Κριτική για την παράσταση "Αρκουδοράχη"

Από την Υπ. Διδάκτoρα Θεατρολογίας Σιμόνη- Μαρια Γκολούμποβιτς 

Η Αρκουδοράχη του Ουαλού συγγραφέα θεάτρου και κινηματογράφου Εντ Τόμας αποτελεί ένα αιχμηρό έργο που προβάλει εμφανώς την αντίδραση σε εξωτερικές ή εσωτερικές επιδράσεις, γραμμένο με ακιδωτή και μεταφορική γραφή, όπου ο κοινός παρονομαστής του ολέθρου και ο «αθώρητος» πόλεμος μετασχηματίζει τα πάντα. Η έννοια της θύμησης αποτελεί τον μοναδικό μηχανισμό επιβίωσης σε μια πραγματικότητα που αλλάζει εσπευσμένα και παράφορα με τους ανθρώπους να μην μπορούν να την ακολουθήσουν.

Η σκηνοθέτης Ιώ Βουλγαράκη και η ομάδα ΠΥΡ παρουσίασαν το έργο Αρκουδοράχη" του πολυβραβευμένου θεατρικού συγγραφέα στη Σκηνή Ωμέγα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Κατά τη γνώμη μου, η συνολική σκηνοθετική προσέγγιση αποτέλεσε μια τετελεσμένη αισθητηριακή διαδικασία που δεν μεταμόρφωσε απλώς το λογοτεχνικό κείμενο σε εικόνες αλλά ανέδειξε ολοκληρωτικά το ίδιο το δραματικό έργο, την πρόθεση του Τόμας και ενδυνάμωσε την επίδρασή του στο κοινό. Την μετάφραση υπογράφει ο Αργύρης Ξάφης, η οποία όντας απελευθερωμένη από λογοτεχνικές δεσμεύσεις και με τον λόγο να ρέει και να τονίζει την ευερεθιστότητα των προσωπικοτήτων και των καταστάσεων υπογράμμισε την έννοια του ευάλωτου και του ανεπαρκούς πλέον γίγνεσθαι. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως ο Ξάφης διατήρησε αμετάφραστη την ουαλική λέξη «hiraeth» που σημαίνει έλλειψη ενός -απολεσθέντος- προσώπου ή πράγματος.

Σε ένα χωριό εγκαταλελειμμένο, την Αρκουδοράχη, ένα ζευγάρι, ο Τζοχν Ντάνιελ (Αργύρης Ξάφης) και η Νόνι (Δέσποινα Κούρτη), διατηρεί με επιμονή ανοιχτό ένα χασάπικο που αρνείται πεισματικά να εγκαταλείψει. Ένας νεαρός άνδρας ο Ίβαν Γουίλχιαμ (Δημήτρης Γεωργιάδης) φίλος του νεκρού γιού τους ζει μαζί τους, ενώ ένας άλλος, ο Κάπταιν, (Ιωσήφ Ιωσηφίδης) καταφθάνει στο μαγαζί μυστηριωδώς και με άδηλη πρόθεση και αιτία. Ο γεωμετρικός επιτελεστικός χώρος της σκηνής επέδρασσε μέσω του όγκου και της έκτασής των πραγμάτων του στους θεατές, μέσω των ατμοσφαιρικών σκηνικών που αναπαρίσταναν το ερημωμένο χασάπικο - στο οποίο εκτυλίσσεται όλη η δράση του έργου- με ξύλινα έπιπλα, πάγκους κοπής, τσιγκέλια κρεμασμένα, μία καρέκλα και ένα πικάπ (Anna Fedorova). Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως στη δημιουργία ατμοσφαιρικής συνθήκης συνέβαλε πολύ και η έντονη οσμή – είτε ακούσια είτε αποτέλεσμα της σκηνοθεσίας- που απόπνεε από το ξύλινο σκηνικό. Η όσφρηση αποτελεί μεν ιδιωτική πρόσληψη, αλλά η διάχυτη μυρωδιά ξύλου στην αίθουσα σε συνδυασμό με τις συγκεκριμένες ερμηνείες, το λόγο και την κίνηση των ηθοποιών ενίσχυσε το ενδιαφέρον των θεατών και εισέβαλλε στο εσώτερο των αισθήσεών του, αποτελώντας ένα από τα ισχυρότερα και δραστικότερα συστατικά της ατμόσφαιρας. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου και η πρωτότυπη μουσική του Θοδωρή Αμπαζή λειτούργησαν συμπληρωματικά στην σκηνοθεσία και στη μετάδοση της γλώσσας και των νοημάτων.

