Κριτική για την παράσταση "Nine"

Nine

Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή.

Ο Γιάννης Κακλέας έχει πια χαρακτηριστική γραφή, και αναγνωρίσιμη. Αυτό το εννοούμε θετικά, ότι έχει στίγμα, άποψη και τα υπηρετεί με πάθος.

Φέτος ασχολήθηκε με ένα έργο που θα μπορούσε να είναι αυτοβιογραφικό κάθε μεγάλου καλλιτέχνη και βέβαια του ιδίου. Πρόκειται για τη μεταφορά σε μιούζικαλ του αυτοβιογραφικού φιλμ του Φελίνι Οκτώμιση, μια τολμηρή σουρρεαλιστική και μαγική ιστορία με θέμα τη δημιουργική κρίση ενός σκηνοθέτη, που έγινε μια από τις πιο πολυσυζητημένες ταινίες όλων των εποχών.

Το Nine είναι το μιούζικάλ των Arthur Kopit και Maury Yeston, βασισμένο στο 8 1/2 του Φελίνι. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1982 στη Νέα Υόρκη, γνώρισε εξαιρετική επιτυχία σε όλα τα επόμενα ανεβάσματά του και έχει τιμηθεί με πέντε βραβεία Tony ανάμεσά τους και για το καλύτερο μιούζικαλ.

Το 8 1/2 είναι για τον Γκούιντο Ανσέλμι, έναν Ιταλό σκηνοθέτη που έχει χάσει όλη την καλλιτεχνική του έμπνευση για την επόμενη ταινία, αλλά είναι πολύ αργά να κάνει πίσω, μετά από την προηγούμενη μεγάλη επιτυχία του. Ο Γκούιντο Ανσέλμι μετονομάζεται στο Nine σε Γκουίντο Κοντίνι, σκηνοθέτης του κινηματογράφου και αυτός που βρίσκεται σε αδιέξοδο γιατί νομίζει ότι έχει στερέψει η έμπνευσή του. Και πέραν του γεγονότος ότι δεν μπορεί να κάνει το φιλμ, η γυναίκα, η ερωμένη, η παραγωγός του, αλλά και όλοι οι φίλοι του, τον πιέζουν για το ένα και για το άλλο. «Μια κρίση έμπνευσης; Κι αν δεν είναι περαστικό; Κι αν είναι το τέλος ενός απατεώνα χωρίς ταλέντο;» Στο μεταξύ αποσύρεται σε ιαματικά λουτρά σε μια προσπάθεια να επαναπροσδιορίσει την ζωή και το έργο του, καθώς έχει περιέλθει σε μια χωρίς έμπνευση περίοδο της ζωής του, καθώς είναι βυθισμένος σ’ ένα ασφυκτικό αδιέξοδο. Στην απελπισία του προσπαθεί να αντλήσει θέματα από τις μνήμες του, θυμάται όλες τις γυναίκες της ζωής του, ξεκινώντας από την εμβληματική παρουσία της μητέρας του, Μάρως Κοντού, για να αποφασίσει τελικά να γυρίσει ταινία αυτές τις περιπέτειες της ζωής του.

Παρελαύνουν από τη σκηνή του PANTHEON όλες οι μεγάλες ταινίες του Φελίνι, όλοι ο μεγάλοι ηθοποιοί, που συμμετείχαν σε αυτές. Η Ανίτα Έκμπεργκ, η Σοφία Λώρεν , ο Μαρτσέλο Μαστρογιάννη, η Τζουλιέτα Μασίνα, η Σάντρα Μίλο, Κλαούντια Καρντινάλε και πάρα πολλοί άλλοι.

Ένα ποτ πουρί από τις ταινίες του Φελίνι, αποκαλύπτουν όλες τις πηγές έμπνευσής του το εξωτικό ύφος, τις όμορφες γυναίκες, τους κλόουν και το τσίρκο.

