Κριτική για την παράσταση "Το κουκλόσπιτο"

lenaki

Από τον Ιωάννη Λάζιο

Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι μπαίνοντας στον χώρο του θεάτρου ως θεατής υποβάλλεσαι από το σκηνικό της Θάλειας Μέλισσα. Πριν ακόμα ξεκινήσει η παράσταση, το σκηνικό σε εντάσσει στο έργο. Ο μεγάλος υποβλητικός πίνακας του Φρανς Σνάιντερς, τα σαρκοβόρα πελώρια φυτά στις βιτρίνες αριστερά και δεξιά του σπιτιού, που ευφυώς χρησιμοποιούνται από την σκηνοθεσία κατά την διάρκεια της παράστασης, συμπιέζοντας τον σκηνικό χώρο, και η πολυτέλεια του σαλονιού, συμβάλλουν τα μέγιστα στην δημιουργία ατμόσφαιρας.

Αυτή η ατμόσφαιρα αξιοποιείται σκηνοθετικά από τον Δημήτρη Τάρλοου. Με ποιον τρόπο; Δημιουργεί μια τέλεια εικόνα από την αρχή του έργου, με εξαιρετικές αναλογίες, για να την αποδομήσει εν τέλει, όπως αποδομεί την τέλεια εικόνα του ζευγαριού σε μια εξελικτική πορεία αποκαλύψεων και συνειδητοποιήσεων. Δίνοντας έμφαση στην ουσία των πραγμάτων και μη μένοντας στην επιφάνειά τους, ο σκηνοθέτης υπεισέρχεται και σε ένα ακόμη ακανθώδες ζήτημα, αυτό της επικοινωνίας. Για να κάνει απόλυτα σαφή τη θέση του, επιλέγει την κωφάλαλη ηθοποιό Όλγα Δαλέκου στο ρόλο της υπηρέτριας. Έτσι, γίνεται καταφανές ότι η επικοινωνία μεταξύ της Νόρας και της υπηρέτριάς της μπορεί να είναι πολύ πιο ουσιαστική από αυτή που έχει με τον άντρα της.

Η εξέλιξη του χαρακτήρα της Νόρας, που ενσαρκώνει η Λένα Παπαληγούρα, σηματοδοτείται από την κλιμακούμενη μετάβαση από την φαιδρότητα στην σοβαρότητα που επιτάσσει την ανάληψη ευθύνης. Η μετάβαση αυτή χρωματίζεται από μία πλατιά παλέτα συναισθηματικών αποχρώσεων που περιλαμβάνουν από την αμέριμνη προεόρτια ευτυχία έως και τη χειμαρρώδη έκρηξη θυμού, εξέλιξη που ακολουθείται και ενδυματολογικά (Αλέξανδρος Γαρνάβος & Τζίνα Ηλιοπούλου). Ο σύζυγός της επί σκηνής, Γιώργος Χριστοδούλου, υπηρέτησε με αυθεντικότητα και πειστικότητα τις επιταγές τόσο του κειμένου όσο και του σκηνοθέτη, κινούμενος σε όλο το εύρος του ψυχικού κόσμου του ήρωά του.

Οι δύο αυτοί ήρωες έχουν, κατά κάποιον τρόπο, επωμιστεί την ευθύνη της δραματικότητας του έργου και της ερμηνευτικής του επιτυχίας, με τους υπόλοιπους υπόλοιποι ηθοποιούς (Βίκυ Κατσίκα, Θανάσης Δόβρης, Κώστας Βασαρδάνης) να περιθωριοποιούνται και να λειτουργούν περισσότερο υποστηρικτικά παρά ουσιαστικά.

Έτσι λοιπόν, η σκηνοθετική επιλογή του Δημήτρη Τάρλοου να ρίξει το βάρος κυρίως στην Λένα Παπαληγούρα και στον Γιώργο Χριστοδούλου, βάρος που σηκώνουν αριστοτεχνικά αμφότεροι, μας δίνει την δυνατότητα να εμβαθύνουμε και εμείς ως κοινό σε πτυχές των ηρώων που ίσως είχαμε παραγνωρίσει στο παρελθόν.

Στις αστοχίες του σκηνοθέτη θα συγκαταλέγαμε ότι στην προσπάθειά του να προσφέρει ένα σύγχρονο έργο προσέθεσε στοιχεία όχι αρμονικά δεμένα με την υπόλοιπη ιστορία, όπως αυτό του tablet, δημιουργώντας έτσι μια αίσθηση ανομοιομορφίας στον πιο απαιτητικό θεατή. Ίσως, θα λέγαμε, ακόμη, ότι είχε υπερβολικά πολλές σκηνές με τους ηθοποιούς να είναι με την πλάτη στο κοινό, σε μια προσπάθεια πιο αληθοφανούς παρουσίασης του έργου.

Καταλήγοντας, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι το αποτέλεσμα είναι μια παράσταση πλούσια σε συναισθήματα, που ανταμείβει τον θεατή που αποφασίζει να την δει.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