Κριτική για την παράσταση "Ο Μικρός Πρίγκιπας και το Ρόδο του"

Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

Στο φυσικό σκηνικό της Οικίας Άγγελου και Λητώς Κατακουζηνού ο Αντουάν Σαιντ Εξυπερύ ( Βαγγέλης Παπαδάκης) μπροστά από μια γραφομηχανή, μονίμως απορροφημένος από τα γραπτά του όταν δεν πετούσε στους αιθέρες.  Δίπλα ένα πιάνο πλαισιώνει μελωδικά μια ιστορία αγάπης. Αριστερά από το γραφείο μια ψάθινη πολυθρόνα που μας παραπέμπει σε μια ζεστή χώρα επί της οποίας βρίσκεται καθισμένη μια γυναίκα όμορφη, με χτένισμα εποχής, με  κατακόκκινα χείλη και λατινοαμερικάνικα χαρακτηριστικά, με ωραία κίνηση σώματος, κρατώντας εκφραστικά μια βεντάλια η Κονσουέλο  ( Ελπίδα Τοπάλογλου). Παρακολουθούμε την εκδίπλωση ενός μεγάλου έρωτα. Εκείνος ιπτάμενος στην πολεμική αεροπορία και συγγραφέας, εκείνη ζωγράφος και συγγραφέας.

Χορεύουν ένα υπέροχο βαλς χορογραφημένο από τον  Δημήτρη Ράπτη, στο οποίο η κίνηση, οι ματιές που ανταλλάσσουν καθώς και τα φωτογραφικά σταματήματα δηλώνουν έναν έρωτα βαθύ, ουσιαστικό, απόλυτο.

Εκείνος εκτελεί ταχυδρομικές πτήσεις μεταξύ Τουλούζης και Β. Αφρικής και μέσα στα αεροπορικά υπόστεγα όπου συχνά καταπιανόταν με τη συντήρηση των αεροσκαφών έβρισκε την ώρα να γράφει αποτυπώνοντας στο χαρτί την προσπάθεια του ανθρώπου να αναμετρηθεί με την πρόκληση του κινδύνου υπερβαίνοντας τα όριά του. Γράφει πάντα και στο «Χρυσό του Πούπουλο». Εκείνη του γράφει ότι προσπαθεί να είναι όμορφη και όλη δική του.

Οι επιστολές τους γεμάτες τρυφερότητα και έρωτα. Το βαλς που χορεύουν, η λατρεία με την οποία κοιτιούνται, τα τραγούδια τους, όλα φωνάζουν τον έρωτά τους. Έρωτα υψηλό, με εικόνες υψηλής αισθητικής, μέσα σε έναν φινετσάτο περιβάλλον και συνάμα χώρο τέχνης και πολιτισμού. Την αποκαλεί « Χρυσό Πούπουλο», καθώς αυτή με εύθραυστη υγεία, παραπονιέται για πόνους και αδιαθεσία. Είναι το Ρόδο του το ακριβό. «Αυτοί που δε σε γνωρίζουν ίδια με τις άλλες σε νομίζουν και αγνοούν σε τι εσύ διαφέρεις και τι σε εμένα προσφέρεις», λέει το τραγούδι. Εκείνη πανέμορφη, αισθησιακή. «Σε χρειάζομαι όπως χρειάζομαι το Καλοκαίρι», λέει. Η Κονσουέλο μελαγχολεί , του γράφει ότι της λείπει και εκείνος τη διαβεβαιώνει ότι θα γυρίσει για να σχεδιάσει παντού Μικρούς Πρίγκιπες.

Σε αυτό εκείνη ανταπαντά «Αγαπημένε μου σύζυγε δεν έχω άλλον να με αγαπά όπως εγώ θέλω.»

Στην ανασφάλειά της αν την αγαπά, τη διαβεβαιώνει ότι την αγαπά και ότι αν δεν το καταλαβαίνει το λουλούδι του, είναι σφάλμα του ιδίου, που δεν της το έδειξε σωστά για να το καταλάβει. «Παράτα αυτή τη γυάλα, δεν τη θέλω πια!» λέει το ρόδο του, «σε μια γυάλα μικρή δε χωράει η ζωή!» Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η σκηνοθετική συρραφή της σκέψης του συγγραφέα για το ρόδο του, της αντίδρασης της Κονσουέλο, καθώς στέκεται στενοχωρημένη και σκεπτική στην άλλη άκρη με θαυμάσιο επιστέγασμα στο τέλος το όμορφο τραγούδι: «Σε μια γυάλα μικρή δε χωρά η ζωή αν μου φύγεις εσύ μακριά σε άλλη γη.»