Στη σκηνή τον Γκουίντο ακολουθεί ένα παιδάκι,o εαυτός του μικρός. Το παιδί αυτό που αναζητά ταυτότητα, που οι γονείς του το στέλνουν σε εκκλησιαστικό σχολείο, που αποκτά εμπειρίες και που στο τέλος αποφασίζει να πάρει τον φακό στο χέρι του και να γυρίσει την ταινία. Στον μεγάλο σκηνοθέτη ενυπάρχει το παιδί. Κάθε φορά που αναπολεί την μητέρα του και τη καλεί αυτό συμβαίνει με ένα σπαραχτικό, κλαψιάρικο σχεδόν «Μαμά !».Μια έκκληση ασφάλειας, σωτηρίας στο μοναδικό πρόσωπο της ζωής ενός ανασφαλούς μεγάλου άντρα, που στην ουσία αναζητούσε πάντα τη γυναικεία θαλπωρή, επιζητώντας κάθε στιγμή τη στοργή της μητέρας. Εκείνη τον βλέπει πάντα μικρό « Παιδί μου είσαι καλά ;» και εκείνος αντιλέγει «Γιατί με ρωτάς ; Είμαι ένας ώριμος σκηνοθέτης !» Όλοι γελούν. Ωραία η σκηνή που εμφανίζεται η μητέρα του από τους ουρανούς και με γλυκιά φωνή παραμυθούς τον ησυχάζει « Είμαι δίπλα σου κάθε στιγμή !»

Ο σταθερός εξωσυζυγικός ερωτάς του, η Κάρλα, εδώ η Κατερίνα Παπουτσάκη και στην ταινία η Κλαούντια Καρντινάλε, αποτελεί ένα από τα πάθη του. Θα τον παντρευτεί μόλις πάρει το διαζύγιό της. Όταν όμως πια το έχει πάρει, ο Γκουίντο δεν τολμά να προβεί στο δικό του διαζύγιο, χάνοντας την ασφάλειά του.

Η γυναίκα του, η Λουΐζα, ήταν στην πραγματικότητα για τον Φελίνι, η Τζουλιέτα Μασίνα. Σύντροφός του και γυναίκα της ζωής του. Δεν ήταν μια περιπέτεια, η οποία άρχιζε και τέλειωνε δίχως καμία σημασία. Η Τζουλιέτα ήταν για τον Φεντερίκο ο αέρας που ανέπνεε. Και αν έγινε τόσο μεγάλος, έγινε χάρη στην Τζουλιέτα. Διότι δίπλα σε κάθε "μεγάλο" άντρα στέκεται μια γυναίκα ακόμη πιο "μεγάλη" απ' αυτόν, η οποία συνήθως είναι αφανής. Η Τάνια Τρύπη ως Λουΐζα είναι ακριβώς αυτό που ήταν η Μασίνα. Μια γυναίκα που ξέρει την αλήθεια για τις περιπέτειες του άντρα της, του λέει ότι αν δεν αλλάξει συμπεριφορά θα χωρίσουνε, όμως δεν το κάνει ποτέ και τον στηρίζει, τον ακολουθεί, είναι μια συνέχιση της μητρικής φιγούρας στη ζωή του, πάντα παρούσα και υποχωρητική. Της προτείνει να πάνε στη Fontana di Luna, να ξεφύγουν. Αυτό είναι ένα από τα διασημότερα spa και βέβαια όλες οι λουόμενες τον αναγνωρίζουν. Ωραία η σκηνή στη λουτρόπολη !

Η σκηνή μετατρέπεται σε στούντιο, της Cinecitta. Στο spa καταφθάνει και η Κάρλα, Κατερίνα Παπουτσάκη, θηλυκή, προκλητική, εκρηκτική πάνω σε ένα κόκκινο κρεβάτι σε σχήμα καρδιάς τηλεφωνεί στον Γκουίντο για να του πει ότι τον θέλει. Εκείνος από την άλλη μπροστά στη γυναίκα του, ανταπαντά «Κι εγώ Αιδεσιμότατε !»

Ο Κακλέας κατάφερε να δημιουργήσει κινηματογραφικές εικόνες στη θεατρική σκηνή.

Δεν ξέρει τι ταινία να γυρίσει. Σκέφτεται τα πάντα γουέστερν, ντοκιμαντέρ, βιβλικό έπος. Σε τέσσερεις μέρες όμως , όπως λέει και ο ίδιος, το μόνο που μπορεί να γυρίσει είναι τον εαυτό του στο σπίτι του !

