Κριτική για την παράσταση "Επαναστατικές μεθόδοι για τον καθαρισμό της πισίνας σας"

Από τον Κωνσταντίνο Πλατή

Τα τελευταία χρόνια, η οικονομική αλλά πρωτίστως κοινωνική κρίση στη χώρα μας έχει σίγουρα αρνητικές συνέπειες αλά παραδόξως μπορούμε να αναδείξουμε και τουλάχιστον μία θετική. Αυτή εντοπίζεται στην καλλιτεχνική δημιουργία η οποία τροφοδοτείται σε τέτοιες περιόδους και συγκεκριμένα στα νεοελληνικά θεατρικά έργα. Ένα ρεύμα ρεαλισμού ως ύφος στα έργα, που συνδυάζει το δράμα και λιγότερο το κωμικό στοιχείο , νομίζω ότι είναι αυτό που ταιριάζει περισσότερο στην ελληνική ιδιοσυγκρασία. 

Αρχικά,  μπορούμε ίσως  να το εντοπίσουμε στο έργο «Κατάδικος μου» που παίχτηκε με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο Διάνα πριν χρόνια, συνεχίστηκε με τον «Άγριο σπόρο» στο θέατρο Επί Κολωνώ αλλά και με το «Στέλλα κοιμήσου» στο Εθνικό θέατρο -όπου ο ρεαλισμός έφτασε στο «τέρμα» του-  μέχρι σήμερα , φτάνοντας στο σημείο όπου αναζητείται ο επόμενος εκφραστής και καίριος παρατηρητής των προβληματισμών που έχουν οι άνθρωποι σήμερα και αναζητούν την κατάλληλη διέξοδο από αυτούς.

Ένας από αυτούς κατά τη γνώμη μου είναι η συγγραφέας του έργου  «Επαναστατικές μεθόδοι για τον καθαρισμό της πισίνας σας», Αλεξάνδρα Κ. η οποία ορμώμενη από πραγματικά γεγονότα  και τη μυθοπλασία , δημιούργησε ένα σουρεαλιστικό κόσμο που στο τέλος φαντάζει ίδιος με το πραγματικό και  συγκεντρώνει όλες τις παθογένειες της κοινωνίας μας και του πυρήνα της, ο οποίος δεν είναι άλλος από την ελληνική οικογένεια.

Ένα έργο με τέσσερις χαρακτήρες, όπου η ευθύνη των γεγονότων μοιράζεται ισόποσα σε όλους και κανείς από αυτούς δεν θα μπορέσει να λυτρωθεί κατά τη διάρκεια της παράστασης. Ούτε καν το κοινό , το οποίο με το κατάλληλο τέχνασμα παύει να είναι απλός παρατηρητής και γίνεται συνένοχος στο «έγκλημα» με τραγικά κωμικό τρόπο.  

Πάμε τώρα στις ερμηνείες της παράστασης όπου δεν θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε με άλλη από αυτή του  Μανώλη Μαυροματάκη, ενός «τεράστιου» ηθοποιού σε αντίθεση με το εμφανισιακό του μέγεθος, κάτι που τον καθιστά ακόμη πιο επιδραστικό στα μάτια του κοινού. Είναι αυτός, η «μικρή Ελλάδα» που τα βάζει με όλους, έχει πάντα το δίκιο με το μέρος της και ο σκοπός της είναι πάντα «ιερός» και αγιάζει όλα τα μέσα.

Φαινομενικά τουλάχιστον γιατί δεν είναι και πολύ δύσκολο να διακρίνεις που σταματάει το συλλογικό συμφέρον και που ξεκινάει το ατομικό ακόμη και όταν μιλάμε για ένα κράτος. Αρκεί να διακρίνουμε τους καπιταλιστικούς κανόνες και την ιδιοτέλεια που διέπουν τα πάντα γύρω μας και μέσα μας.

Η φωνή του Μαυροματάκη που αντηχεί με απόγνωση στα αυτιά του κοινού, οι νευρικές του κινήσεις και η εκφραστικότητα του προσώπου του, τον καθιστούν ένα σύγχρονο Θανάση Βέγγο με μικρότερη όμως αναγνωρισιμότητα,  λόγω της διαφορετικής εποχής και του μέσου (θέατρο) με το οποίο απευθύνεται στο κοινό.

Ο Δημήτρης Πασσάς –απόλυτα σύγχρονος ο τρόπος που αφομοιώνει την ομοφυλοφιλική του ταυτότητα-  και η  Ρόζα Προδρόμου στοιχειοθετούν ένα εξαιρετικό δίδυμο με κοινά χαρακτηριστικά και κοινούς στόχους στους ρόλους τους αλά και με διαφοροποιήσεις όταν απαιτείται, αφού απώτερος στόχος του καθενός είναι η εξυπηρέτηση των δικών του προσωπικών στόχων  και της ματαιοδοξίας του.

Εξαιρετικός ως δημιουργία είναι και ο ρόλος της  ξένης ηθοποιού Eva Maria Sommersberg  ή οποία δείχνει να αντιλαμβάνεται το κείμενο σε κάθε στιγμή και λειτουργεί αποσυμφορητικά ως καρικατούρα του «ξένου» τουρίστα.

Βεβαίως η παράσταση δεν θα είχε ίσως την ίδια τύχη αν δεν υπήρχε και ο σκηνοθέτης Σαράντος Γεώργιος Ζερβουλάκος, ο οποίος  κατάφερε να ενώσει όλους τους συντελεστές, με την μεγάλη δυναμική τους, σε ένα, και να τον κάνει να φαίνεται σαν να υπήρχε εκεί από χρόνια.

Το σκηνικό που δημιούργησαν η Ηλένια Δουλαδίρη και ο  Σαράντος - Γεώργιος Ζερβουλάκος είναι ακόμη ένα πολύ δυνατό στοιχείο της παράστασης. Αρχικά το τοπίο μέσα στο οποίο  συστήνονται οι ηθοποιοί στο κοινό και στη συνέχεια η μεταφορά στο σπίτι το οποίο μπορεί να φαίνεται «φορτωμένο» αλλά το κάθε τι έχει το συμβολισμό του και αξιοποιείται στο έπακρο από τους ηθοποιούς.

Ο Νίκος Πάστρας έχει κάνει, επίσης, εξαιρετική δουλειά στα παρελθοντικά video που προβάλλονται κατά τη διάρκεια του έργου και  λειτουργούν ως αντιστάθμιση στη δυστοπία του σήμερα.

Τα κουστούμια από  την Ηλένια Δουλαδίρη και τον Σαράντο - Γεώργιο Ζερβουλάκο βοηθούν το κοινό να διακρίνει ακόμα πιο έντονα τα «χαρακτηριστικά» των ηρώων του έργου.

Οι φωτισμοί και ο καπνός από το Νίκο Βλασόπουλο χρωματίζουν καίρια τους χαρακτήρες και το σκηνικό χώρο.

Αξιόλογη είναι και η προσπάθεια να επικοινωνήσει το Εθνικό Θέατρο και με τους ξένους θεατές μέσω των υπέρτιτλων της παράστασης. Ίσως είναι από τα έργα που θα άξιζε να έχουν μια «πορεία» και εκτός Ελλάδος, δίνοντας τη δυνατότητα και στο ξένο κοινό να ξεφύγει από το στερεότυπο Ελλάδα=Αρχαία τραγωδία .

Σε κάθε περίπτωση είναι από τα έργα που αξίζουν να έχουν συνέχεια και την επόμενη θεατρική σεζόν.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδω