Κριτική για την παράσταση "Ποιος σκότωσε το σκύλο τα μεσάνυχτα"

Από την θεατρολόγο Μαρινέλλα Φρουζάκη

Η παράσταση περιστρέφεται γύρω από την ιδιάζουσα αυτιστική φύση του Κρίστοφερ Μπουν, ενός παιδιού 15 ετών με ιδιαίτερες μαθηματικές και απομνημόνευσης ικανότητες, (γνωρίζει απ’ έξω όλους τους πρώτους αριθμούς ως το 7507 και όλες τις χώρες με τις πρωτεύουσές τους),όπου τον βρίσκει επτά λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, δίπλα στον σκοτωμένο σκύλο της γειτόνισσας κυρίας Σίαρς, ο οποίος είναι καρφωμένος με ένα δικράνι.
Από το σημείο αυτό ξεδιπλώνεται η ιστορία, όπου και θα τον οδηγήσει στο αστυνομικό τμήμα μετά από την κλίση της κυρίας Σίαρς. Παρ’ όλα ταύτα ο δράστης είναι άγνωστος, μιας και δεν αποδεικνύεται πως ο Κρίστοφερ διέπραξε την δολοφονία του σκύλου, οπότε κατόπιν σύστασης, ελευθερώνεται.

Έτσι ο πρωταγωνιστής, μολονότι ο πατέρας του απαγόρευσε να εμπλακεί στην εξιχνίαση της δολοφονίας, αυτός δεδομένου ότι το επιθυμεί πολύ θέλοντας να τιμωρηθεί ο ένοχος , πασχίζει να την εξιχνιάσει, καταγράφοντας σε ένα βιβλίο τα στοιχεία και τα συμπεράσματά του, κατόπιν παρότρυνσης της δασκάλας του, όπου και του προτείνει στο τέλος να γίνει θεατρικό.

Οι έρευνες αυτές τον φέρνουν αντιμέτωπο με μια σειρά αποκαλύψεων.
Αφενός του εαυτού του, μιας και για την εξιχνίαση έρχεται σε επαφή με κόσμο, κάτι που τον αναγκάζει, να αντιμετωπίσει τους προσωπικούς του φόβους, όπως είναι η απομάκρυνση από το οικιακό περιβάλλον και η ανθρώπινη σωματική επαφή και αφετέρου να γίνουν αποκαλύψεις που αφορούν τα μυστικά και ψέματα του πατέρα του για την ύπαρξη της μητέρας του που την θεωρούσε νεκρή , τον ίδιο, καθώς και τον δολοφόνο του σκύλου…

Η σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, λιτή, καθαρή, ισορροπημένη, καλά εστιασμένη και ευανάγνωστη βρήκε στόχο και ο κόσμος ανταπέδωσε γενναιόδωρα, όπως φάνηκε περίτρανα από το τελικό χειροκρότημα. Όλοι οι ηθοποιοί της διανομής του, ένας προς έναν, τον δικαίωσαν. Η μετάφραση της Κοραλίας Σωτηριάδου, ένας πολύτιμος αρωγός στο τελικό αποτέλεσμα. Μια παράσταση ζεστή, ισορροπημένη, με συγκροτημένη αισθητική άποψη και καλά κουρδισμένη, έδωσε ζωτικό χώρο στους ηθοποιούς (νέους και παλαιότερους) να μπουν και να κατοικήσουν την όψη των πραγμάτων και, κατά κάποιον τρόπο, να διαλεχθούν μαζί τους, με ελεγμένες κορυφώσεις και αποκλιμακώσεις, με εξαιρετικά ομαλές μεταβάσεις μεταξύ των δύο κόσμων, αυτιστικού και μη… δεν μπορώ να πω «φυσιολογικού» καθώς ούτε για μια στιγμή δεν αισθάνθηκα ότι ο κόσμος του ήρωα είναι κάτι μη φυσιολογικό, κι αυτό ήταν ένα έξοχο συναίσθημα. Οι άξονες μέσα από τους οποίους δρομολογήθηκε η σκηνοθετική διαδρομή τράβηξαν με καθαρότητα τις διαχωριστικές τους γραμμές με την θαυμάσια υποβοήθηση της μουσικής του Σταύρου Γασπαράτου και του φωτιστικού σχεδιασμού του Σάκη Μπιρμπίλη.

Το θεατρικό, ευέλικτο και απόλυτα λειτουργικό σκηνικό της Μαγδαληνής Αυγερινού, με τους λευκούς κύβους μας πήρε μαζί του σε ένα μαγικό ταξίδι, που σε κάθε περιστροφή τους διαρρύθμιζε πολλαπλούς χώρους ποικίλων σημάνσεων. Υπό την κινησιολογική μπαγκέτα της Σοφίας Μαυραγάνη οι ηθοποιοί «κέντησαν» πάνω στην σκηνή ένα υφάδι – κομψοτέχνημα απαράμιλλο, «ντυμένο» ενδυματολογικά από τα εξίσου θαυμαστά κοστούμια της Κλαιρ Μπρέισγουελ.

Ο Γιάννης Νιάρρος ζωντάνεψε τον ήρωα με έναν τρόπο αψιμυθίωτο. Χωρίς στερεότυπα, χωρίς υπερβολές, χωρίς μελοδραματικά έλκη, με απόλυτη ειλικρίνεια, μέτρο, ακρίβεια και στόχο. Οι υπόλοιπες ερμηνείες, αν και με μικρότερες υποκριτικές απαιτήσεις, υπερασπίστηκαν επάξια αυτό που κλήθηκαν να εκπληρώσουν χωρίς υστερήσεις, περιττές κινήσεις ή ανούσιες επιδείξεις. Οι περιγραφές και οι εικόνες, μέσα από μια ρυθμική ενορχήστρωση κατόρθωσαν την ισορροπία ανάμεσα στην αφήγηση και το δράμα και το εδώ και το τώρα της επιτέλεσης αυτού.

Η Αλεξάνδρα Αϊδίνη μας χάρισε μια πολύ στέρεη ερμηνεία, με εξαιρετικό έλεγχο εκφραστικών μέσων, απόλυτα ακριβής ως καθοδηγητής και σύμβουλος στο πλευρό του νεαρού ήρωα. Η Μαρία Καλλιμάνη και ο Θέμης Πάνου μας χάρισαν μια ιδιαίτερα ρεαλιστική παρουσίαση οικογενειακής δυσλειτουργίας, αιχμηρή όπου χρειαζόταν, και αντίστοιχα συναισθηματικά φορτισμένη όπου ήταν απαραίτητο, φωτίζοντας τις αντίστοιχες πτυχές του έργου. Η Βάσια Χρήστου επίσης ως ιδιοκτήτρια του σκύλου παρουσίασε μια καίρια, μεστή και εύστοχη ερμηνεία, και με εξίσου απλό και πειστικό τρόπο ενδύθηκε και τους μικρότερους ρόλους. Εξαιρετικά ευρηματική η σκηνή του μηχανήματος ανάληψης!

Μια παράσταση υπερπλήρης από εξαιρετικές εικόνες και έκτακτα εικαστικά ευρήματα – ένας κόσμος εξαιρετικός, πολύχυμος και πολύχρωμος, μέσα από led φωτισμούς και ολόλευκους κύβους, ο οποίος δικαίωσε την καλοδουλεμένη, σφικτή, ρέουσα, και χωρίς συναισθηματικά και ιδεολογικά τερτίπια σκοτεινή ιστορία του νεαρού ήρωα.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