Συνέντευξη με τον ηθοποιό Γιάννη Ζέρβα για την παράσταση Ο γοητευτικός «ΟΡΛΑΝΤΟ» της Virginia Woolf

Επιμέλεια: Μαργαρίτα Λιγνού

Μιλήστε μου για την παράσταση Ο γοητευτικός «ΟΡΛΑΝΤΟ» της Virginia Woolf…

Πρόκειται για μία πρωτότυπη θεατρική απόδοση, που έκανε ο σκηνοθέτης κύριος Νίκος Καμτσής, βασισμένη στο ομώνυμο βαθιά ερωτικό μυθιστόρημα της Βιρτζίνια Γουλφ. Η ίδια το αποκαλεί βιογραφία, μακρόχρονη θα συμπλήρωνα εγώ, καθώς ο Ορλάντο εμφανίζεται, την εποχή της Βασίλισσας Ελισάβετ Α΄, τον 16ο αιώνα, ως ένα δεκαεξάχρονο παιδί, ρομαντικό και παθιασμένο, που θέλει να ασχοληθεί με τη συγγραφή, γίνεται ο αγαπημένος της Βασίλισσας, ερωτεύεται την ρωσίδα πριγκίπισσα, Σάσα, βιώνει την προδοσία, γεύεται τον έρωτα και με τα δύο φύλα και τέλος φτάνει στον 20ο αιώνα, όπου η Ορλάντο πια ως μία ώριμη γυναίκα τριάντα έξι χρονών, ελεύθερη, χειραφετημένη και απόλυτα συνειδητοποιημένη για το φύλο και την ταυτότητά της, ερωτεύεται τον Σελμερντίν, τον παντρεύεται και τελικά εγκαταλείπεται και μένει μόνη.
Αυτός ο κύκλος, ανοίγει και κλείνει ευρηματικά με την ένταξη του ρόλου του θιασάρχη (Νίκος Καμτσής), που μαζί με τον Ορλάντο (Τζωρτζίνα Παλαιοθόδωρου) δημιουργούν ένα δίπολο, μία σχέση μέσα από την οποία ξετυλίγεται το κουβάρι της ιστορίας και ζωντανεύει η πολυτάραχη ζωή του Ορλάντο μπροστά στα μάτια των θεατών, με τη βοήθεια όλων των ηθοποιών που βρίσκονται επί σκηνής (Μαριάνθη Φωτάκη, Λαμπρινή Θάνου, Ασημένια Παπαδοπούλου, Χάρη Λογγαράκη, Θοδωρή Ελευθεριάδη, Γιάννη Ζέρβα).
Η ατμόσφαιρα όλης της παράστασης συμπληρώνεται και αναδεικνύεται μέσα από τα σκηνικά και τα κοστούμια της Μίκας Πανάγου, τη μουσική του Κώστα Χαριτάτου και την κίνηση της Κάλλιας Θεοδοσιάδη, ενώ ο σχεδιασμός φωτισμών είναι δικός μου.
Πρόκειται για μία παράσταση συνόλου, όπου όλοι οι συντελεστές και οι ηθοποιοί συνεργαστήκαμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να μεταφέρουμε επί σκηνής τον κόσμο της Βιρτζίνια Γουλφ, η οποία εμφανίζεται στην οθόνη στο τέλος του έργου, με την φωνή
της Πέγκυς Σταθακοπούλου.
Μετά από αυτό το ταξίδι των πέντε αιώνων, όλα έχουν αλλάξει, οι σχέσεις των ανθρώπων, η ίδια η κοινωνία, ο πολιτισμός, η τεχνολογία, οι νόμοι, τα συμβόλαια, το οκτάωρο…, αλλά όχι ο έρωτας. Ο έρωτας παραμένει πάντα ο ίδιος με τις ίδιες προδιαγραφές, τα ίδια χαρακτηριστικά, και μας αφορά όλους σε κάθε ηλικία, σε κάθε εποχή, δεν κάνει φυλετικές διακρίσεις, δεν τον αφορούν οι κοινωνικές συμβάσεις και το σημαντικότερο υμνείται πάντα σε χρόνο ενεστώτα. Αυτό που ίσως αλλάζει είναι ο τρόπος που ερωτευόμαστε και αυτό έχει να κάνει με την ηλικία και τις εμπειρίες μας.

Το κύριο νόημα που αφήνει η παράσταση είναι ότι, ένα πλάσμα καταπίνει τους αιώνες και μεταμορφώνεται στο «κουκούλι» της ποίησης, από άνδρας γίνεται γυναίκα και καταφέρνει να αγαπήσει απελπισμένα και τη γυναίκα και τον άνδρα, πόσο δύσκολο άραγε είναι αυτό το πέρασμα;

