Μήδεια

Αρχείο Παίχτηκε από 23/09/2021 έως 31/10/2021
στο Μπάγκειον - Ξενοδοχείον

2ος χρόνος παραστάσεων
Διάρκεια: 80'
Συγγραφέας: του Ευριπίδη
Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς
Δραματουργική επεξεργασία: Δημήτρης Γεωργαλάς
Σκηνοθέτης: Δημήτρης Γεωργαλάς
Κοστούμια: Δημήτρης Ντάσιος
Φωτισμοί: Βασίλης Αποστολάτος
Μουσική: Πλάτων Ανδριτσάκης
Χορογραφία: Φαίδρα Σούτου
Κίνηση: Φαίδρα Σούτου
Ερμηνεύουν:

Διανομή:
Μήδεια: Τζούλη Σούμα
Ιάσονας: Δημήτρης Γεωργαλάς
Τροφός: Μαργαρίτα Βαρλάμου
Κρέων, Αιγέας: Νίκος Δερτιλής
Άγγελος: Βασίλης Ψυλλάς

Περιγραφή

Η ΜΗΔΕΙΑ του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Γεωργαλά, παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο Εθνικό Θέατρο της Χάγης, πριν από τέσσερα χρόνια.

Μετά την πρώτη της παρουσίαση στην Ελλάδα, στο Θέατρο ΜΠΑΓΚΕΙΟΝ, στην πλατεία Ομονοίας, επανέρχεται στον ίδιο χώρο από τις 23 Σεπτέμβρη.

Περισσότερα

Έχοντας εισπράξει την ζεστή αποδοχή του κοινού, τις τιμητικές κριτικές των ειδικών και μια ξεχωριστή διάκριση από το Japanese International Institute της UNESCO, που την συμπεριλαμβάνει στο ετήσιο τεύχος του 2020, ως δείγμα ελληνικού θεάτρου, θεωρούμε υποχρέωση την επανάληψή της.

Καλούμε, λοιπόν, όσους επιθυμούν, στο ΜΠΑΓΚΕΙΟΝ, το οποίο σύμφωνα με τους απαιτούμενους κανόνες ασφάλειας, ξεκινάει το φετινό του πρόγραμμα με την παράστασή μας.

Έργο επαναστατικό, υψηλού συμβολισμού, έργο μύησης στα μύχια της ανθρώπινης φύσης, προτού αυτή οριοθετηθεί από τον «πολιτισμό», η ΜΗΔΕΙΑ είναι η ίδια η θεά Φύση, η οποία γίνεται Νόμος απέναντι στην ύβρι, γίνεται Νέμεσις και απαντά. Το ακραίο πάθος που οδηγεί στη θέωση. Η αιώνια ένωση του Άντρα και της Γυναίκας με τα δεσμά της αγάπης ή της απώλειας. Ένας σκοτεινός ύμνος στον βάρβαρο θεό Έρωτα. Ένα κείμενο αναμετρήσεων.

Η παράσταση συνεχίζει, ως οφείλει, την ενδοσκόπησή της και είναι έτοιμη να κατατεθεί άλλη μια φορά και να συνομιλήσει με τον άνθρωπο ειλικρινά, στον ίδιο χώρο που αναδείχθηκε και πέρυσι.

Φωτογραφίες : Αγγελική Κοκκοβέ

Σχεδιασμός αφίσας - flyer : Ανδρέας Πούρνος

Φωτογραφίες : Αγγελική Κοκκοβέ

Σχεδιασμός αφίσας - flyer : Ανδρέας Πούρνος

Παραγωγή : Θέατρο του Λόγου

Φωτογραφίες

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

    Η «Μήδεια» του Ευριπίδη που παρουσιάστηκε από τις 20 Ιουνίου και για 10 μόνο παραστάσεις στην καρδιά της πόλης, στην Ομόνοια, σ’ έναν ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό χώρο, στο ξενοδοχείο «Μπάγκειον», συνεχίζεται για 12 ακόμα παραστάσεις από τις 5 έως 22 Σεπτεμβρίου, από Πέμπτη έως Κυριακή στις 21.30

    Η παράσταση πρωτοανέβηκε, πριν δύο χρόνια, στο Εθνικό Θέατρο της Χάγης, STET- the English Theatre, όπου για πρώτη φορά ακούστηκε η τραγωδία στα ελληνικά αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές. Από τότε η διεισδυτική ματιά του σκηνοθέτη Δημήτρη Γεωργαλά οδήγησε τους συντελεστές της σε μια πιο βαθειά αναζήτηση.

