Κριτική για την παράσταση "Λεωφορείον ο Πόθος"

Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

Η Μπλανς έχει χάσει από την εφορία την οικογενειακή περιουσία της και την καλή φήμη της και αναζητεί τη λήθη και την απομόνωση. Φτάνει στη Νέα Ορλεάνη, για να ζήσει στο στενόχωρο και ασφυκτικό διαμέρισμα της εγκύου αδελφής της Στέλλας και του αγροίκου κουνιάδου της Στάνλεϊ. Ο Στάνλεϊ πιστεύει, αρχικά, ότι η Μπλανς κρύβει μια μυθική κληρονομιά, από το κτήμα και μιλά για τον ναπολεόντειο κώδικα που ισχύει στην περιοχή τους και υπαγορεύει πως ό,τι ανήκει στο έναν από τους δυο στο ζευγάρι ανήκει και στον άλλο, οπότε θέλει να εξιχνιάσει που πήγαν τα λεφτά της Μπλανς και όσα θα έπρεπε να αποδώσει στην αδελφή της άρα και σε εκείνον.

Αρχίζει να την «κυνηγά», να την καταδιώκει τρόπον τινά όπως κάνουν τα ζώα όταν ανακαλύπτουν ότι ένα από την αγέλη είναι πιο αδύναμο ή και άρρωστο, για να την οδηγήσει με την απαράδεκτη και βίαιη συμπεριφορά του, τις προσβολές, το  απολυτήριο εισιτήριο για το λεωφορείο ο Πόθος, δώρο γενεθλίων και κλωτσιά σε έναν άγριο κόσμο, όπου δύσκολα θα επιβιώσει η Μπλανς και κυρίως προκαλεί την  καταστροφή της σχέσης που επιχειρούσε να ξεκινήσει με τον Μιτς ψάχνοντας μια σανίδα σωτηρίας.

Η αδελφή της για να μην την παραδώσει στα άγρια θηρία θα την κλείσει σε άσυλο, καταπνίγοντας έτσι την ευαισθησία της και κατευνάζοντας τον πόθο της για μια ζωή όπως συνέχεια την ονειρευόταν. Η επιβαρυμένη ψυχολογία της Μπλανς από τον τρόπο που είχε μεγαλώσει , αλλά και οι εικόνες που έπλαθε με το μυαλό της, καθώς και τα βιώματά της θα την οδηγήσουν εκεί.

Ψάχνει και βρίσκει ότι η Μπλανς είχε ένα σκοτεινό παρελθόν, την απειλεί, την ξεμπροστιάζει. Εκείνη είναι χαμένη στις ονειροφαντασίες της, σε αυτό που εκείνη έχει ορίσει για δική της πραγματικότητα. Της έχουν συμβεί πολλά και προσπαθεί να επιβιώσει πλένοντας συνέχεια το κορμί της, πίνοντας αλκοόλ, παραγνωρίζοντας ότι ο χρόνος περνά. Μοιάζει με ένα φτερό που το παρασέρνει ο άνεμος και αναζητά κάποιο απάγκιο.  Μια γυναίκα μόνη, όμορφη, με ευαίσθητη ψυχική ισορροπία με τύψεις για το χαμό το άντρα της, έχοντας μόνη της γηροκομήσει μιαν ολόκληρη οικογένεια και συναντηθεί με τον θάνατο πολλές φορές, έχοντας χάσει την περιουσία της, χάνει και την τελευταία σανίδα σωτηρίας εκεί που νόμιζε ότι θα την περιέθαλπαν. Κανένα έρεισμα. Τραγικά τα τελευταία λόγια της, ενώ την συνοδεύει ο ψυχίατρος στο άσυλο «Πάντα βασιζόμουν στην καλοσύνη των ξένων».

Η Μαίρη Βιδάλη υπήρξε μια καταπληκτική Μπλανς Ντυμπουά. Ευάλωτη, αλλά και πονηρή, έτοιμη να κρύψει ό,τι την πονά, την εξάρτησή της από το αλκοόλ, το βαρύ παρελθόν της, τα σημάδια του χρόνου και πάντα ακόμα και στις χαρούμενες στιγμές της διέκρινε κανείς ένα σκοτεινό βλέμμα, αυτό του θανάτου να την ακολουθεί πάντα. «Flores para los muertos». Εξαιρετική ηθοποιία, δουλεμένη στη λεπτομέρεια, οι εκφράσεις, τα βλέμματα, οι κινήσεις. Η Μπλανς της Μαίρης Βιδάλη είναι ένα βασανισμένο, αιθέριο και βαθειά δυστυχισμένο πανέμορφο πλάσμα, με  ένα απροσδιόριστο σκοτεινό βλέμμα που περνά κοντά από την παράνοια και κρύβεται σε μια φρικτή ματαιοδοξία για την εξωτερική εμφάνιση, σημείο κράχτης για να της πετάξουν ένα σκοινί να πιαστεί.

