Αντιγόνη

Συγγραφέας: του Σοφοκλή
Μετάφραση: Νίκος Α. Παναγιωτόπουλος
Δραματουργική επεξεργασία: Νίκος Α. Παναγιωτόπουλος
Σκηνοθέτης: Κωνσταντίνος Ντέλλας
Σκηνογραφία: Ανδρέας Σκούρτης
Κοστούμια: Κωνσταντίνα Μαρδίκη
Φωτισμοί: Παναγιώτης Λαμπής
Μουσική: Αλέξανδρος Κτιστάκης
Ερμηνεύουν: Θανάσης Δόβρης, Κωνσταντίνος Ντέλλας, Φανή Παναγιωτίδου, Μαρία Παρασύρη, Δέσποινα Ντορίνα Ρεμεδιάκη, Ευθύμης Χαλκίδης

Περιγραφή

Ένας κόσμος, όπου η σκηνογραφία, η φωτιστική συνθήκη, οι ηθοποιοί, οι θεατές, οι μουσικοί και οι κάτοικοι των γύρω χωριών συντελούν στη γέννηση ενός νέου Τόπου, όπου θα υπάρξει το έργο της «Αντιγόνης».

Περισσότερα

Το έργο
Η «Αντιγόνη», η δημοφιλέστερη μαζί με τον «Οιδίποδα» τραγωδία του Σοφοκλή, ήδη από τα αρχαία χρόνια διαδραματίζεται στη Θήβα μετά την εμφύλια σύρραξη, που οδήγησε ταυτόχρονα στον θάνατο τους δύο αντίπαλους αδερφούς, τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη. Ο βασιλιάς Κρέοντας διατάζει, ως γνωστόν, να ταφεί με τιμές ο Ετεοκλής, αφήνοντας άταφο τον Πολυνείκη ως εχθρό της Θήβας. Η αδερφή τους, η Αντιγόνη, αρνείται όμως να υπακούσει στην εντολή κι αποφασίζει –αφού συγκρούεται με την αδερφή της, την Ισμήνη, καθώς αρνείται αρχικά να τη βοηθήσει– να θάψει μόνη της τον Πολυνείκη, με συνέπεια να συλληφθεί και να καταδικαστεί από τον βασιλιά να θαφτεί ζωντανή. Άκαμπτος ο Κρέοντας, εμμένει στην απόφασή του, ακόμα και μετά τις ικεσίες του ερωτευμένου Αίμονα, του γιου του, και δεν υποχωρεί παρά την τελευταία στιγμή, όταν ο μάντης Τειρεσίας να τον κάνει να δει ότι αυτή η απόφαση θα επισύρει την καταστροφή του. Ο Κρέων αλλάζει γνώμη, αλλά είναι πια αργά: η Αντιγόνη αυτοκτονεί μέσα τον πέτρινο τάφο της και ο Αίμονας αρνούμενος να δεχτεί τον χαμό της αυτοκτονεί κι αυτός. Σειρά τώρα έχει η μητέρα του και γυναίκα του Κρέοντα, η Ευριδίκη, που κρεμιέται από απόγνωση όταν μαθαίνει τον θάνατο του γιου της. Ο Κρέων απομένει θλιβερή φιγούρα στο τέλος του έργου, από τις κορυφαίες μορφές του τραγικού σε ολόκληρο το αρχαίο δράμα.

Ο τρόπος δουλειάς των ηθοποιών
Οι πρόβες για συνολικά δύο μήνες γίνονται στην ευρύτερη περιοχή του Λόφου Φιλοπάππου. Στη συνέχεια, οι ηθοποιοί με τον σκηνοθέτη θα μείνουν σε ένα χωριό της Κορίνθου, το Χιλιομόδι, για τρεις εβδομάδες, όπου θα συνεχιστούν οι πρόβες μέσα σε συνθήκη κοινής ζωής.

Η επιλογή του εξωτερικού χώρου ως βασικού άξονα της διαδικασίας των προβών στηρίζεται πάνω στη μελέτη του σκηνοθέτη Κωνσταντίνου Ντέλλα για την ενσωμάτωση του σώματος του ηθοποιού και την ενδυνάμωση της αντίληψης, του περπατήματος και των αισθήσεών του στη φυσική σκηνογραφία του κάθε τόπου.

