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
Τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στην Αθήνα, από τις 6 μέχρι τις 9 Νοεμβρίου του 1903, με αφορμή τη διαμάχη δημοτικιστών και «καθαρολόγων» για τη μετάφραση ή όχι των αρχαίων τραγωδιών, έμειναν γνωστά ως «Ορεστειακά». Η μετάφραση της Ορέστειας του Αισχύλου από τον Γεώργιο Σωτηριάδη είχε μόλις ανέβει στο Βασιλικό (σημερινό Εθνικό) Θέατρο. Ενοχλημένος, ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής, Γεώργιος Μιστριώτης, ξεσήκωσε τους φοιτητές του να κατεβούν σε διαδηλώσεις και να διοργανώσουν συλλαλητήρια, απαιτώντας από την κυβέρνηση του Δημήτριου Ράλλη νόμο που να υποχρεώνει τους σκηνοθέτες να ανεβάζουν τις τραγωδίες στην πρωτότυπη γλώσσα. Το αίτημα δεν έγινε δεκτό και ακολούθησαν συμπλοκές των φοιτητών με τον στρατό. Πυροβολισμοί για εκφοβισμό είχαν ως αποτέλεσμα τη δολοφονία κατ’ άλλους ενός, κατ’ άλλους δύο πολιτών, καθώς και τον τραυματισμό επτά άλλων. Το 1901 είχαν προηγηθεί και πάλι βίαιες ταραχές, γνωστές ως «Ευαγγελικά», με αφορμή απόπειρα μετάφρασης των Ευαγγελίων στη δημοτική.
Με τον όρο «Εθνικός Διχασμός» αναφέρονται τα γεγονότα που έλαβαν χώρα την περίοδο 1914-1917, με επίκεντρο τη διένεξη μεταξύ του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου και του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ αναφορικά με τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την επιλογή των συμμάχων της. Στο πλαίσιο μιας διαρκώς μεταβαλλόμενης κατάστασης στα Βαλκάνια, μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, αλλά και λόγω των στενών σχέσεων του Παλατιού με τον Γερμανό αυτοκράτορα (Κάιζερ), ο Κωνσταντίνος επιθυμούσε την ουδετερότητα, ενώ αντίθετα ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε σαφώς ταχθεί στο πλευρό της Αντάντ. Μια σειρά υποσχέσεων από τις αντιμαχόμενες ξένες δυνάμεις, αλλά και πολιτικών αποφάσεων, διεκδικήσεων, εκλογικών αναμετρήσεων και αιφνιδιαστικών κινήσεων, τόσο από τον Κωνσταντίνο όσο και από τον Βενιζέλο, είχαν ως αποτέλεσμα να διχαστούν οι Έλληνες σε δύο παρατάξεις, των φιλοβασιλικών και των βενιζελικών. Η διένεξη αυτή κατέληξε σε ξένες παρεμβάσεις και εμφύλια διαμάχη, που είχε ολέθρια αποτελέσματα για τη χώρα. Η Ισιδώρα Ντάνκαν επισκέφθηκε για δεύτερη φορά την Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1915, την περίοδο που η Γερμανία πρότεινε στην Ελλάδα ντε φάκτο ουδετερότητα με ανταλλάγματα. Η Ντάνκαν υποστήριξε ένθερμα τον προσωπικό της φίλο, Ελευθέριο Βενιζέλο, πιστεύοντας ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να ταχθεί στο πλευρό της Αντάντ.
Η Ισιδώρα Ντάνκαν γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ το 1877. Πολύ νέα απέρριψε τον φορμαλισμό του κλασικού χορού και, εμπνευσμένη από την αρχαία ελληνική τέχνη, οραματίστηκε τον νέο χορό που δεν θα παραμόρφωνε το ανθρώπινο σώμα, που θα ήταν φυσικός και αυθόρμητος, που θα αντανακλούσε το παρόν, που θα έδινε μια νέα θέση στη γυναίκα. Όχι τυχαία, λοιπόν, θεωρείται πρωτοπόρος του μοντέρνου χορού. Οι ιδέες της βρήκαν πρόσφορο έδαφος στην Ευρώπη, όπου ταξίδεψε με τη μητέρα και τα αδέλφια της και τελικά παρέμεινε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της. Εκτός από τις εμφανίσεις της, που γίνονταν αντικείμενο θαυμασμού, αλλά και προκαλούσαν σκάνδαλα (λόγω της χρήσης χιτώνων που αποκάλυπταν το σώμα της), εμπνεύστηκε ένα νέο σύστημα εκπαίδευσης στον χορό και ίδρυσε σχολές.