    Ο σκηνοθέτης αποδύθηκε σε μια συνεχή έρευνα του αρχαίου λόγου αλλά και της σκέψης του Ευριπίδη επισημαίνοντας ότι η «Μήδεια» είναι η αρχέτυπη, αρχέγονη πάλη μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας, της Γυναίκας ενάντια στον Άνδρα, η ρήξη δύο κόσμων. Είναι η καταδικασμένη αναμέτρηση του ανθρώπου με τη φύση και με το «θείο», είναι η αποκάλυψη του θεού Έρωτα που επιβάλλεται μέσα από πράξεις καταλυτικές για την ανθρώπινη ψυχή, είναι ο τόπος μέσα μας όπου θα θελήσουμε σίγουρα να ξαναγυρίσουμε.

    Ο σκηνοθέτης με την άμεση και ποιητική μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά, η οποία επιμένει να ερμηνεύει την ιστορία προσεγγίζοντας την ψυχαναλυτικά, επιχειρεί μια τομή στο λόγο του Ευριπίδη. Μεταφραστής και σκηνοθέτης επιχειρούν να εμβαθύνουν στην ψυχοσύνθεση των ηρώων τους.

    Από μόνο του το Μπάγκειον και η συγκεκριμένη αίθουσα με τις πολλές πόρτες μας έχει μεταφέρει σε μια ατμόσφαιρα μυστικισμού, καθώς είναι ένας χώρος, όπου νομίζεις ότι ακούς τις φωνές όσων έζησαν ή πέρασαν από εκεί, τις σκέψεις τους, τους πόθους τους.

    Εκεί η Μήδεια στέκεται ακίνητη με ένα λευκό πανί γύρω από το κεφάλι.

    Η Τροφός (Κυριακή Καραλουκά), σε απελπισία για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η κυρά της, ταυτίζεται με τον πόνο της, τη συμπονά και κινησιολογικά αποδίδει πλήρως τον πανικό και τον πόνο.

    Βρίσκεται σε τρομερή ταραχή, η οποία αναδεικνύεται από την αξιοπρόσεκτη εκφραστικότητά της. Η αίθουσα του ξενοδοχείου «Μπάγκειον», ίσως αίθουσα χορού, έχει πόρτες σε όλες τις πλευρές και εκείνη τις ανοίγει όλες, ενώ θυμάται την απαρχή της τραγωδίας. «Μακάρι να μη είχε φτερουγίσει η Αργώ! Αυτή υπακούει στον άνδρα της, τώρα όλοι μας εχθρεύονται» Πρόδωσε και ορφάνεψε από την πατρική γη, τώρα αυτός ο άντρας την πρόδωσε και αυτή μισεί τα παιδιά της. Πιάνει την κοιλιά της, και πονά καθώς σκέφτεται τη γέννα και βέβαια την απειλή του θανάτου. Ταυτίζεται με το σώμα της πληγωμένης Μήδειας. Η Τροφός συμπυκνώνει τη δράση και διηγείται πως ο Κρέοντας τώρα θα διώξει και τη Μήδεια και τα παιδιά της από τη χώρα. « Αυτοί είναι οι άνθρωποι. Ο καθένας το συμφέρον του». Πονάει, βογκάει. « Κρυφτείτε παιδιά μου, τη μάνα σας μανία την έχει κυριεύσει!»

