Ο τελευταίος αντάρτης

Αρχείο Παίχτηκε από 05/02/2020 έως 25/03/2020
στο Άβατον
Διάρκεια: 60' (χωρίς διάλειμμα)
Κείμενο: Α. Ζαφείτη
Σκηνοθέτης: Ιωάννα Νιάχα
Σκηνογραφία: Ομάδα Fade-Out         
Κοστούμια: Ομάδα Fade-Out         
Φωτισμοί: Ιωάννα Νιάχα
Ερμηνεύουν: Τασούλα Μαρία Δεληγιάννη, Μαρία Καρύδη, Πηγή Κεφαλά, Χάρις Μπεζιούλα, Λυδία Ορφανουδάκη

Περιγραφή

"Ο Τελευταίος Αντάρτης" είναι η πραγματική ιστορία, της τελευταίας ομάδας του Δημοκρατικού Στρατού στο Γράμμο. 5 ιστορίες γυναικών-μαχητριών της ομάδας, διατρέχουν οριζόντια τη Δεκαετία της Φωτιάς, 1940-1949. Τη σκηνική σύνθεση, συμπληρώνει ηχητικά, η αφήγηση του Τάκη Σάντρα (Δημήτρης Ζαφείρης), του τελευταίου μέλους της ομάδας.

Περισσότερα

Ο Τάκης Σάντρας, γεννήθηκε το 1925 στη Πυρσόγιαννη, του Γράμμου. Στη περίοδο της Κατοχής συμμετείχε σαν ηθοποιός, στις Θεατρικές Ομάδες της ΕΠΟΝ. Το 1946 εξορίστηκε στη Μακρόνησο. Δραπέτευσε το 1948 και συμμετείχε, ως επικεφαλής, στη τελευταία ομάδα του ΔΣΕ που αποχώρησε από τον Γράμμο. Στη συνέχεια έζησε, μέχρι το 1958,στη Τασκένδη, ως πολιτικός πρόσφυγας. Λόγω των γνωστών γεγονότων μεταξύ των πολιτικών προσφύγων, επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα, όντας καταδικασμένος "δις εις θάνατον". Συνελήφθη και φυλακίστηκε.

Βοηθός Σκηνοθέτη: Νίκη Ράπτη
Γραφιστική επιμέλεια Αφίσας: Aristi
Φωτογραφίες/Trailer: Δημήτρης Σαμουήλ
Επικοινωνία: Χρύσα Ματσαγκάνη

Φωτογραφίες

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

    «Ο Τελευταίος Αντάρτης» είναι η πραγματική ιστορία της τελευταίας ομάδας ανταρτών που πέρασε τα σύνορα μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού στο Γράμμο το 1949, η οποία παρουσιάζεται επί σκηνής, από τις 5 Φεβρουαρίου 2020, στο Θέατρο Άβατον, σε σκηνοθεσία Ιωάννας Νιάχα.

    Παρακολουθούμε απλές κοπέλες στις ρούγες του χωριού. Η μια, η Μαρία, λαμβάνει γράμμα από τον αγαπημένο της, τον Γούσια. Πειράζοντάς την, της το «κλέβει» η φίλη της για να το διαβάσει. «Πες μου τι σου κρένει! Σου ’στειλε γράμμα ο Γούσιας;» Την πειράζουν οι φίλες της: «Σα δε ντρέπεστε γκιόσες! Ο Γούσιας είναι ξάδελφός μου!», λέει αυτή. «Ναι, αλλά τρίτος» ανταπαντούν οι άλλες. Πειράγματα κοριτσιών: «Να και η ομαδάρχης!» λένε περιπαικτικά για τη μια που είναι στρατευμένη σε κομματική νεολαία. «Η νεολαία μας δε φορά πια γραβάτες, φορά χλαίνες». Η εισαγωγή στο θέμα γίνεται σταδιακά, παρουσιάζοντας το γενικό κλίμα, μαζί με τη διήγηση στο φιλμάκι του Τάκη Σάντρα (Δημήτρης Ζαφείρης), του τελευταίου μέλους της ομάδας.