Το σώμα του κειμένου προσεγγίστηκε τον πρώτο μήνα χωρίς να έχει γίνει διανομή ρόλων. Με εργαλείο την προφορική μετάδοσή του, ένα μεγάλο μέρος του μαθεύτηκε από όλους τους ηθοποιούς εξίσου, ανεξαρτήτως ρόλων.

Τα σχήματα της σπείρας, του κύκλου, των τροχιών και των κέντρων είναι σε κινησιολογικό επίπεδο οι οδηγοί που χρησιμοποιούνται στη δημιουργία ενός ισχυρού κοινοτικού πλέγματος μεταξύ των ηθοποιών. Ο νέος τόπος που χτίζεται μεταξύ τους κάθε φορά μέσα από αυτούς τους σχηματισμούς, εμπεριέχοντας τα στοιχεία του ίδιου του τοπίου (ανώμαλο έδαφος, δέντρα, καιρικές συνθήκες, ήχοι), είναι η δεξαμενή που ονομάζεται Χορός, μέσα από την οποία γεννιούνται οι ρόλοι.

 

Λίγα λόγια για την παράστασης
Η έννοια του τόπου και των φορέων του παίζει βασικό ρόλο στον τρόπο προσέγγισης της παράστασης. Μέσα από το κυκλικό του σχήμα, το ίδιο το Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου δημιουργεί έναν πυρήνα, όπου η ενέργειά του με τη γραμμική απεικόνιση του ήχου διαχέεται στην ευρύτερη περιοχή τού εκεί τόπου, περιλαμβάνοντας τους ανθρώπους και τα φυσικά στοιχεία που υπάρχουν εκεί.

Το σκεπτικό αυτό ακολουθεί η σκηνογραφική, φωτιστική και ενδυματολογική γραμμή της παράστασης, δημιουργώντας μια απόλυτα ενταγμένη στον φυσικό χώρο πραγματικότητα χωρίς αιχμηρές παρεμβάσεις.

Μέσα από την ανάγκη για συνέπεια σ’ αυτή τη σύνδεση του τόπου και των ανθρώπων του αλλά και των ηθοποιών μεταξύ τους, ήταν ζητούμενο να γίνει ένα κάλεσμα σε κάποιους φορείς του Δήμου Επιδαύρου, ώστε οι κάτοικοι-φορείς αυτού του μέρους να υπάρχουν ως φυσικές παρουσίες στην παράσταση, φέρνοντας το δικό τους αόρατο πλέγμα με τον ίδιο τον χώρο. Έτσι, στην παράσταση συμμετέχουν μέλη του ΚΑΠΗ του Δήμου Επιδαύρου και μαθητές από το Γυμνάσιο Λυγουριού του Δήμου Επιδαύρου.

Η ομάδα των ανθρώπων που ανταποκρίθηκαν συναντιέται κάθε δεκαπέντε μέρες στο Λυγουριό, όπου μαζί με τον σκηνοθέτη ακούν ξανά το κείμενο της «Αντιγόνης» και διαλέγονται πάνω σ’ αυτό μέσα από τη δική τους πραγματικότητα.

Τέλος, ο ήχος της παράστασης στηρίζεται στην αίσθηση του αέρα και της νεότητας. Τέσσερις μαθητές και απόφοιτοι του Μουσικού Σχολείου Πτολεμαΐδας με τρία χάλκινα όργανα και ένα κρουστό γίνονται οι φορείς του ήχου της παράστασης.

Ένας κόσμος, όπου η σκηνογραφία, η φωτιστική συνθήκη, οι ηθοποιοί, οι θεατές, οι μουσικοί και οι κάτοικοι των γύρω χωριών συντελούν στη γέννηση ενός νέου Τόπου, όπου θα υπάρξει το έργο της «Αντιγόνης».

 

Σημείωμα σκηνοθέτη
Ο Ετεοκλής έπεσε υπερασπιζόμενος την πατρίδα του. Είναι ήρωας.

Ο Ετεοκλής σφετερίστηκε το θρόνο από τον αδελφό του.

Ο Πολυνείκης έπεσε πολεμώντας την ίδια του την πατρίδα. Είναι προδότης.