    Η Μήδεια (Τζούλη Σούμα), με ένα μαύρο εφαρμοστό φόρεμα, σύμβολο του πάθους, της γυναίκας και του πένθους συνάμα βογκά, με μια φωνή που βγαίνει από τα σωθικά της: «Έπαθα!». Η Μήδεια παράγει η ίδια τις συγκρούσεις, ακόμα και την κάθαρση της. Η φωνή αυτό δηλώνει από την αρχή, όπως και η αγέρωχη παρουσία της στη σκηνή σαν μαύρο άγαλμα με λευκό πανί τυλιγμένο στο κεφάλι. Ενσαρκώνει το ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα που δίνει στην τραγωδία ο Ευριπίδης. Η φωνή της δηλώνει μεγάλο πόνο στα σπλάχνα της. Πονά το κορμί και η ψυχή της. Η δυστυχία και ο οδυρμός της είναι δυσβάσταχτα. Θέλει να χαθούν τα παιδιά της, ο πατέρας τους, το σπίτι τους να γκρεμιστεί. Κατευθύνεται αποκλειστικά από τον έρωτά της για τον Ιάσονα και αυτή της η ιδιότητα είναι τόσο απόλυτη που την κάνει να ξεκόβει από το γένος των ανθρώπων. Έκανε τόσα πολλά γι΄αυτόν εγκατέλειψε τον πατέρα της και σκότωσε τον αδελφό της για να βοηθήσει τον Ιάσονα να πάρει τον θησαυρό της οικογένειάς της, το Χρυσόμαλλο Δέρας. Στη συνέχεια έμεινε πιστή σύζυγος και απέκτησε με τον άντρα της δύο γιους, για να την προδώσει εντέλει αυτός, ενώ εκείνη βρίσκεται σε ξένη χώρα, για να παντρευτεί μια νεώτερη βασιλοπούλα. Η Μήδεια έχει συσσωρεύσει πολύ θυμό και πόνο.

    Τα χέρια της είναι εκφραστικά του θρήνου, του θυμού, της μανίας της. Από την αρχή συμπυκνώνει στο πρόσωπό της, στη στάση και στην έκφρασή της την πικρή γνώση της προδοσίας θύμα της οποίας είναι. Εκείνη λατρεύει την Εκάτη και είναι μάγισσα, γνωρίζοντας να κατασκευάζει φάρμακα και δηλητήρια. Σηκώνει το βάρος της σοφίας της από την αρχή. Βιώνει μια σύγκρουση αρχικά με τον εαυτό της, ήδη ακόμα από την ώρα που ερωτεύτηκε τον Ιάσονα, τον άντρα, τον ξένο, τον Έλληνα.

    Ο Χορός, γυναίκες της Κορίνθου, είναι πολύ ανήσυχος και τη συμβουλεύει « να μην οδύρεται, να μην κλαίει για τον άντρα που έχασε γιατί δεν της άξιζε». Στο Χορό εναλλάσσονται ο Νίκος Δερτιλής, ο Σταύρος Γιαννακόπουλος και η Κυριακή Καραλουκά. Συμμετέχει συνεχώς στη δράση και στο συναίσθημα της ηρωίδας.

    Εκείνη, η Μήδεια, τους απευθύνει τον λόγο: «Αγαπημένες μου πράγματα ανέλπιστα συνέβησαν στη ζωή μου» Καλύτερα να πάει κάποια σε πόλεμο παρά να ξεσκίσει την κοιλιά της, έστω και μια φορά. Καταρρακωμένη λέει: « Εσύ είσαι στην πατρίδα σου, εμένα ο άνδρας μου με ατιμάζει σε ξένη γη!»

    Η Τροφός, ανακοινώνει τον ερχομό του Κρέοντα, που έχει ένα μαντήλι ριγμένο στο κεφάλι του. Ο Νίκος Δερτιλής σε τριπλό ρόλο του Κρέοντα, του Αιγαία και του Χορού με μεγάλη δυνατότητα προσαρμογής στις διαφορετικές απαιτήσεις.