Ο μελαγχολικός νατουραλισμός του Στάνλεϋ Κοβάλσκι (Γιώργος Παράσχος)  προσεγγίζεται επιτυχώς, ενώ η βίαιη διάθεσή του είναι εμφανής, αποτέλεσμα μιας κοινωνίας, που δεν τον έχει αφομοιώσει, δεν τον έχει εντάξει. Είναι πολωνός μετανάστης και βγαίνει εκτός εαυτού όταν του το επισημαίνουν αυτό τονίζοντας ότι είναι αμερικανός πολίτης. Η αδρεναλίνη του ξεπερνά κάθε προηγούμενο, είναι συχνά μεθυσμένος, χτυπά τη γυναίκα του. Ακραίες καταστάσεις σε μια γειτονιά Λατίνων μεταναστών, με γέλια, με φωνές, με ζήλειες. Η Μπλανς κοιτά με έκπληκτα μάτια αυτές τις αντιδράσεις, όταν δε ο Στάνλεϋ χτυπά τη Στέλλα είναι πεπεισμένη ότι η αδελφή της είναι παντρεμένη με έναν ψυχοπαθή. Βλέπει ότι αυτός έχει κτηνώδη δύναμη,  είναι και η παρουσία του επιβλητική, έτσι τον βλέπει σαν πελώριο πίθηκο, άγριο και πρωτόγονο και οπωσδήποτε αδύνατο να επικοινωνήσει με τους ανθρώπους. Η κτηνώδης φύση του Στάνλεϋ επιβάλλεται από το παρουσιαστικό του, κι απ’ τον έντονο κυνισμό του, την ωμότητά του καθώς σε κάθε σκηνή ισοπεδώνει, ξεφτιλίζει και καταστρέφει αυτή την άλλη φύση που εκπροσωπεί η Μπλανς η οποία δεν είναι άλλη από μια ευαίσθητη κοινωνία, προσκολλημένη ωστόσο σε οράματα και αυταπάτες, που την καθηλώνουν  σε μια απραξία που μυρίζει ναφθαλίνη απ’ την οποία δυστυχώς δεν μπορεί να απαλλαγεί κανείς όσο και αν πλυθεί.

Η αδελφή της η Στέλλα (Κατερίνα Σωτηρίου) έχει προσαρμοστεί ή μάλλον έχει πειστεί ότι αυτή τη ζωή πρέπει να κάνει ή αυτή η ζωή την επέλεξε. Αποστασιοποιήθηκε από την περιποίηση των γερόντων και τη φροντίδα ως το θάνατό τους, καθώς δεν έζησε την απώλεια όπως τη βίωσε η Μπλανς. Εξάλλου εκείνη ήρθε για να φέρει τη ζωή, δεν τη συνοδεύει ο θάνατος σε κάθε βήμα, δεν βιώνει τον πόθο απελπισμένα όπως η Μπλανς, αντίδοτο στον θάνατο. Για τη Στέλλα η αποδοχή της ζωής, όπως έρχεται, είναι η μόνη οδός και είναι ευτυχισμένη μέσα σε αυτό. Ακολουθεί το νέο κόσμο αυτό της εργασίας, της χαράς, της ηδονής, της ζωής, όπως τον εκφράζει ο άντρας της ο Στάνλεϋ. Ωραίο δίδυμο αδελφών η Στέλλα (Κατερίνα Σωτηρίου ) και η Μπλανς(Μαίρη Βιδάλη), καθώς η μία λειτουργεί αποκαλυπτικά για την άλλη. Δυο κόσμοι που δεν έρχονται  απλώς σε σύγκρουση όπως ο  Κοβάλσκυ με την Μπλανς, αλλά, που δυστυχώς η μία θα πρέπει να αποδεχθεί την απώλεια της άλλης, γιατί απλά δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά.

Εξαιρετική η μετάφραση της Εύας Γεωργουσοπούλου, διευκόλυνε την εμπνευσμένη και σωστά ρυθμισμένη σκηνοθεσία του Ζαχαρία Ρόχα.  Πολύ πετυχημένο το εύρημά του να ξεκινά η παράσταση με το πιάνο από το φουαγιέ, εντάσσοντας το κοινό στον αμερικάνικο Νότο και εισάγοντας το πρόσωπο – σκηνοθετικό εύρημά του Μανώλη Ιωνά που ενσαρκώνει όλο το νότο, με τις παγανιστικές του τελετές, με τις δεισιδαιμονίες, με το χορό του και το πάθος του, με το τραγούδι, το φόβο και τον θάνατο.

Ο Μιτς (Δημήτρης Δρακόπουλος) είναι ο αντίποδας του Στάνλεϋ. Ρομαντικός, μοναχικός, προσκολλημένος σε μια μητέρα που είναι ετοιμοθάνατη , χωρίς προσωπική ζωή, μόνο με αυτή την ανδροπαρέα με την οποία χαρτοπαίζει και πίνει, ενθουσιάζεται από την ευαίσθητη και σχεδόν ονειρική παρουσία της Μπλανς. Συνθλίβεται και είναι έτοιμος να επιτεθεί στον Στάνλεϋ όταν καταλαβαίνει ότι ισοπεδώνει έναν άνθρωπο, τον οποίο όμως ούτε και ο ίδιος αποφάσισε να αναλάβει και να προστατεύσει.

Όλοι οι υπόλοιποι  ηθοποιοί όπως ο Αλέξανδρος Μυρώδης ( Στηβ Χούμπελ), η Μαρία Γούλα ( Γιούνις Χούμπελ),ο Λουκάς Τζιάννης ( Πάμπλο Γκονζάλες- Γιατρός), η Έλενα Γιαννακάκη (Γυναίκα – Νοσοκόμα)  καθόρισαν σωστά το πλαίσιο για να αποδοθεί ο λόγος και η ανησυχία του Τένεσι Ουίλιαμς.

Πληροφορίες για την παράστασηΕδώ