Ο Πολυνείκης διεκδίκησε δίκαια τον θρόνο που του ανήκε.

Ποιος έχει δίκιο;

Ο Κρέοντας έχει την ευθύνη της πόλης. Η πόλη έχει ρωγμή.

Ο Κρέοντας τηρεί αυτά που διακηρύττει για να επανέλθουν η τάξη και η ηρεμία.

Η Αντιγόνη έχει την ευθύνη της οικογένειάς της. Και των νεκρών της.

Η Αντιγόνη παραβαίνει τους νόμους της πόλης και δημιουργούνται χάος και αταξία. Ποιος έχει δίκιο;

Στην Αθήνα δεν επιτρέπεται η ταφή σε ιερόσυλους, προδότες και αυτόχειρες.

Ο Κρέοντας από ακριβοδίκαιος άρχοντας και τηρητής των νόμων μετατρέπεται σε εμμονικό τύραννο και οδηγεί τρία πρόσωπα στην αυτοχειρία.

Η Αντιγόνη κηδεύει έναν αδελφό, κάνοντας τη δουλειά που αναλογεί στους άντρες.

Ο Κρέοντας θρηνεί πάνω από το πτώμα του γιου του, κάνοντας τη δουλειά που αναλογεί στις γυναίκες.

Ποιος είναι το τραγικό πρόσωπο;

Βοηθός Σκηνογράφου: Βιβιάννα Χιωτίνη
Boηθός Σκηνοθέτη/ Επιμέλεια Κίνησης: Aνδρονίκη Μαραθάκη
Eπικοινωνία: Μαρία Κωνσταντοπούλου
Σχεδιασμός παραγωγής: Kωνσταντίνος Σακκάς
Οργάνωση-Συντονισμός παραγωγής: Mαρία Βασαριώτου
Εκτέλεση παραγωγής: Ιωάννα Βενετάκη
Οργάνωση Παραγωγής: Delta Pi

 

Στην παράσταση συμμετέχουν:

Οι μαθητές / απόφοιτοι του Μουσικού Σχολείου Πτολεμαΐδας: Χριστόδουλος Αναγνωστόπουλος, Στυλιανός Βλαχοδήμος, Δημήτρης Μεντεσίδης, Χρήστος Zγούρoς.
Μαθητές του Γυμνασίου Λυγουριού, Δήμου Επιδαύρου
Μέλη του ΚΑΠΗ Δήμου Επιδαύρου

Η παράσταση πραγματοποιείται με την στήριξη του Δικτύου Πολιτισμού Athens Culture Net,  με ιδρυτικό δωρητή το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και την συμβολή του Athens Digital Lab του Δήμου Αθηναίων, το οποίο δημιουργήθηκε με αποκλειστική δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ), από το Athens Partnership με τη συνεργασία της COSMOTE, της Νokia και του ΙΣΝ.

Φιλοξενία προβών και προετοιμασίας: Σεράφειο δήμου Αθηναίων

Βίντεο

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Από την θεατρολόγο Μαρία Μαρή

    Ο σκηνοθέτης πιστός στη λαϊκή παράδοση, δημιουργεί μια παράσταση συνόλου, όπου όλοι: ο Θανάσης Δόβρης, ο Κωνσταντίνος Ντέλλας, η Φανή Παναγιωτίδου, η Μαρία Παρασύρη, η Δέσποινα Ντορίνα Ρεμεδιάκη, ο Ευθύμης Χαλκίδης ερμηνεύουν διάφορους ρόλους, παίζουν μουσική και συμμετέχουν σε κάθε στιγμή του έργου, είτε με κρουστά όργανα, είτε με φωνές.

    Η παρουσία επί σκηνής ντόπιων Λιγουριωτών και μαθητών στην παράσταση αξιοποιήθηκε με πρόθεση να εντάξει τον σοφόκλειο μύθο αφενός στο φυσικό του τοπίο, παλιό και νέο, και βέβαια να καταστήσει αυτούς τους ανθρώπους, τους κατοίκους της περιοχής, κοινωνούς της θεατρικής εμπειρίας, μιας και τόσες παραστάσεις έχουν παρακολουθήσει στον τόπο αυτό, που κοσμείται από τα περίφημα αρχαία θέατρα.

