Κριτική για την παράσταση "Proof"

Από την θεατρολόγο Μαρινέλλα Φρουζάκη

Η μεταφορά του βραβευμένου με Πούλιτζερ και Τόνι για το 2001 έργου του Ντέιβιντ ‘Ομπερν, και μετά την επιτυχημένη κινηματογραφική ταινία (με τον Άντονι Χόπκινς το2005) λαμβάνει χώρα στη σκηνή του θεάτρου Από Μηχανής, σε μετάφραση Άννας Ελεφαντή και σκηνοθεσία Δημήτρη Μυλωνά.

Ένα θεατρικό έργο που διεισδύει στις ανθρώπινες σχέσεις αλλά και στην ανθρώπινη ψυχή. Το χρέος, η πίστη, η αμφιβολία, ο έρωτας, οι αλληλεξαρτήσεις ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας, οι παρεμβάσεις, οι φοβίες, οι συγκρούσεις μεταξύ των ηρώων μας χαρίζουν δυνατές θεατρικές στιγμές. Οι ηθοποιοί, με ηριώδη υποκριτική ευστροφία ανέδειξαν στο έπακρο τη δυναμική των ελάχιστων σκηνικών αντικειμένων της Αμαλίας Αντώνη, στην οποία ανήκουν και τα εύσημα της ενδυματολογικής επιμέλειας, ξεχωρίζοντας την εικόνα της Κλερ με την καπαρντίνα, μια καθαρά «γιάπικη» εικόνα, η οποία απογύμνωνε το πρόσωπό της από κάθε είδους συναίσθημα. Το σώμα των ηθοποιών, ως φυσική μηχανή παραγωγής ενέργειας, διαδραμάτιζε εξίσου κεντρικό ρόλο με το κείμενο. Ακόμη και οι αναπνοές των ηθοποιών, απόλυτα ελεγχόμενες αλλά και απόλυτα τεταμένες σαν χορδές τόξου σε κάποιες στιγμές, πλαισίωναν και διέστιζαν σε καίρια σημεία το έργο.Ο Δημήτρης Μυλωνάς έστησε την παράσταση με σαφήνεια, καθαρότητα, δίνοντας έμφαση στους χαρακτήρες του έργου, συμπυκνώνοντας με λαμπρή λιτότητα το ιδεολογικό κέντρο βάρους του δράματος, αλλά και της παράστασης. Ένα πολύτροπο τέχνημα, μια εύκρατη σύζευξη θεατρικής μεθόδου και ερμηνευτικής ελευθερίας. Η επί σκηνής έκλυση ενέργειας αποκτά πρωτοφανείς διαστάσεις, διαποτίζοντας κάθε στιγμή της παράστασης και ζωογονώντας ένα δραματικό κείμενο που εκ πρώτης όψεως μοιάζει στατικό. Σε αρκετές στιγμές του έργου βιώναμε την διονυσιακή σύζευξη του τραγικού με το κωμικό, του πόνου και του γέλιου.

Καθοριστικό στοιχείο ταυτότητας και επίκεντρο του σκηνικού χώρου, οι πολυθρόνες κήπου μέσα στα φθινοπωρινά φύλλα, εικόνα απόλυτα κινηματογραφική. Αυτό, το πρώτο σκηνικό σήμα που υποδεχόταν τους θεατές κατά την είσοδό τους στο θέατρο, σηματοδοτούσε ταυτόχρονα μια απουσία, την οποία υποδήλωναν με μια έξοχή στη λιτότητά της μετωνυμία, τα πενιχρά υλικά κατάλοιπα της ανθρώπινης ύπαρξης. Εξαιρετική σύλληψη και το μικρό πατάρι όπου διακρίναμε τον φοιτητή πίσω από ένα θολό τζάμι να μελετάει κατά τη διάρκεια του έργου.

Η Ελεάννα Στραβοδήμου ( Κάθριν) επωμίστηκε με εκπληκτικό έλεγχο εκφραστικών μέσων και με ακαταμάχητο μαγνητισμό τον απαιτητικό ρόλο της κόρης που παλεύει με τα θέλω και τα πρέπει, για να αποδείξει το δύσκολο, το αυτονόητο, για να αποδείξει τον εαυτό της. Συγκρούεται με τον πατέρα της, συγκρούεται με την αδελφή της Κλερ και μερικές φορές και με τον εαυτό της, μεταμορφώνοντας το σώμα της σε πυκνωτή και αγωγό του ηλεκτρικού φορτίου της παράστασης, διαχέοντάς το στα άλλα πρόσωπα του δράματος και εξακτινώνοντάς το στους θεατές. Η υπόρρητα ρυθμική και εν μέτρω στεντόρεια εκφορά της κατόρθωσε να σαρκώσει την άναρθρη εμπειρία της ατομικής συντριβής.

Ο Χρήστος Βαλαβανίδης ( Ρόμπερτ) για ακόμη μια φορά με χειρουργική ακρίβεια απέδωσε απόλυτα τον ρόλο του ως ιδιοφυή αλλά ψυχικά διαταραγμένου μαθηματικού και πατέρα των δυο κοριτσιών.

Η Άννα Ελεφάντη ( Κλερ) εξαιρετική στο ρόλο της ως αδελφή της Κάθριν, μια κυνική γιάπισσα που θέλει να ελέγχει και να παρεμβαίνει στις ζωές των άλλων και κυρίως της αδελφής της.

Ο Χρήστος Καπενής (Χαλ) εξαιρετικός στο ρόλο του μαθηματικού που ως παλαιός φοιτητής του Ρόμπερτ ψάχνει να ανακαλύψει κάποιο σημαντικό υλικό στα τετράδια που άφησε ο ιδιοφυής επιστήμονας. Το παιχνίδισμα του μολυβιού στα χέρια του δεν είναι όσο εύκολο φαντάζει και ούτε απλά ένας ευφάνταστος θεατρινισμός μιας και ολόκληρη η απόδοση του ρόλου από την έκφραση του προσώπου μέχρι την επιμέλεια κίνησης της Ειρήνης Κυρμιζάκη, το ύφος του Χρήστου ήταν μεστό και απόλυτα ακριβές.

Καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισαν και οι διακριτικές και αναγνωρίσιμες φωτιστικές επιλογές της Άννας Σμπώκου, καθώς επίσης και η μουσική επένδυση του Παύλου Κατσιβέλη, επίσης πολύ κινηματογραφική, πλαισιώνοντας και δένοντας με μοναδικό τρόπο αυτή την θαυμάσια δουλειά.
Με γοήτευσε προσωπικά η τελική εικόνα των δυο κοριτσιών όταν έφευγαν από το πατρικό τους. Δυο αδελφές, δυο διαφορετικοί κόσμοι. Ακόμα και τότε αισθάνεσαι την ένταση της σύγκρουσης των δυο κόσμων, αποδεικνύοντας για ακόμη μια φορά ότι το σκηνοθετικό σχέδιο απέδωσε καρπούς.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