Συνέντευξη με τον ηθοποιό Νίκο Χατζηπαπά με αφορμή την παράσταση «Ζιλ και η νύχτα του Ούγκο Κλάους»

Επιμέλεια: Μαργαρίτα Λιγνού

«Ζιλ και η νύχτα του Ούγκο Κλάους» μια παράσταση χαρακτηριζόμενη ως ο
«απόλυτος υποκριτικός άθλος», γιατί;

Δεν είναι εύκολη απάντηση γιατί, γιατί πρέπει να μιλήσω για τον εαυτό μου, πράγμα που δεν μου αρέσει καθόλου. Μπορώ όμως να πω τα εξής: στην περίπτωση του έργου “Ζιλ και η Νύχτα” και στην περίπτωση που ο ρόλος ακούει στο όνομα Ζιλ ντε Ρε, ο ηθοποιός
πρωτίστως, πέρα από την διάρκεια του έργου, καλείται να αναμετρηθεί με μία εκρηκτική
προσωπικότητα, σύνθετη, πολύπλοκη, σχιζοφρενική, μία προσωπικότητα πού κινείται στην
κόψη μιας αιχμηρής λεπίδας ανάμεσα στην τρέλα και στο αδιανόητο. Το έργο αρχίζει την
13η ημέρα της σύλληψης του Ζιλ στις 13 Σεπτεμβρίου του 1440, μέχρι τις 28 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, έχει περάσει από την έκρηξη της αλαζονείας, το σαρκασμό προς τους δικαστές του στην ολοκληρωτική ταπείνωση και εκμηδενισμό. Μόλις σε λίγες μέρες περνά από το στάδιο της ανάκρισης έως την δημόσια ομολογία των αποτρόπαιων πράξεων του, της κακοποίησης της σοδομίας, του ακρωτηριασμού, της καρατόμησης 140 παιδιών,
αναγορεύοντας τον στο "πάνθεον" των πιο ειδεχθών κατά συρροή δολοφόνων όλων των
εποχών. Αν λοιπόν αναλογιστούμε ότι όλα αυτά τα οποία λέγονται βασίζονται στα πρακτικά
του θρησκευτικού δικαστηρίου, της Ιεράς Εξέτασης, και είναι πραγματικά γεγονότα, ίσως
γίνει αντιληπτό ότι για να αποδοθούν σκηνικά χρειάζεται ο ηθοποιός να τρέξει σε ένα
θεατρικό μαραθώνιο, και να καταδυθεί σε ένα σκοτεινό σύμπαν στα μύχια ενός τραγικού
αντιήρωα, που ο Ζώρζ Μπατάιγ σε ένα εξαιρετικό κείμενο χαρακτηρίζει τον Ζιλ ντε Ρε ως το Ιερόν Τέρας.

Δύσκολο εγχείρημα κατ’ εμέ να σκηνοθετείς τον ίδιο σου τον εαυτό, κάτι που συμβαίνει φέτος σε εσάς, έχετε την ιδία άποψη;

Πράγματι είναι δύσκολο το εγχείρημα της συνύπαρξης στο αυτό πρόσωπο του σκηνοθέτη
και του ηθοποιού. Σκηνοθέτης και ηθοποιός λειτουργούν με έναν διαμετρικά αντίθετο τρόπο. Ο ρόλος του σκηνοθέτη είναι πρωτίστως εποπτικός ενώ του ηθοποιού πρωτίστως "καταδυτικός". Ο ηθοποιός ρέπει προς την αταξία, το χάος, εκφράζοντας την φυγόκεντρο δύναμη. Ο σκηνοθέτης εκφράζει τις κεντρομόλες εκείνες δυνάμεις της τάξης και τις σύνθεσης. Η παράσταση ισορροπεί όταν οι δύο αυτές αντίρροπες δυνάμεις είναι
ισοδύναμες. Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση για να έρθω στο "Ζιλ και η νύχτα"
ηθοποιός και σκηνοθέτης λειτούργησαν σε απόλυτη σύμπνοια, χωρίς προστριβές, πράγμα
που συνέβαλε ευνοϊκά στο τελικό θετικό, θα έλεγα, αποτέλεσμα.