    Η παράσταση ξεκινά και τελειώνει με τη λιτανεία του Επιταφίου. Ένα τελετουργικό, που θα συνοδεύσει αναπόφευκτα καθέναν από μας, όταν ολοκληρώσουμε το πέρασμά μας από αυτόν τον κόσμο. Καθόλη τη διάρκεια της παράστασης νεαρές κοπέλες στολίζουν με λουλούδια τον Επιτάφιο στο βάθος της σκηνής. Η σημειολογία είναι συγκινητική και καλύπτει όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους. Ο ήχος της πένθιμης καμπάνας κάθε τόσο υπενθυμίζει το θέμα της ταφής, του νεκρού αδελφού, του Πολυνείκη, αλλά και τον ηρωικό θάνατο της Αντιγόνης και την αυτοχειρία του Αίμονα και κατόπιν της Ευρυδίκης. Πρόκειται για ένα έργο που κύριο θέμα του έχει το θάνατο και την ταφή.

    Πώς μπορεί μια αδελφή να δεχθεί να μείνει άταφος ο αδελφός της και «να τον κατασπαράζουν τα πουλιά»; Η Ισμήνη θλίβεται, αλλά δειλιάζει. Η Αντιγόνη θα εναντιωθεί στον Κρέοντα. Μαλώνουν, μοιάζουν σα δυο επαρχιωτοπούλες που μισιούνται και αγαπιούνται συγχρόνως. Η μία λέει ότι θα ακούσει τους κυβερνώντες, ενώ η Αντιγόνη δηλώνει ότι «θα τον θάψει!» Υπέροχα χορωδιακά μέρη και ορχήστρα πνευστών, μιλούν για την απόφαση του Κρέοντα να αφήσει άταφο το κορμί του Πολυνείκη μέχρι να το λιώσουν τα πουλιά. Ώσπου ο αγγελιαφόρος καταφθάνει και ανακοινώνει ότι πριν από λίγο θάψανε τον πεθαμένο.

    Η σκηνοθετική ματιά, ας επιτραπεί να πούμε, θυμίζει τη γραφή των σημαντικότερων νεοελλήνων συγγραφέων. Την ιδιότυπη γραφή του Παντελή Χορν, των Δημήτρη Κεχαΐδη και Ελένης Χαβιαρά, «Το Πανηγύρι», «Η Βέρα», «Το τάβλι», τις «Δάφνες και πικροδάφνες», αλλά και του Ιάκωβου Καμπανέλλη την «Αυλή των θαυμάτων». Η παράσταση δεν έκανε τίποτα για να χαθεί η τραγικότητα του έργου, αντιθέτως το έφερε στο επίπεδο εκείνο το ρεαλιστικό, του γνώριμου γεγονότος που το κάνει πιο τραγικό ακόμα. Είναι, θα λέγαμε, ένα αντιδάνειο με μεγάλη επιτυχία. Η τραγικότητα διεισδύει ακόμα και σε σκηνές, που δεν υπάρχει δράση, αλλά υπάρχει τραγούδι ή μουσική, που ανακινεί μνήμες και αυτό έχει να κάνει με την παράδοση.

    Ο σκηνοθέτης δε μεροληπτεί υπέρ ή κατά κάποιου από τους ήρωες του έργου. Όλοι έχουν δίκιο από τη θέση τους. Η ύβρις τιμωρείται καθώς προσπερνιέται ο Τειρεσίας και τα λεγόμενά του με μεγάλο θράσος και αλαζονεία. Ο θάνατος και το πένθος είναι υπόθεση του συνόλου και βιώνεται ως τέτοια.