Θα απαντήσω με τα λόγια της Βιρτζίνια Γουλφ: «Είναι μοιρολατρία να είσαι απλώς και μόνο ένας άντρας ή μια γυναίκα: κανείς πρέπει να είναι είτε γυναίκα με αντρικό τρόπο, είτε άντρας με γυναικείο». Είναι αυτό που ο ψυχολόγος και ψυχίατρος Carl Gustav Jung λέει για τις αρσενικές ενέργειες, που υπάρχουν μέσα στη γυναίκα, και τις θηλυκές ενέργειες, που υπάρχουν μέσα στον άνδρα. Η Anima και ο Animus είναι δύο αρχετυπικές μορφές, που
έχουν τις ρίζες τους στο συλλογικό ασυνείδητο και είναι βαθιά κρυμμένες μέσα μας.
Η Βιρτζίνια Γουλφ εμπνεύστηκε το μυθιστόρημα από τον έρωτα και τη σχέση της με τη Βίτα Σάκβιλ Γουέστ και μάλιστα σε μία εποχή, που οι ομοφυλόφιλες σχέσεις ήταν κατακριτέες. Μέσα από τη λογοτεχνία και με έναν παιγνιώδη και αλληγορικό τρόπο, η Βιρτζίνια Γουλφ απελευθερώνεται από τις εμμονές της και την αυτολογοκρισία, στοχάζεται πάνω σε ζητήματα σεξουαλικότητας, φύλων και έμφυλης ταυτότητας, σαρκάζει τα ήθη της εποχής της και θεωρείται προφητική και ίσως πιο επίκαιρη από ποτέ, στη δική μας εποχή.

Το θέατρο μας κάνει καλυτέρους ανθρώπους;
Το θέατρο θέτει κάποια ερωτήματα πανανθρώπινα και διαχρονικά και μπορεί να αφυπνίσει την ενσυναίσθησή μας, ενώ από την άλλη μεριά, η δική μου ενασχόληση με το θέατρο με φέρνει αντιμέτωπο με τον ίδιο μου τον εαυτό, τους φόβους και τις αδυναμίες μου. Σε κάθε περίπτωση, όμως, το θέατρο από μόνο του δεν μπορεί να σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, απαιτείται η ατομική ευθύνη και ο προσωπικός αγώνας για να ξεπεράσουμε τα προβλήματα που μας απασχολούν και μας βαραίνουν. Το θέατρο απλά δίνει το έναυσμα για αυτή τη μάχη.

Το επάγγελμα του ηθοποιού είναι πλέον βιοποριστικό όπως στο παρελθόν;

Λυπάμαι που το λέω, αλλά δυστυχώς οι περισσότεροι ηθοποιοί δεν μπορούν να βιοποριστούν από το θέατρο, νομίζω πως ποτέ δεν μπορούσαν. Έχει καλλιεργηθεί μία τάση στην Ελλάδα οι ηθοποιοί να θεωρούνται χομπίστες και ψώνια. Ευθύνες σε αυτό έχουν και οι ίδιοι οι ηθοποιοί και οι Δραματικές σχολές και κατ’ επέκταση το εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και εν γένει η ίδια η πολιτεία. Είναι μία μεγάλη συζήτηση αυτή.

Ποιοτικό ή εμπορικό θέατρο;
Δεν ξέρω ποια είναι η διαφορά και στη μία περίπτωση και στην άλλη, ο ηθοποιός καταθέτει κάτι από την ψυχή του, με τα εκφραστικά μέσα που διαθέτει και με το θεωρητικό υπόβαθρο που έχει, συνεπώς η διαδικασία είναι η ίδια. Μία παράσταση μπορεί να είναι ποιοτική και εμπορική ταυτόχρονα.

Είστε απόφοιτος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ανώτερης Δραματικής Σχολής, τι είναι αυτό που ταυτίζεται στα πεδία αυτά και τι είναι εκ διαμέτρου αντίθετο;

Η επιστήμη του θεάτρου δεν ταυτίζεται με την τέχνη του θεάτρου, ασχολούνται με το ίδιο αντικείμενο, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Η θεατρολογία και η υποκριτική τέχνη δεν είναι
ταυτόσημες έννοιες, αλλά η μία συμπληρώνει την άλλη και φυσικά είναι και οι δύο εξίσου σημαντικές και μάλιστα σε μία χώρα, που καυχιέται για τη θεατρική της παράδοση.

Επόμενα σχέδια…

Η επί χρόνια συνεργασία μου με το θέατρο «Τόπος Αλλού» και η εμπιστοσύνη που μου έχει δείξει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου, κύριος Νίκος Καμτσής, αλλά και ο κοινός κώδικας επικοινωνίας, που έχουμε αναπτύξει όλα αυτά τα δεκαπέντε χρόνια με τους βασικούς συνεργάτες του θεάτρου, μου ανοίγει το δρόμο και για επόμενες θεατρικές δουλειές, όπως η παράσταση «Γιάννης Χ = Ξένος», που αφορά τον σχολικό εκφοβισμό και
ξεκίνησε να παίζεται για τα Γυμνάσια και τα Λύκεια, ενώ από τον Ιανουάριο θα συμμετέχω με την άλλη μου ιδιότητα, αυτή του σχεδιαστή φωτισμών, στην παράσταση «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ με την κυρία Πέγκυ Σταθακοπούλου και τον Δημήτρη Νικολόπουλο.

Πληροφορίες για την παράσταση: εδώ