    Η φωνή του και η παρουσία του στο ρόλο του Κρέοντα είναι καθοριστική για τα όσα λέει και για τον ψυχισμό αυτού του αλαζόνα άρχοντα. Ο Κρέοντας στην ερώτησή της Μήδειας γιατί την διώχνει της λέει ότι την διώχνει για να μην βλάψει εκείνον και το παιδί του, την Ιόλη. Φοβάται πως θα εκδικηθεί τον άντρα της και αυτή που της τον πήρε.

    Η Μήδεια, τον χειρίζεται: «έχω μάθει να νικιέμαι όχι να νικάω.» Τον εκλιπαρεί , τον ικετεύει και τελικά εκείνος της δίνει διορία μια μέρα για να φύγει. « Αυτή είναι η τελευταία μέρα. Θα νυχτώσει και θάναι πάντα νύχτα!» τα λόγια αυτά στεγάζουν την έκφραση του απόλυτου μίσους στο πρόσωπο της Μήδειας και στα δάκτυλά της.

    « Άξιο των γυναικών το γένος!», ακούγονται βροντές. Με τρομερή ένταση η σκηνή με τον Ιάσονα (Γιώργος Σταυριανός). Την πιάνει την ώρα που προτίθεται να του πετάξει μια καρέκλα. Ο καυγάς, η μάχη γίνεται με όχημα τη φωνή και του ενός και του άλλου. Η φωνή έχει μεγάλη δύναμη μετακινώντας μέχρι και τα σώματα. «Φύγε λοιπόν!» και συνεχίζει ο Ιάσονας ψάχνοντας δικαιολογίες: «Εσύ θέλησες να τα πάθεις όλα, παρ’ όλα αυτά εγώ πάντα σ’ αγαπάω.» Αυτό εξαγριώνει τη Μήδεια «Κακούργε πώς τόλμησες να έρθεις; […] εχθρός αισχρός φάνηκες» Η σκηνή είναι πραγματικά σκηνή απόλυτου πόνου, θυμού- μανίας, μέσα σε μια μεγάλη αίθουσα με τον επιβλητικό καθρέφτη και την καθηλωτική μουσική του Πλάτωνα Ανδριτσάκη. Η κινησιολογία και οι φωνές του Χορού εκφράζουν το φόβο του και οδηγούν το έργο στην τραγική κατάληξη, καθώς παρακολουθούν και εκφράζουν τις σκέψεις της πληγωμένης Μήδειας: «Προφύλαξε με ! Ποτέ τον έρωτα να μην νιώσω! Αυτοί που αγάπησαν ξεχνούν.

    Η Μήδεια καταστρώνει σχέδιο με το οποίο σκοτώνει όλους όσους έχουν σχέση με τον Ιάσονα: την κόρη του Κρέοντα και τον ίδιο και τέλος, τα δύο παιδιά της.

    Η σκηνή και η διάρθρωση του έργου παραπέμπουν κατευθείαν στο ελισαβετιανό θέατρο και στους κανόνες του. Έρχεται ο βασιλιάς της Αθήνας, Αιγέας, καθώς επιστρέφει από τους Δελφούς και οδεύει προς την Τροιζήνα, για να του ερμηνεύσουν εκεί ένα χρησμό που πήρε σχετικά με την ατεκνία του. Το πρόσωπο του Αιγέα (Νίκος Δερτιλής), με λευκή μάσκα. Ο Αιγέας πάει στους Δελφούς περιμένοντας χρησμό σχετικό με την στειρότητα του. Εκεί αλαφραίνει κάπως το κείμενο, ενώ δίνει την δίοδο διάσωσης - άσυλο στην Μήδεια, η οποία ενώ ξέρει το «πρόβλημα» του Αιγέα, του τάζει φάρμακα για την στειρότητα του, εξασφαλίζοντας ως αντάλλαγμα να την δεχτεί στον τόπο του μετά την εκδίωξη της. Λέει σε εκείνον που θέλει να κάνει παιδιά και δεν μπορεί ότι σκέφτεται να σκοτώσει τα δικά της. Μεγάλη η αντίφαση, πολλαπλασιαστική της διαταραχής της Μήδειας. Ο Αιγέας της λέει ότι είναι η πιο άθλια απ’ όλες τις γυναίκες και εκείνη συμφωνεί « Είμαι, γιατί δεν έχω σπίτι, δεν έχω πατρίδα.» Όταν φεύγει ο Αιγέας, η Μήδεια ανακοινώνει στο χορό τα σχέδια της: να δηλητηριάσει με μαγικό πέπλο τη νέα γυναίκα του Ιάσονα, να σκοτώσει τα δικά της παιδιά και να φύγει. Ο χορός μάταια προσπαθεί να την πείσει να μην κάνει όσα σχεδιάζει.