    Οι φρουροί κατηγορούν ο ένας τον άλλο για την παράνομη ταφή και καταλήγουν ότι μάλλον είναι θεϊκή πράξη, γεγονός που κάνει έξω φρενών τον Κρέοντα: «Σταμάτα πριν με οργή με γεμίσεις! Βλέπεις οι θεοί να προστατεύουν τους κακούς;» ενώ απειλεί για να του φανερώσουν τους δράστες. Ο Κρέων ανάσκελα στο έδαφος, στάση περίεργη για βασιλιά, ενώ ο Χορός σχολιάζει «Σε όλα βρίσκει μια έξοδο και το αύριο δεν είναι γι’αυτόν αδιέξοδο». Καθώς ο Φύλακας φέρνει την Αντιγόνη και περιγράφει με μια πολύ παραστατική ερμηνεία τη σύλληψή της, η μικρή Αντιγόνη, παίζει σαν κοριτσάκι με τα πόδια της, ενώ ο Κρέων σηκώνεται αργά και απειλητικά. Η Αντιγόνη «ομολογεί και δεν τ΄ αρνιέται!» Το ήξερε πως υπήρχε προσταγή, όμως «ο Δίας δεν της έδωσε τέτοιες προσταγές.» Η προσταγή των ανθρώπων δε μπορεί να ξεπερνά εκείνη των θεών! Είναι μια απλή επαναστάτρια, όπως όλοι αυτοί οι τραγικοί καθημερινοί επαναστατημένοι ήρωες, που γνωρίζουν ότι θα πεθάνουν, όμως υπηρετούν το θείο νόμο. Για τον Κρέοντα το ζήτημα διαθέτει και μια πρωτίστως πατριαρχική-εξουσιαστική διάσταση. «Δε θα είμαι άνδρας. Αυτή θα είναι άνδρας, αν μείνει ατιμώρητη». Καταπληκτικές οι σκηνές που οι δύο αδελφές απλά μαλώνουν και χτυπά η μία την άλλη, σαν κοριτσάκια που μαλώνουν. Ωστόσο ο Κρέων δεν αστειεύεται. Θα θανατώσει την αρραβωνιαστικιά του γιου του. «Υπάρχουν κι άλλα χωράφια για να οργώσει». Θα την σκοτώσει γιατί από μια πόλη ολόκληρη, μόνο αυτή τον αγνοεί επιδεικτικά. Συμβουλεύει το γιο του: «Ποτέ μη χάνεις το μυαλό σου για το κρεβάτι μιας γυναίκας!», ενώ ο Αίμωνας έρχεται σχεδόν στα χέρια με τον πατέρα του.

    Όλοι συγκλονισμένοι. Η Αντιγόνη κλαίει: «Αχ αδελφέ μου ! Πέθανες και πεθαμένος με πέθανες!» Το παραστασιακό κείμενο του Νίκου Α. Παναγιωτόπουλου υπηρετεί ακριβώς την σκηνοθετική ματιά. Λόγος απλός και προσιτός, που δε χάνει τίποτα από την τραγική του διάσταση. Το ίδιο και τα απλά κοστούμια της Κωνσταντίνας Μαρδίκη.

    Η πρωτότυπη μουσική του Αλέξανδρου Κτιστάκη, πραγματικά χτυπά μέσα στην καρδιά και συνδυάζει στοιχεία παραδοσιακά και πολύ μοντέρνα.

    Όλοι μαζί τραγουδούν το παραδοσιακό τραγούδι « Νεραντζούλα» ενώ η Αντιγόνη λέει: «δείτε τι παθαίνω και από ποιους» σε μια σκηνή πολύ συγκινητική.

    Βασικός και διευκρινιστικός ο ρόλος του φωτισμού του Παναγιώτη Λαμπή.

    Ο Τειρεσίας εμφανίζεται μαζί με το συνοδό του ένα νεαρό παιδί και μιλούν μαζί ταυτόχρονα για τη μαντεία. Ο Κρέοντας δεν εισακούει τα λόγια του να μετανοήσει και ν’ αλλάξει την απόφασή του, αντιθέτως τον προσβάλλει κιόλας. Εκείνος του προμηνύει τα δεινά του: «Το μεγαλύτερο κακό που παραμονεύει τον καθένα μας, είναι να μη σκέφτεται σωστά». Ο Κρέων νιώθει ελλιπής και χαμένος και πια θρηνεί το νεκρό παιδί του. Όλοι οι συντελεστές, ακολουθούν τον Επιτάφιο της ζωής τους. Θρήνος και απόγνωση για την ανάλγητη εξουσία, για την παράκαμψη του ηθικού νόμου, για τη φίμωση της νέας φωνής, για το θάνατο, την εξαφάνιση της αντίστασης. Μια άλλη Στέλλα Βιολάντη, ένας ακόμα ήρωας του Νεοελληνικού θεάτρου, ένας καθημερινός τραγικός κόσμος !