Το 1903, η Ντάνκαν επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα, οικογενειακώς. Λάτρεψε τη χώρα και τη μυητική ατμόσφαιρα του αττικού τοπίου και, μαζί με τον αδελφό της Ραϋμόνδο, έχτισαν ένα σπίτι στον λόφο του Κοπανά, στον σημερινό Βύρωνα (το οποίο στεγάζει πλέον το «Κέντρο Μελέτης Χορού Ισιδώρας και Ραϋμόνδου Ντάνκαν»). Τότε, βρέθηκε τυχαία στο επίκεντρο των «Ορεστειακών». Κατόπιν, εξασφάλισε το Βασιλικό Θέατρο για μια παράσταση που μάγεψε τα πλήθη, σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής. Λίγο αργότερα, συνέχισε τα ταξίδια της στην Ευρώπη και ξαναγύρισε στην Ελλάδα το 1915, λίγο μετά την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και λίγο πριν την ένταξη της χώρας μας στην Αντάντ, όπου βρέθηκε και πάλι στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής της Αθήνας. Επέστρεψε για τελευταία φορά το 1920. Έζησε μια ζωή παθιασμένη και ελεύθερη, που σημαδεύτηκε από τραγικά γεγονότα, ενώ πέθανε με εξίσου τραγικό τρόπο στην Κυανή Ακτή της Γαλλίας, τον Σεπτέμβριο του 1927.
Η Μέντη Μέγα γεννήθηκε στην Αγγλία το 1978. Αποφοίτησε από την Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης το 1998 και συνέχισε για μεταπτυχιακές σπουδές στη Σχολή Σύγχρονου Χορού του Λονδίνου (London Contemporary Dance School) και στο Πανεπιστήμιο του Κεντ. Εργάζεται ως χορογράφος, διδάσκει χορό και ιστορία χορού, παραδίδει εργαστήρια, γράφει άρθρα και κάνει ομιλίες γύρω από τον χορό και την περφόρμανς. Συνεργάζεται με καλλιτέχνες από διάφορα πεδία και τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται στο πεδίο της προσβασιμότητας του χορού για ανθρώπους με αναπηρία. Μεγάλο μέρος της πρόσφατης δουλειάς της περιστρέφεται γύρω από θέματα ταυτότητας και νεότερης ελληνικής ιστορίας, με κεντρικό άξονα το σώμα ως σημείο τομής του προσωπικού και του συλλογικού βιώματος. Έχει πραγματοποιήσει τις παραγωγές: Ποιητικό Άσυλο (Φεστιβάλ Αθηνών, 2008), Το Μαντρόσκυλο: Μια αλληγορία για τα Media (Αθήνα και Θεσσαλονίκη, 2010), Μεταπολίτευση (Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, 2012), Sweet Abyss (Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, 2014), Transforming Me: Ένα δίγλωσσο σόλο (MIRfestival 2014, 5η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, 21ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, Danae Festival Μιλάνο 2015), Τρίπλες και Τριπλέτες (παράσταση για εφήβους στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, 2017-18).
Το Κτίριο Τσίλλερ του Εθνικού Θεάτρου χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, για να στεγάσει το Βασιλικό Θέατρο. Αρχιτέκτονας ήταν ο Ερνστ Τσίλλερ, ένας από τους πιο εξέχοντες και επιδραστικούς αρχιτέκτονες του Νεοκλασικισμού (ο ίδιος ολοκλήρωσε την Ακαδημία Αθηνών και σχεδίασε επίσης την οικία Σλήμαν, καθώς και πολλά άλλα γνωστά νεοκλασικά κτίρια). Η αίθουσα της Κεντρικής Σκηνής, χωρίς να είναι υπέρμετρα πολυτελής, αντανακλά την εκλεπτυσμένη αισθητική του Τσίλλερ. Το κτίριο εγκαινιάστηκε το 1901, δηλαδή μόλις δύο χρόνια πριν από τα «Ορεστειακά», κατά τη διάρκεια των οποίων κινδύνεψε να καεί. Λόγω χρεοκοπίας, έκλεισε το 1908. Παρέμεινε κλειστό για πολλά χρόνια και άνοιξε μόνο το 1922, για να φιλοξενήσει πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία – κατόπιν έκλεισε πάλι. Ανακαινίστηκε το 1932 και ξανάνοιξε πλέον ως Εθνικό Θέατρο.