Εκείνος ένας αθεράπευτα ρομαντικός, ένας ευαίσθητος άνθρωπος. Εκείνη να τον παρακαλεί να γυρίσει γιατί ανησυχεί και αυτός να της τονίζει πόσο τέλεια είναι καλώντας τη να το θυμάται και να το λέει κάθε βράδυ στην προσευχή της. Έχει πολλές φορές τραυματιστεί από πτώσεις με αλεξίπτωτο και τώρα πια στα 42 δεν του επιτρέπεται πια να πέσει υποβαλλόμενος σε μια τέτοια δοκιμασία, εκείνος όμως νιώθει ότι πρέπει να ταλαιπωρείται για να έρχεται πιο κοντά σε αυτούς, που δεινοπαθούν, που πεινάνε και γι’ αυτό θέλει να υποφέρει όσα γίνεται περισσότερα βάσανα. Την καθησυχάζει ότι δε θα επιδίωκε να σκοτωθεί, αλλά θα δεχόταν ευχαρίστως να αποκοιμηθεί.

Εκείνη πανικοβάλλεται. « Tu es mi unica musica». Οι σιωπές του την ανησυχούν προφανώς γιατί ξέρει πόσο ευαίσθητος άνθρωπος είναι και βέβαια γιατί σε καιρό πολέμου όλα είναι επισφαλή ακόμα και κυρίως η ζωή του. Τον ικετεύει να ξεκινήσει το μυθιστόρημά του. Εκείνος έχει κουραστεί: «στην έρημο που πολεμώ κοριτσάκι μου, τι να σου πω για τους ανθρώπους, που μισούν άλλους ανθρώπους.»

Ο Αντουάν της λέει ότι τα αστέρια είναι όμορφα γιατί κάπου εκεί πάνω κρύβεται ένα λουλούδι. Μιλούν για τη δίνη του πολέμου και ένα καταπληκτικό χορωδιακό αποδίδει τη συμφορά. «Τα κακά φυτά αν τ’ αφήσεις να ριζώσουν, θα βρουν χώρο να πληγώσουν.»

Η μουσική της Βέρας Χατζηπαπά είναι καταπληκτική. Ακολουθεί αυτόν τον μεγάλο ονειροπόλο στους αιθέρες, αλλά και στις ενδόμυχες πτήσεις του. Ο συνδυασμός με τους ευθύβολους, καίριους, ρομαντικούς, ερωτικούς και συγχρόνως μελαγχολικούς στίχους των τραγουδιών της Ελπίδας Τοπάλογλου και του  Θοδωρή Τσαπακίδη, εξαιρετικός.

Ο Αντουάν από μικρός έφτιαχνε  ο ίδιος φτερά από χαρτόνι και μιμούνταν το βούισμα εκείνου του θαύματος των αιθέρων.  Έτσι και τώρα ο Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ κρατά το χάρτινο φτερό στο χέρι του. Η ζωή που επέλεξε και έζησε. Πολέμησε στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, στην πτώση της Γαλλίας, όπου και παρασημοφορήθηκε για να σκοτωθεί τελικά το 1944. Η Κονσουέλο δεν σταμάτησε ποτέ να του γράφει κα να τον αγαπά.

Η σκηνοθεσία του Θοδωρή Τσαπακίδη, όπως και η δραματουργική επεξεργασία, κατόρθωσαν να δημιουργήσουν το κλίμα μιας εποχής, να μεταφέρουν τους θεατές σε μιαν άλλη χρονική περίοδο όπου άνθισε αυτός ο έρωτας.

Οι ηθοποιοί Βαγγέλης Παπαδάκης, Ελπίδα Τοπάλογλου, ούτε στιγμή δεν το έχασαν, πάντα μέσα στο ρόλο αλληλεπιδρώντας εξαίσια. Εκείνος πάντα πίσω από μια γραφομηχανή, να της στέλνει γράμματα, ερωτευμένος, να τραγουδά τον έρωτά του, εκείνη ένα παιδί , μια χαρούμενη, παιχνιδιάρα, πολύ ερωτική Κονσουέλο, αφοσιωμένη στον έρωτα της ζωής της.

Πρόκειται για μια ολιστική παράσταση, που αφορά πολλές τέχνες, που μόνο αν τη δει κάποιος θα μπορεί να απολαύσει την ξεχωριστή της ποιότητα.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