Κριτική για την παράσταση "Οι φάρσες"

Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

Το έργο αυτό οι Φάρσες της Μαρίας Γουλή επιλέγηκε να ανέβει στο θέατρο Φούρνος από την Ομάδα Θεάτρου ΝΟΗΤΗ ΓΡΑΜΜΗ που ιδρύθηκε το 2000 από την Όλγα Ποζέλη.

«Στην ΝΟΗΤΗ ΓΡΑΜΜΗ στόχος είναι η επικοινωνία ιδεών και συναισθημάτων με ειλικρίνεια και αμεσότητα. Παίρνουν ρίσκα, πειραματίζονται και συνδυάζουν λόγο, κίνηση και μουσική πιστεύοντας ότι η σύγκλιση των τεχνών είναι ο νέος δρόμος.
Τα τελευταία χρόνια ασχολούνται πιο εντατικά με παραστάσεις που ανήκουν στο είδος του «θεάτρου της επινόησης» (devised theatre), επιχειρώντας να διατυπώσουν την προσωπική τους θεατρική γλώσσα και να αναπτύξουν μια δική μας μεθοδολογία. Απομακρύνονται από τις φόρμες του παραδοσιακού θεάτρου, γιατί πιστεύουν ότι ο σαφής και αγεφύρωτος διαχωρισμός μεταξύ θεατή και ηθοποιού εμποδίζει και τους δύο να αισθανθούν ότι ανήκουν σε μία κοινότητα και να βιώσουν από κοινού την ίδια θεατρική εμπειρία. Θέλουν ο θεατής παράλληλα με την συναισθηματική του συμμετοχή στα δρώμενα, να διατηρεί πλήρη συνείδηση της δικής του ενεργής παρουσίας ως αποδέκτης του θεατρικού γεγονότος.

Η δουλειά τους έχει να κάνει με τη σύλληψη και τη μορφοποίηση μιας ιδέας. Έχει να κάνει με την επινόηση και τη δημιουργία ενός έργου συνόλου. Έχει να κάνει με τη φαντασία, τη διαίσθηση, τον αυθορμητισμό, το ρίσκο και πάνω απ’ όλα με την ομαδική δέσμευση στη δημιουργία μιας παράστασης. Έχει να κάνει με τον πειραματισμό με καινούργιες ιδέες, φόρμες, δομές και την ίδια τη φύση της παραστατικής τέχνης.»

Στις Φάρσες δυο γυναίκες κλεισμένες σ’ ένα δωμάτιο, οι αδελφές Τατά ,κάνουν ασταμάτητα τηλεφωνικές φάρσες. Ο λόγος τους και οι φάρσες με πολλά υπονοούμενα, με πολλές αναφορές σε θέματα φεμινιστικά, σε θέματα κοινωνικά και εργασιακά, μια φλεγματική προσέγγιση μιας οδυνηρής πραγματικότητας, που έχει οδηγήσει τον άνθρωπο σε μια αθεράπευτη μοναξιά, απελπιστική βύθιση σε ένα απύθμενο χάος.

Ο λόγος τους, αν και γρήγορος, μια φρενίτιδα, είναι άκρως πολιτικός με πολλές προεκτάσεις. Το εμπνευσμένο κείμενο της Μαρίας Γουλή είναι ένα κείμενο επίκαιρο, που απασχολεί άμεσα τον σύγχρονο άνθρωπο με τις αποτυχημένες σχέσεις του, τα μοναχικά γηρατειά του, την μάταιη αναζήτηση εργασίας.

Μια παράσταση σπαρταριστή , δυο κοπέλες η Γόνη Λούκα και η Όλγα Ποζέλη, αεικίνητες, σε ένα παιχνίδι με τηλέφωνα, και μια εναγώνια προσπάθεια επικοινωνίας και διακωμώδησης μιας μάλλον απελπιστικής κατάστασης, που αφορά τη μοναξιά, τις απαράδεκτες συνθήκες εργασίας, τα αστεία ονόματα, τις διεκπεραιωτικές προσωπικές σχέσεις, όπου η γυναίκα νιώθει απλά ένα εξάρτημα. Γνώριμες σκηνές και βιώματα του καθενός, όπως η καθοδήγηση από τηλεφώνου της μητέρας που είναι ηλικιωμένη και σε κατάθλιψη. Αναλυτική και λεπτομερής περιγραφή της μιας τυποποιημένης ιατρικής μορφής συμπεριφορά, που αποβλέπει στο να είναι η μητέρα ασφαλής και προφυλαγμένη μακρόθεν. Η ματαίωση μέσα από την αναζήτηση συντρόφου. Η εκμηδένιση του άνεργου που αναζητά εργασία.

Η σκηνοθεσία της Όλγας Ποζέλη ακολουθεί το ρυθμό του έργου και με τρόπο άμεσο, ζωντανό και χορευτικό, αλλά και πολύ καλά συντονισμένο και αποκαλύπτει τους λόγους για τους οποίους κάποιος αντί να αναλώνεται σε ατέρμονες ανούσιες εξωτερικεύσεις καλύπτοντας τα δικά του τέλματα, θα ήταν προτιμότερο να ησυχάσει , να συγκεντρωθεί και επιδοθεί σε μια ενδοσκόπηση, προκειμένου να επανατοποθετηθεί.

Δυνατό στοιχείο της παράστασης η κίνηση που επιμελήθηκε η Κατερίνα Γεβετζή.

Σωστά συντονισμένα και τα σκηνικά του Κώστα Δάβαρη, με την πληθώρα τηλεφωνικών συσκευών σε ένα σπίτι που θα μπορούσε να είναι το σπίτι του οποιουδήποτε θεατή.

Μια ευχάριστη παράσταση που οδηγεί όμως σε προβληματισμό και πικρή περίσκεψη.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