Onassis Fast Forward Festival 5 - Athens
Η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση έχει στον πυρήνα της ύπαρξής της την Αθήνα. Από τις 2 έως τις 16 Μαΐου μας καλεί να ανακαλύψουμε το 5ο Onassis Fast Forward Festival Athens. Από το Μουσείο της Ακρόπολης έως το Εθνικό Θέατρο, από τη Διπλάρειο Σχολή έως την Ίριδα, από το Αναγνωστήριο του Βαλλιάνειου κτιρίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος έως μια παλιά κατοικία στη Δεριγνύ, από τη Βιβλιοθήκη της Νομικής Σχολής (Παλαιό Χημείο) έως το Πεδίον του Άρεως και τους χώρους της Στέγης, το Onassis Fast Forward Festival 5 – Athens, με αναθέσεις, διεθνείς συμπαραγωγές και παγκόσμιες πρεμιέρες, ανιχνεύει τις ρωγμές του χρόνου στα όρια του μύθου και της μαρτυρίας, της εμπειρίας και της φαντασίας.
Καλλιτέχνες και ερευνητές από διάφορα μέρη ανά τον κόσμο διερευνούν τον καθοριστικό ρόλο της αρχαιολογίας στην κατασκευή των εθνικών αφηγήσεων και της συλλογικής μνήμης, αλλά και τη διαλεκτική σχέση της με την πολιτιστική κληρονομιά.
Στο FFF5 συμμετέχουν: Kader Attia, Matthew Barney, Ali Cherri, Chto Delat (Tsaplya Olga Egorova, Nina Gasteva, Nikolay Oleynikov, Dmitry Vilensky), Hikaru Fujii, Joana Hadjithomas & Khalil Joreige, Iceland Dance Company (Erna Ómarsdóttir & Valdimar Jóhannsson), Anton Kats, Ragnar Kjartansson, Μέντη Μέγα, Leonardo Moreira, Rabih Mroué, Markus Öhrn, Walid Raad, Ho Rui An, Rayyane Tabet, Mark Teh, Ho Tzu Nyen, Akram Zaatari, Robert Zhao Renhui κ.ά.
Καλλιτεχνική Επιμέλεια Φεστιβάλ: Κάτια Αρφαρά
Γενική Διεύθυνση Παραγωγής: Δήμητρα Δερνίκου
Γενική Τεχνική Διεύθυνση: Λευτέρης Καραμπίλας
Εκτέλεση Παραγωγής: Βασίλης Παναγιωτακόπουλος
Οργάνωση Παραγωγής: Χριστίνα Πιτούλη
Γενικός Συντονισμός & Έρευνα: Μαρίνα Τρουπή
Συντονισμός Συζητήσεων και Εργαστηρίων: Μυρτώ Λάβδα, Ελεάννα Σεμιτέλου, Μαρίνα Τρουπή
Βοηθοί Εκτέλεσης Παραγωγής: Δέσποινα Σιφνιάδου, Ειρηλένα Τσάμη, Γιώργος Λιναρδάκης, Κωστής Λεβάντης
Σημείωμα Αφροδίτης Παναγιωτάκου, Διευθύντριας Πολιτισμού Ιδρύματος Ωνάση
Το Onassis Fast Forward Festival 5 – Athens διεκδικεί την έκπληξη στην πόλη που νομίζουμε ότι ξέρουμε. Δημιουργεί πεδία πειραματισμού για τους καλλιτέχνες και τους πολίτες, για να καταλάβουμε όσα μας συνδέουν και όσα μας χωρίζουν, για να δημιουργήσουμε παρά να προσδιορίσουμε μια κοινή επικράτεια, για να πυροδοτήσουμε συζητήσεις γύρω από το τι σημαίνει να ζει κανείς σήμερα σε πόλεις τραυματισμένες, ανήσυχες και, γι’ αυτό, ζωντανές. Το Onassis Fast Forward Festival 5 είναι εδώ για να διεγείρει την περιέργεια και να άρει την άρνηση για ό,τι συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας, μέσα μας, γύρω μας.
Ένα φεστιβάλ τοπικό, γι’ αυτό και παγκόσμιο, εντοπισμένο και οικουμενικό. Ένα φεστιβάλ που θέλει να συνομιλήσει όχι μόνο με τον χώρο, αλλά κυρίως με την κατάσταση, συμπυκνώνοντας τον χρόνο και τον τόπο, βασισμένο στα ίδια τα υλικά της πόλης, που δεν είναι άλλα από τα διανύσματα της ζωής των ανθρώπων της. Έτσι, κυκλοφορεί στον δημόσιο και τον κοινωνικό χώρο, καταλαμβάνει κτίρια, επαναπροσδιορίζει το περιεχόμενό τους.