Η παραγωγός του, η Λίλιαν, Lillian la fleur λάτρης του χρήματος και με συμπεριφορά μαφιόζου απαιτεί να ξεκινήσει η ταινία και εκείνος την καθησυχάζει χωρίς να έχει όμως υλικό. Η Lillian la fleur τραγουδά Lillian la vedette de Folies Bergères. Ο μικρός Γκουίντο την είχε γνωρίσει στα Folies Bergères, της είχε κάνει δώρο ένα ροζ μπουά και εκείνη είχε ενθουσιαστεί. Ο χορός, τα κοστούμια, η κίνηση, όλα καταπληκτικά. Αν μπορείς να δεις έναν κόσμο με ένα διάολο, θα μπορείς να δεις και έναν κόσμο με έναν άγγελο.

Η κριτικός Στεφανί που γράφει με το ψευδώνυμο Ροβεσπιέρος διακηρύσσει ότι οι ταινίες του Γκουίντο είναι συναισθηματικά κούφιες.

Κοντά στο εκκλησιαστικό σχολείο υπήρχε η Σαραγκίνα. Πολλά αγόρια το έσκαγαν για να τη πάνε στο καμπαρέ της και να μάθουν από εκείνη τον έρωτα. Η Σαραγκίνα, ένα από τα παλιότερα πάθη του Φελίνι, ήταν μια απίστευτα παχιά πόρνη που πρόσφερε το κορμί της στους ψαράδες κι εκείνοι της έδιναν της απούλητες σαρδέλες τους. Αυτός ο “φριχτός και θεσπέσιος δράκος, όπως την αποκαλούσε ο Φελίνι, ήταν τυπικό δείγμα των παράξενων, πληθωρικών, βαριά σεξουαλικών μορφών που στοίχειωναν τα όνειρά του και θα εμφανίζονταν επανειλημμένα στις ταινίες του…. Στην παράσταση η Έλενα Παπαρίζου έχει μια καταπληκτική τσιγγάνικη άγρια σκηνή, με συνοδεία από ντέφια, όπως και στο μιούζικαλ. Ωραία συνεργασία και συντονισμός χορού , ντεφιών, τραγουδιού με την απίστευτη ζωντανή ορχήστρα υπό τη διεύθυνση του Αλέξιου Πρίφτη. Ακριβώς στο στοιχείο της Έλενας Παπαρίζου, τραγούδι και χορός, με μια καταπληκτική χορογραφία, με μια εκπληκτική ομάδα χορευτών. Εξαιρετική η σκηνή αυτή ίσως από τα πιο δυνατά σημεία της παράστασης μαζί με τη σκηνοθεσία, με τα πολλά σκηνικά, τις προβολές, τη ζωντανή μουσική, το τραγούδι, την ερμηνεία ηθοποιών, τις πολύ ενδιαφέρουσες χορογραφίες, ένας δύσκολος συντονισμός με προσωπικό χαρακτήρα.

Ο μικρός Γκουίντο γίνεται αντιληπτός από την καλόγρια, που τον κυνηγά. «Γκουίντο, όπου και να είσαι ο Θεός σε βλέπει !» Του επιβάλλουν για τιμωρία νηστεία και προσευχή. Η μητέρα του τρομερά στενοχωρημένη, τον επιπλήττει. «Η Σαραγκίνα είναι ο διάολος !» Ο Γκουίντο όμως ξαναπήγε και μαζί της έμαθε τη ζωή.

Μετά την καταπληκτική ερμηνεία της Έλενας Παπαρίζου, πολύ ωραία τραγούδησε η Τάνια Τρύπη (Λουΐζα) θαμπή, διακριτική παρουσία, όμως με δυναμική , δίπλα στον εκπληκτικό σε ερμηνεία , τραγούδι και κίνηση Βασίλη Χαραλαμπόπουλο.

Η Κλώντια, η άλλη γυναίκα της ζωής του Γκουίντο   (Κατερίνα Λέχου ) ήρθε στον «γοητευτικό Καζανόβα» να τον βοηθήσει στη ταινία του, γιατί της το ζήτησε η Λουΐζα, η γυναίκα του. ). Εκείνος τη θαυμάζει.« Τι όμορφη που είσαι !». Μετά από τόσα χρόνια η σχέση τους έχει γίνει σχεδόν συγγενική.

Ακόμα και ο «Ροβεσπιέρος» (Νάντια Μπουλέ) κρύβει έναν έρωτα για τον Γκουίντο.

