Οι τρεις αδελφές

Αρχείο Παίχτηκε από 15/06/2018 έως 16/06/2018
στο Πειραιώς 260
Διάρκεια: 255'
Σκηνοθέτης: Timofey Kulyabin
Σκηνογραφία: Oleg Golovko
Φωτισμοί: Denis Solntsev
Ερμηνεύουν: Ilya Muzyko (Αντρέι Σεργκέβιτς Πραζόρωφ), Valeria Kruchinina (Νατάσα-Νατάλια Ιβάνοβνα), Irina Krivonos (Όλγα), Daria Emelyanova (Μάσα), Linda Akhmetzyanova (Ιρίνα), Denis Frank (Φιόντορ Ιλίτς Κουλίγκιν), Pavel Polyakov (Αλεξάντρ Ιγνάτιεβιτς Βερσίνιν), Anton Voinalovich (Νικολάι Βόλβιτς Τούζεμπαχ), Konstantin Telegin (Βασίλι Βασίλιεβιτς Σολένυι), Andrei Chernykh (Ιβάν Ρομάνιτς Τσεμπουτίκιν), Alexei Mezhov (Αλεξέι Πετρόβιτς Φεντότικ), Sergey Bogomolov (Βλαντίμιρ Κάρλοβιτς Ρόντε), Sergey Novikov (Φεραπόντ), Elena Drinevskaya (Ανφίσα)

Περιγραφή

Ο Τιμοφέι Κουλιάμπιν, ανερχόμενο αστέρι της θεατρικής σκηνής της Ρωσίας, παρουσιάζει το εμβληματικό έργο του Τσέχοφ σε μια παράσταση ποιητικού ρεαλισμού, με παραδοσιακού τύπου δραματουργία, κάνοντας μία μόνο σημαντική παρέμβαση: ο σκηνοθέτης αφαιρεί τον λόγο από τους χαρακτήρες.

Περισσότερα

Novosibirsk State Academic Drama Theatre - Τιμοφέι Κουλιάμπιν

Σε μια απόδοση εξολοκλήρου στη νοηματική γλώσσα, η ελάχιστη κίνηση, το παραμικρό βλέμμα, το τρίξιμο του πατώματος, το κλείσιμο της πόρτας, όλα αποκτούν μια ειδική σημασία. Όλως παραδόξως, η απουσία προφορικής γλώσσας, αντί να αποδυναμώνει την επικοινωνία των τσεχοφικών ηρώων, την ενισχύει. Η δυσκολία των χαρακτήρων να επικοινωνήσουν μεταξύ τους –συστατικό στοιχείο του έργου– εξουδετερώνεται όταν καμία λέξη δεν μπορεί να ειπωθεί φωναχτά. Η σιωπή, ως νέα συνθήκη ύπαρξης, φέρνει τους χαρακτήρες πιο κοντά μεταξύ τους, ενώ συγχρόνως τους απομoνώνει από τον υπόλοιπο κόσμο.

Στη ρωσική νοηματική, με ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους

Βοηθός σκηνοθέτη: Natalia Yarushkina
Σύμβουλοι παράστασης για άτομα με προβλήματα ακοής: Veronika Koposova, Tamara Shatula
Δασκάλα νοηματικής: Galina Nishchuk
Φωτογραφία: Frol Podlesnyi
Ήχος: Nina Belkina
Χειρισμός φωτισμών: Anna Kolesnikova
Χειρισμός υπέρτιτλων: Yaroslav Kiselyov, Igor Lipatnikov

3 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Από τον Κωνσταντίνο Πλατή

    Το φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου δίνει αναμφισβήτητα την ευκαιρία στο ελληνικό κοινό να παρακολουθήσει ξένες παραγωγές από τις σημαντικότερες χώρες στον κόσμο και να διευρύνει με αυτό τον τρόπο τους θεατρικούς του ορίζοντες.

    Μία από αυτές τις παραγωγές είναι «Οι τρεις αδελφές» από τον σκηνοθέτη Τιμοφέι Κουλιάμπιν και το Novosibirsk State Academic Drama Theatre. Η παράσταση αυτή έχει την ιδιαιτερότητα ότι το κείμενο ερμηνεύεται από τους ηθοποιούς με τη νοηματική διάλεκτο την οποία διδάχτηκαν για δυόμισι χρόνια. Αυτό είναι κάτι το οποίο δύσκολα μπορείς να το αντιληφθείς καθώς, καθόλη τη διάρκεια της παράστασης δίνεται η εντύπωση ότι τουλάχιστον κάποιοι από τους ηθοποιούς είναι σίγουρα κωφάλαλοι.

    Παράλληλα, είναι κι ένα στοιχείο που ανεβάζει το επίπεδο ερμηνευτικής δυσκολίας για τους ηθοποιούς αλλά και για το κοινό, το οποίο καλό είναι να έχει γνώση του κειμένου καθότι το έργο διαρκεί τέσσερις ώρες μαζί με το διάλειμμα και παρά το ότι υπάρχουν υπέρτιτλοι είναι από τις παραστάσεις όπου ηθοποιοί και κοινό απαιτείται να γίνουν «ένα».

    Πρόκειται, επίσης, για θέατρο ensemble όπου δεν μπορείς να ξεχωρίσεις κάποια ερμηνεία.

    Οι φωτισμοί του Denis Solntsev λειτουργούν με τρόπο που, απότομα, αρκετές φορές, φτιάχνει εικόνες που οξύνουν το δράμα των ηρώων.

    Οι διάφοροι ήχοι, των ηθοποιών ή της μουσικής βοηθάνε το κοινό να επαληθεύσει τα συναισθήματα και τις σκέψεις των ηρώων, που υπάρχουν μέσα στο κείμενο.

    Έχοντας δει αρκετές φορές το συγκεκριμένο έργο, μπορώ να πω ότι αυτή τη φορά ήταν απόλυτα ξεκάθαρη η διαφοροποίηση του συγγραφέα σε σχέση με τα άλλα έργα του, στα οποία υπάρχουν συσχετισμοί με την πολιτική και την κοινωνία γενικότερα. Εδώ καταπιάνεται ξεκάθαρα με το αδιέξοδο της ανθρώπινης φύσης και επιλέγει να το εκφράσει μέσα από τα πρόσωπα τριών γυναικών.

    Βεβαίως όλοι οι χαρακτήρες έχουν την ίδια μοίρα αλλά οι κεντρικές ηρωίδες είναι αυτές που το συνειδητοποιούν και αυτό αν και οδυνηρό, είναι τουλάχιστον αληθινό σε σχέση με τους άλλους ήρωες του έργου οι οποίοι αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως κέντρο του σύμπαντος και όχι ως ένα απειροελάχιστο μέρος αυτού.

    Σίγουρα ο κάθε θεατής μπορεί να δώσει τη δική του κατεύθυνση, όσον αφορά τις αιτίες και τα κίνητρα για τις πράξεις των ηρώων, με απώτερο σκοπό, την ταύτιση με τον προσωπικό κόσμο του καθενός.

    Πρόκειται, σίγουρα, για μία από τις παραστάσεις που θα έχουμε στο μέλλον ως σημείο αναφοράς για το συγκεκριμένο έργο.