    Έχει οργανώσει το σχέδιο να παρασύρει τον Ιάσονα και καλεί τα παιδιά της να πιάσουν τα χέρια του πατέρα τους. Η Μήδεια προσποιείται ότι έχει μετανιώσει για τη συμπεριφορά της, κατά την προηγούμενη συνάντησή τους, και τον παρακαλεί να ενεργήσει ώστε να μη διωχθούν τα παιδιά της. Θα τα στείλει δε με δώρα για να γνωρίσουν τη νέα νύφη. Ο Ιάσονας αποκρίνεται ότι θα επιδιώξει να πείσει τον Κρέοντα για την παραμονή των παιδιών τουλάχιστον στην Κόρινθο και δε θεωρεί απαραίτητα τα δώρα της Μήδειας. Με ισχυρά, διαπεραστικά βλέμματα και κίνηση μελετημένη χτίζει την ενέδρα της.

    Όταν ο Αγγελιαφόρος (Σταύρος Γιαννακόπουλος), κάνει την συγκλονιστική διήγηση της καταστροφής της Ιόλης και του Κρέοντα μπαίνοντας με ορμή, η Μήδεια εκβιάζει την περιγραφή θανάτου , που την ηδονίζει, τον αρπάζει και τον σέρνει βίαια για να της διηγηθεί και την παραμικρή λεπτομέρεια φτάνοντας σε οργασμική, ζωώδη ηδονή. Οι κραυγές της μπροστά στο μεγάλο καθρέφτη, εξομοιώνουν τη σκηνή με αυτή με τη στιγμή της γέννας. Όπως γέννησε τη ζωή, γεννά και τον θάνατο. Αυτή η διήγηση του θανάτου και η απόλαυση που της προσέφερε, την προετοιμάζει για να προβεί στην εξόντωση των παιδιών της. Τρυφερά αγγίζει τα χεριά των παιδιών και ανακοινώνει ότι είναι πια έτοιμη για το φόνο. Τρομερή η σκηνοθεσία, με συνέπεια την ανάδυση των συμβόλων και την εξέλιξη του πάθους. Μεγάλος ο πόνος, συγκλονιστικές σκηνές με ιδιαίτερη ένταση, που καθηλώνει τους πάντες. Ο Αγγελιαφόρος δηλώνει ότι ο άνθρωπος είναι μόνο μια σκιά.

    Η Μήδεια θριαμβευτής, αλλά κατακρεουργημένη από τις πράξεις της, αναχωρεί, φορώντας το χρυσό μανδύα της. Η μουσική πλαισιώνει την τραγική σκηνή και είναι συγκλονιστική.

    Τα υπέροχα κοστούμια του Δημήτρη Ντάσιου, λειτουργικά, απλά και καθοριστικά για το ρόλο του καθενός. Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη δημιουργούν εκείνο το κλίμα μυστηρίου και απειλής. Η επιμέλεια κίνησης και οι χορογραφίες της Φαίδρας Σούτου ήταν πολύ μελετημένες, απόλυτα συμβατές με τον κάθε ρόλο.

    Μια παράσταση με έξοχες ερμηνείες, με εμπνευσμένη μουσική και κίνηση και με εμπνευσμένη σκηνοθεσία από τον Δημήτρη Γεωργαλά, που επεχείρησε να ξεδιπλώσει μια μεγάλη διαταραχή, μέσα από συμβολισμούς και κατάδυση τα άδυτα του μίσους και της εκδίκησης.