Ο Αργύρης Ξάφης υποδύθηκε εξαιρετικά τον Τζοχν Ντάνιελ, τον μοναδικό πλέον ομιλητή της «παλιάς γλώσσας» ο οποίος πασχίζει να διαφυλάξει τις μνήμες του. Η συνολική του ερμηνεία δεν περιορίστηκε μονάχα στην απόδοση των σημασιών που έχουν προκαθοριστεί από τη λογοτεχνία αλλά μέσω της άμεσης, συγκινητικής ενσάρκωσης του απαιτητικού ρόλου του κατέληξε σε μια νέα αντίληψη της τέχνης του ηθοποιού ως σωματικής και δημιουργικής δραστηριότητας. Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει στη προσεγμένη κινησιολογία (Κατερίνα Φώτη) που απέδωσε στην ενσάρκωση του Τζόχν Ντάνιελ με το εύπλαστο και ελέγξιμο τρέμουλο, με την κάθε κίνηση ναι είναι λεπτομερώς σχεδιασμένη και επιμελημένη. Η σχέση ανάμεσα στο φαινομενικό σώμα του ηθοποιού και στην αναπαράσταση του ρόλου του προσέδωσε στην παράσταση μια βαθύτερη ανθρωπολογική σημασία και μεγαλοπρέπεια.

Η Δέσποινα Κούρτη με εξαιρετική εκφραστικότητα και τεχνική του σώματος και της φωνής και απόλυτη ευαισθησία ενσάρκωσε τη Νόνι, η γυναίκα του Τζοχν Ντάνιελ, η οποία αγαπά τον άνδρα της και τον στηρίζει διαρκώς βιώνοντας ταυτόχρονα το βαθύ πένθος της απώλειας του γιου τους. Μια ειδική μνεία αξίζει να δοθεί στην σκηνή χορού της με το Τζοχν Ντάνιελ όπου οι αργές χορευτικές κινήσεις των ηθοποιών με τις επαναλήψεις -που γινόταν κατά κανόνα παράλληλα- επέδρασαν με τέτοιο τρόπο στους θεατές ώστε να εκλαμβάνονται τις χειρονομίες και τις κινήσεις ως σημεία εξωτερίκευσης του εσωτερικού τους κόσμου.

Ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης είναι ο Κάπταιν, ο άγνωστος που έρχεται στο μαγαζί, τον οποίο τον έχουν καταβάλει ο πόλεμος και οι προσωπικές του δυσκολίες, απόρροιες των αναμνήσεων του. Ο ηθοποιός ανέδειξε όλες τις ψυχολογικές μεταπτώσεις του ήρωα με απόλυτη ειλικρίνεια και μέτρο. Οι εξωτερικές εκδηλώσεις της λύπης, του θυμού και των άλλων συναισθημάτων σε συνδυασμό με τα σωματικά στοιχεία που αφορούσαν τον ρόλο, οι μορφασμοί και οι χειρονομίες του προκάλεσαν ένα αίσθημα εγγύτητας με τον ήρωα, προσδίδοντας εν τέλει ζωντάνια στην επιτελεστική συνθήκη και το αίσθημα της ανατροπής. Τέλος, τον ρόλο του Ίβαν Γουίλχιαμ, νεαρού σφαγέα, ανέλαβε ο Δημήτρης Γεωργιάδης, όπου προσέφερε μία πολύ καλή ερμηνεία -συγκινητική και ενεργητική ταυτόχρονα- καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης ιδίως μέσω του έντονου συναισθηματικά φορτισμένου μονολόγου του.

Εν κατακλείδι πρόκειται για μια σκηνοθετική προσέγγιση η οποία επιμελήθηκε πλήρως και εμμέτρως τα μέσα για την έγερση και την κατεύθυνση της προσοχής. Η υλικότητα της παράστασης εκδηλώθηκε επιτελεστικά με αποτέλεσμα τα στοιχεία που έρχονταν στο προσκήνιο να εκλύουν την προσοχή του θεατή και ταυτόχρονα η προσοχή του να στρέφεται και στην ίδια την πράξη της αντίληψης και της αποκωδικοποίησης των μηνυμάτων.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ

4 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Πολύ καλή παράσταση, με ηθοποιούς πολύ εκφραστικούς που σε παρασύρουν στον κόσμο τους. Το θέμα της απειλής πολέμου σε ένα απλοϊκό χωριό που έχει εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους, δίνει άφθονη τροφή για σκέψη. Στις μέρες που ζούμε με τους πολέμους να αυξάνονται γύρω μας, η παράσταση αυτή με άγγιξε πραγματικά. Το πιο σημαντικό είναι ότι δεν ασχολήθηκε ποιός έχει δίκιο ή άδικο, ποιός είναι το θύμα και ποιός ο θύτης, αλλά παρουσίασε τον άνθρωπο που στέκεται με αξιοπρέπεια απέναντι στον φόβο της εξαφάνισής του.

  2. Την παρακολούθησα μόλις χθες...
    Απλα υπέροχη, τρομερές ερμηνείες, οι ηθοποιοί ήταν πραγματικά ένας και ένας. Η γυναίκα της παρεας, απλα ...δεν υπαρχει.
    Πολύ εκφραστική, πολύ μεταδοτική και προκαλούσε συναίσθημα.
    Τυ συστήνω ανεπιφύλακτα να πάτε να τη δείτε.