Κριτική για την παράσταση "Το πράσινό μου το φουστανάκι"

Από την θεατρολόγο Μαρινέλλα Φρουζάκη

Ξεκίνησα λίγο διστακτικά για την παράσταση, μολονότι θα μπορούσα να δηλώσω «θαυμάστρια» του «κλαμπ αυτοσαρκασμού» και των κειμένων της Κιτσοπούλου, ωστόσο, σε αυτήν την περίπτωση δεν γνώριζα το κείμενο, κι ίσως ήταν καλύτερα έτσι. Το θέατρο ήταν γεμάτο, που για καθημερινή με ξάφνιασε ευχάριστα. Στο black box του Αλκμήνη έχω παρακολουθήσει άλλη μία εξαιρετική παιδική παράσταση, την οποία ακόμη αναπολούμε οικογενειακώς, και μου άρεσε πολύ ως χώρος. Προτίμησα να απολαύσω την παράσταση από το πάτωμα, κι έτσι βρισκόμουν κυριολεκτικά μέσα στη σκηνή, και κάποιες στιγμές στο ίδιο επίπεδο με την ηθοποιό. Περισσότερη αμεσότητα με το θεατή δεν υπάρχει!

Ο κύριος θεματικός άξονας του έργου είναι η μοναξιά. Η ηρωίδα εμφανίζεται στη σκηνή με την αίσθηση του «κατεπείγοντος», κάτι σημαντικό πρόκειται να συμβεί, κάτι άμεσο, που δεν μπορεί να εκφραστεί με λέξεις. Το θέμα του νοήματος του λόγου τίθεται άμεσα, με μεγαλύτερη ίσως στιγμή του έργου το 15σύλλαβο, το οποίο η Τζούλη Σούμα ερμηνεύει σχεδόν απνευστί. Η αίσθηση της έλλειψης νοήματος στον λόγο, μετατοπίζεται σταδιακά στην έλλειψη νοήματος της ίδιας της ύπαρξης, μεταμορφώνοντας συνολικά σε ανούσια κι ελλειμματική την ίδια τη ζωή, οδηγώντας μας τελικά στο μηδενισμό και στο «τίποτα δεν συμβαίνει» του Γκοντό. Κυρίαρχη είναι η διακαής επιθυμία να αλλάξει κάτι, να εξαφανιστεί ως δια μαγείας αυτό το κενό της πλήξης, της ανίας, της ανίατης μοναξιάς…

Κι ενώ αρχικά νομίζεις ότι το πράσινο φουστανάκι είναι η μπούργκα, τελικά εμφανίζεται το φουστάνι από χαρτόνι, που τόσο πολύ μου γοήτευσε ως σύμβολο, πόσο χάρτινα, ασταθή κι εφήμερα μοιάζουν όλα μέσα απ’ το πρίσμα της καταιγιστικής μας μοναχικότητας. Το ιδιότυπο χιούμορ της συγγραφέως και ο αυτοσαρκασμός υπονομεύουν διαρκώς κάθε ίχνος καθωσπρεπισμού και σοβαροφάνειας της ηρωίδας, το οποίο η ηθοποιός αναδεικνύει στο έπακρον με τη μεστή της ερμηνεία.

Η σκηνοθετική προσέγγιση της Μαρίας Αιγινίτου, σε συνδυασμό με τα λιτά σκηνικά του Γιάννη Θεοδωράκη και τις διακριτικές φωτιστικές επιλογές του Δημήτρη Μπαλτά, νομίζω πέτυχε τις ψυχογραφικές επιδιώξεις της σκηνοθέτιδας «αγκαλιάζοντας» ομοιόμορφα όλες τις συναισθηματικές πτυχές και εντάσεις του κειμένου, φωτίζοντας με ιδανικό τρόπο τους προβληματισμούς της ηρωίδας, και μεταφέροντάς τους εύστοχα στο θεατή, μέσα από μια καθαρή και νηφάλια αφήγηση. Με γοήτευσε ο τρόπος που εικονοποιήθηκε η ταράτσα και η σκηνή της εν δυνάμει αυτοκτονίας, όπως επίσης και η κορνίζα στην οποία κυριολεκτικά και μεταφορικά «καδράρισε» τον εαυτό της η ηθοποιός . Μου άρεσε ιδιαίτερα η επιμέλεια κίνησης της Φαίδρας Σούτου , δεμένη και αέρινη, την οποία ανέδειξε άψογα και με απόλυτη συνείδηση η κυρία Σούμα. Τα κοστούμια του Νίκου Καρδώνη ενίσχυαν το γενικότερο πλαίσιο και η μουσική επένδυση του Σπύρου Παρασκευάκου έδεναν απόλυτα με το συνολικό κλίμα του έργου.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ

2 ΣΧΟΛΙΑ