Τι ήταν αυτό που σας έκανε να πάρετε την απόφαση να μεταφέρετε αυτό το κείμενο στο σανίδι;

Αποφάσισα να μεταφέρω αυτό το έργο στο θέατρο για πολλούς και διαφορετικούς λόγους.
Από την άποψη της μορφής του έχουμε ένα συγκλονιστικό κείμενο και στην Ελληνική του
απόδοση, μία εξαιρετική μετάφραση από τη Μαρία Ευσταθιάδη. Η δομή του έργου εν είδη
θεατρικού μονολόγου, έχει μία καταιγιστική εξέλιξη συνυφασμένη με την εξέλιξη του
χαρακτήρα του Ζιλ ντε Ρε και συνεπώς με το εξαιρετικό θεατρικό ερμηνευτικό ενδιαφέρον.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με μία σύνθετη εκρηκτική προσωπικότητα μέσα σε εντελώς ακραίες συνθήκες. Μία πέρα για πέρα πραγματική υπόθεση, που δεν είναι προϊόν της αχαλίνωτης φαντασίας του συγγραφέα, αλλά μία υπόθεση που βασίζεται στα πρακτικά της θρησκευτικής δίκης που καταδίκασε τον Ζιλ ντε Ρε σε θάνατο με αγχόνη και πυρά, για αδιανόητα εγκλήματα σε βάρος παιδιών και μαύρη μαγεία. Ο Ζιλ ντε Ρε υπήρξε μία εξέχουσα της εποχής του προσωπικότητα, στρατάρχης της Γαλλίας, ο πλουσιότερος άνθρωπος της Ευρώπης σύντροφος στις μάχες της Ιωάννας της Λωραίνης, ένθερμος πατριώτης και πιστός στο Θεό. Μετά τον θάνατο της Ιωάννας πέρασε στην αντίπερα όχθη, διαπράττοντας τα πιο ειδεχθή και μαζικά εγκλήματα σε βάρος αθώων παιδιών τα οποία κακοποιούσε τα έκαιγε και τα εξαφάνιζε. Το έργο ιδωμένο ως μία μεταφορά, όπου το καλό και το κακό συνυπάρχουν σχεδόν αξεδιάλυτα έχει μία τραγική αντιστοιχία με το παρόν. Τα πιο ευάλωτα θύματα τα παιδιά, υφίστανται τις συνέπειες των πολέμων των ξεριζωμών, των λιμών που συμβαίνουν στον ταλαιπωρημένο πλανήτη Γη, ως συνέπεια της αλαζονείας και της απληστίας μας.

Το έργο “Ζιλ και η Νύχτα» είναι σύγχρονο και το θέμα του διαχρονικό, η αιώνια πάλη του καλού και του κακού, τι θα θέλατε να μείνει ως δίδαγμα στο σημερινό θεατή;

Προηγουμένως υπονόησα αυτή την διαχρονικότητα του έργου ο πυρήνας του οποίου δεν
είναι άλλος από την πάλη των δημιουργικών και καταστροφικών δυνάμεων της ανθρώπινης νόησης, μία αφήγηση που διαπερνά όλα τα μεγάλα έργα της τέχνης.

Επόμενα σχέδια…

Ετοιμάζω μία νέα παράσταση. Θα έλεγα ότι είναι μία προσπάθεια περαιτέρω διερεύνησης
ενός τρόπου, μιας θεατρικής μεθόδου βιωματικής προσέγγισης των χαρακτήρων. Ταύτιση
και έλεγχος συμπράττουν σε μία δυναμική συμμετοχή καταβύθισης του ηθοποιού στον ρόλο. Εσχάτως επιχειρώντας στο πεδίο της λογοτεχνίας, ετοιμάζω και ελπίζω ότι θα
ολοκληρώσω σχετικά σύντομα το πρώτο μου μυθιστόρημα.

Πληροφορίες για την παράσταση: εδώ