Ο Γκουίντο απευθύνεται στη Λουΐζα, επικυρώνοντας τη σχέση του Φελίνι με τη Μασίνα «Λουΐζα αγάπη μου, άγγελε της ζωής μου !» Ακραιφνής αναφορά στη μητρική αγάπη.

Βενετία, νύχτα, Καρναβάλι, piazza St Marco η Κλώντια θα παίξει τη Βεατρίκη , τη γυναίκα του Καζανόβα. Θα γυρίσει τη ζωή του ! Η Κάρλα τον διεκδικεί , αυτός δεν θέλει να χωρίσει, Η Κλώντια ζει με έναν πλούσιο άντρα στο Παρίσι. Όλες τον εγκαταλείπουν, το ίδιο και η Λουΐζα, γιατί κατέστρεψε ό,τι ωραίο είχε στη ζωή της. Εκείνος δηλώνει ότι δεν αγάπησε άλλη γυναίκα στη ζωή του, ότι αυτή είναι ο αιώνιο έρωτάς του, η Γυναίκα του ! Είναι συγκλονισμένος και η Λουΐζα προδομένη τον εγκαταλείπει, τον ευχαριστεί «γιατί της υπενθύμισε ότι δεν ήταν ξεχωριστή.» « Έκανες στάχτη όλα μου τα σ’ αγαπώ, Δεν μπορώ πια να συγχωρώ ! Φύγε λοιπόν με όποια θες, τράβα κοιμήσου, δεν με αφορά !» Καταρρακωμένος κατανοεί ότι ο ίδιος είναι ο φίλος και ο εχθρός του εαυτού του. Απευθύνεται στη μητέρα του «Μαμά, είμαι χαμένος !» Εκείνη τον καθησυχάζει και του επισημαίνει ότι και εκείνος θα πεθάνει. «Μαμά ! Μαμά!» Η υπενθύμιση του τέλους, δίνει άλλη αξία στην πορεία και πυροδοτεί το ξεκίνημα της ταινίας για τη ζωή του. « Είμαστε έτοιμοι να αρχίσουμε ; Ε ! παιδί ;» « Σαράντα είμαι στο σώμα και εννέα στο μυαλό ! Τα σπουδαία δεν περιμένουν για πολύ !»

Τώρα νιώθει ελεύθερος και ζωντανός και το γιορτάζει. Ο μικρός στην κάμερα εκείνος στη ντουντούκα και παρελαύνουν όλες ο γυναίκες της ζωής του ο Ροβεσπιέρος, η Λουΐζα, η Έκμπεργκ, η Lillian la fleur, η μητέρα του, η Κλώντια, ο Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι.

Η Κλώντια του λέει ότι με έναν παράξενο τρόπο τον έχει μέσα στο αίμα της. Είναι άντρας της, φίλος της και εχθρός για μια ζωή. Φιλά τη Λουΐζα, η οποία κάθεται στην καρέκλα του σκηνοθέτη, ο μικρός στην άλλη πλευρά της σκηνής με τη Σαραγκίνα . Όλα αυτά συνθέτουν το έργο ενός καλλιτέχνη και με αυτά καθορίζεται και η ποιότητά του. Τα συμπλέγματα, τα αδιέξοδα, τα πάθη είναι φυσιολογικό να οδηγούν ή να μπλοκάρουν την καλλιτεχνική έμπνευση ή έκφρασή του. Όλα αυτά και ειδικά ο έρωτας αναφλέγει τη δημιουργία ή και την καταπνίγει. Ο Φελίνι, ο Γκουίντο είναι το πιο ευαίσθητο άτομο, ευάλωτος , απελπισμένος, όμως και με παιδική χαρά, αλλά και με δύναμη δημιουργίας. Ο Φελίνι επιχείρησε άλλη μια φορά να κάνει μια ανατομία του ψυχισμού του ανθρώπου, να αφηγηθεί τη ζωή του, για να βροντοφωνάξει ότι η ζωή είναι γλυκιά μέχρι το τέλος. Αυτή τη χαρμολύπη και τις εξάρσεις ενθουσιασμού , αλλά και τρυφερού ερωτισμού κατόρθωσε να αποδώσει με επιτυχία ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