Η Αθήνα των πολυκατοικιών και των νεοκλασικών, της Ιστορίας και της αρχαιολογίας, της μνήμης και του παρόντος, του ματαιωμένου μεγαλείου και της παραπλανητικής νοσταλγίας, η Αθήνα των διαστρωματώσεων και των στρωματογραφικών κενών, με τα δικά της ίχνη βίας και καταστροφών, με τις δικές της ιστορικές ασυμφωνίες, αποκαλύπτεται.
Αναθέσεις, διεθνείς συμπαραγωγές και παγκόσμιες πρεμιέρες συνδέουν πρόσωπα και οργανισμούς, συγκεντρώνοντας στο κέντρο της πόλης εκείνους που θέλουν να αναρωτηθούν, αλλά κυρίως όσους η τυχαιότητα, και όχι η πρόθεση, τους φέρει κοντά σε όσα θα συμβούν.
Καλλιτέχνες του κόσμου, με αφετηρία τους τη Βηρυτό, το Βερολίνο, την Κουάλα Λουμπούρ, το Παρίσι, το Ρέικιαβικ, το Σάο Πάολο, τη Σιγκαπούρη, τη Στοκχόλμη και το Τόκυο –σε συνεργασία με Έλληνες καλλιτέχνες, ερευνητές και κατοίκους– ανασκάπτουν και επαναπροσδιορίζουν το αρχαίο και πρόσφατο παρελθόν της Αθήνας, έτσι όπως αυτό ψιθυρίζει ή κραυγάζει στο παρόν.
Σημείωμα Κάτιας Αρφαρά, Καλλιτεχνικής Διευθύντριας Θεάτρου & Χορού της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση
Σε μια χρονική περίοδο πολιτιστικού ιμπεριαλισμού και νεοαποικιακής ρητορικής, το 5ο FFF διερευνά το πεδίο μιας διευρυμένης αρχαιολογίας, που αμφισβητεί επιστημονικές βεβαιότητες και ιστορικές γραμμικότητες. Μέσα από επιτόπια και αρχειακή έρευνα, επιστημονική μεθοδολογία, επαναδράσεις και επανοικειοποιήσεις του αρχαίου και πρόσφατου παρελθόντος της Αθήνας, οι καλλιτέχνες αρθρώνουν έναν κριτικό στοχασμό πάνω στα μνημεία, τα τέχνεργα και τα κατάλοιπα. Αναθέσεις, συμπαραγωγές και επιτόπιες καλλιτεχνικές παρεμβάσεις σε δημόσιους οργανισμούς και ανοιχτούς χώρους της πόλης ανιχνεύουν τον σημαίνοντα ρόλο της αρχαιολογίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς στη διαμόρφωση εθνικών και θρησκευτικών ταυτοτήτων και, κατά συνέπεια, στην ερμηνεία της ιστορίας.
Με την εκταφή λανθανουσών αφηγήσεων, το φετινό φεστιβάλ μεταμορφώνεται σε παλίμψηστο, αποκαλύπτοντας τις χρονικές και χωρικές διαστάσεις των υλικών τεκμηρίων και τις πολλαπλές «αλήθειες» τους. Πώς μπορεί η τέχνη να διατηρήσει μια κριτική θέση απέναντι σε ρητορικές που στιγματίζουν το δημόσιο χώρο; Πώς μπορεί ένα καλλιτεχνικό έργο να αμφισβητήσει την αυταρχική κληρονομιά της δημόσιας μνήμης; Μπορούμε να επαναδιαπραγματευτούμε έννοιες όπως η πολιτιστική κληρονομιά σε μια πόλη σαν την Αθήνα, όπου τα κατάλοιπα του παρελθόντος θεωρούνται ως τα φυσικά τεκμήρια της αδιάλειπτης συνέχειας του ελληνικού πολιτισμού;
Με ένα δεκαπενθήμερο πρόγραμμα εγκαταστάσεων, περφόρμανς, εκθέσεων, προβολών, εργαστηρίων και δημόσιων διαλόγων, το φεστιβάλ επιχειρεί να δημιουργήσει ένα δυναμικό κοινό πεδίο ή, όπως το έθεσε ο Édouard Glissant, έναν ανοιχτό χώρο «ποιητικής αναγκαιότητας» όπου παράγονται συνεχώς σχέσεις μεταξύ των ιδεών και των φαντασιακών του ενός μέρους και των αντίστοιχων ενός άλλου.