    Ανοίγοντας το γράμμα αντιλαμβάνονται ότι το γράμμα δεν το έγραψε ο Γούσιας, αλλά ένας άλλος από τον Έβρο. Η κοπέλα του ανησυχεί για εκείνον γιατί σε τρεις μήνες παντρεύονται. Ακόμα και οι γυναίκες αναγκάστηκαν να μπουν στον πόλεμο, οι Γερμανοί μάζεψαν όλες τις τροφές, έπεσε πείνα. Φουντώνει το αντάρτικο. Οι Έλληνες στρατιώτες που φυγαδεύονται στα σπίτια δεν πειράζουν τις κοπέλες, όχι όμως οι Ιταλοί. Οι κοπέλες ξύνουν το κεφάλι τους από τις ψείρες και ζητιανεύουν προμήθειες για τους αγωνιστές. Μια από τις φίλες, από «καλή οικογένεια», ντρέπεται να ζητιανέψει. «Γιατί δε χαλεύεις αρχοντοθυγατέρα;» «Ντροπή είναι για τους χορτάτους να ζητιανεύουν.»

    Πολλές γυναίκες βιάστηκαν, και ο παππάς τις παρηγόρησε: «Μη σκιάζεστε, δεν ήταν άνθρωποι αυτοί, ισκιώματα ήταν, βρουκόλακες». Οι κοπέλες μεταφέρουν προμήθειες στους αγωνιστές και η πλάτη τους έχει αργαστεί από την τριχιά. Πόλεμο είχαν οι κατσιαπλιάδες με τους κομμουνιστές. Ο ΕΛΑΣ ελευθερώνει την Πυρσόγιαννη. Η Μαρία μένει έγκυος. Συμμετέχουν στην θεατρική ομάδα της ΕΠΟΝ. Οι γυναίκες αποκτούν λόγο και ανάστημα. Πέντε γυναίκες-μαχήτριες της ομάδας, διατρέχουν οριζόντια τη Δεκαετία της Φωτιάς, 1940-1949. Δέκα χρόνια πόλεμος με πολύ θυμό και κλάμα που τις οδήγησαν να γίνουν αντάρτισσσες. Γαλουχήθηκαν στο βουνό, βασανίστηκαν, υπέμειναν τον θάνατο των συγγενών τους, των παιδιών τους. Στη ποδιά της μιας άδειασαν το κεφάλι του παιδιού της. Μεγάλη συντριβή. Τρέλα. Σκότωσαν τον άντρα της αλλά και την τρίχρονη κορούλα της. Η αρχοντοπούλα έρχεται στο βουνό και ζητά να μείνει με τις άλλες. Ζητά συγγνώμη γιατί δεν ήξερε. Η οικογένειά της, ο πατέρας της, της έλεγε ότι οι κομμουνιστές ήταν κακοί, όταν όμως είδε προσπάθησε να αυτοκτονήσει. Τότε την έκλεισαν σε ψυχιατρική κλινική και με το που βγήκε ήρθε να τις βρει.

    Το έργο εμπνέεται από την ιστορία του Τάκη Σάντρα, που γεννήθηκε το 1925 στη Πυρσόγιαννη, του Γράμμου. Στη περίοδο της Κατοχής συμμετείχε σαν ηθοποιός, στις Θεατρικές Ομάδες της ΕΠΟΝ. Το 1946 εξορίστηκε στη Μακρόνησο. Δραπέτευσε το 1948 και συμμετείχε, ως επικεφαλής, στη τελευταία ομάδα του ΔΣΕ που αποχώρησε από τον Γράμμο. Στη συνέχεια έζησε, μέχρι το 1958,στην Τασκένδη, ως πολιτικός πρόσφυγας. Επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα, όντας καταδικασμένος «δις εις θάνατον». Συνελήφθη και φυλακίστηκε.

    Η διήγηση των κοριτσιών: της Τασούλας Μαρίας Δεληγιάννη, της Μαρίας Καρύδη, της Πηγής Κεφαλά, της Χάρις Μπεζιούλα και της Λυδίας Ορφανουδάκη, ο γλαφυρός λόγος του Α.Ζαφείρη που δείχνει και λεκτικά και λαογραφικά την μετάβαση αυτών των ηρωίδων από την απλή αθώα κατάσταση του χωριού στην συνειδητοποίηση και πολιτικοποίηση του αντάρτικου των βουνών. Μετά τις συγκλονιστικές μαρτυρίες - αφηγήσεις που συγκίνησαν τους θεατές και σε κάποια σημεία τους έκοψαν την ανάσα με την περιγραφόμενη βιαιότητα, ακούγεται το τραγούδι “Σβάρα” από τους Villagers of Ioannina City .

    Μια παράσταση κοινωνικοϊστορικού ενδιαφέροντος, σκηνοθετημένη με οικονομία και λειτουργικότητα από την Ιωάννα Νιάχα, με αξιοπρόσεκτες ερμηνείες, για να μην ξεχνάμε και γιατί η ιστορία επαναλαμβάνεται δυστυχώς.