Κριτική για την παράσταση "La vita nuova (Η νέα ζωή)"

Από τη θεατρολόγο Τζούλια Κόγκου

Οι δημιουργοί Καστελούτσι στην παράσταση «La vita nuova (Η νέα ζωή)» καταπιάνονται με το ρόλο της τέχνης και μιας διαφορετικής προοπτικής της, εμπνεόμενοι από To πνεύμα της Ουτοπίας του Ernst Bloch, ενός από τους μεγαλύτερους μαρξιστές φιλοσόφους στις αρχές τους 20ου αιώνα, γερμανικής καταγωγής. Ο E.Bloch, στο έργο αυτό, προσπαθεί να επανεξετάσει την ιστορία των δυτικών πολιτισμών ως διαδικασία επαναστατικών αναταραχών και να επανεκτιμήσει τα έργα τέχνης, τις θρησκείες και τη φιλοσοφία αυτής της παράδοσης, ως κίνητρα για τη συνέχιση της διαδικασίας ανατροπής. Παράλληλα, αναζητά ένα νέο τρόπο ζωής και κοινωνικοπολιτικής χειραφέτησης των ασθενέστερων κοινωνικών τάξεων. Στα πλαίσια αυτά, η ιστορία των Καστελούτσι επικεντρώνεται στη ζωή πέντε Αφρικανών ανδρών που βρίσκονται στη φάση αναθεώρησης της ζωής και σε αναζήτηση κάτι νέου, με “όχημα” την τέχνη σε αντιπαραβολή με την καθημερινότητα.

Η σκηνοθεσία στηρίχθηκε στη δημιουργία εικόνων και την ενεργοποίηση των αισθήσεων, πλάθοντας μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα στον μη θεατρικό χώρο της αίθουσας Α (Πειραιώς 260) του Φεστιβάλ Αθηνών. Η μεταμόρφωσή του χώρου ήταν αισθητή με την είσοδο του κοινού στο ομιχλώδες λευκό τοπίο. Οι Καστελούτσι συνέθεσε ένα μοναδικό σύμπαν όπου οι παραστατικές τέχνες αντιπαρατίθενται προς την καθημερινότητα και, συνάμα, την εμπλουτίζουν (ή vice versa), μέσα από τη επινόηση ενός τεχνικού τοπίου και συγκεκριμένα, ενός γκαράζ αυτοκινήτων όπου το κοινό αποτελεί μέρος του. Οι εικόνες ήταν εξελίξιμες. Ένας μηχανικός – performer, σταδιακά, μεταμόρφωσε το πάρκινγκ σε ένα τελετουργικό μη-τόπο ενσωματώνοντας το κοινό σε αυτόν αβίαστα. Η σκηνική του αφήγηση – μαζί με τους υπόλοιπους τέσσερις άνδρες –προσέδιδε στο τοπίο χαρακτηριστικά ονείρου ή παραδείσου και, ίσως – κάποιες στιγμές - κόλασης ή εφιάλτη. Το βασικό σκηνικό μοτίβο - καμιά 15αριά σταθμευμένα και κουκουλωμένα από άσπρα υφάσματα αυτοκίνητα - αποτελούσαν το σκηνογραφικό «χαλί» για τη δημιουργία ενός πολυσήμαντου σύμπαντος, που μας ταξίδευε από τη ζωή στο θάνατο και από την ύπαρξη στην ανυπαρξία. Τα πέντε όμοια σώματα κινούνταν με ακρίβεια και οικονομία εξισορροπώντας τις σκηνικές δυναμικές, ενώ διαμόρφωναν ανάλογα το χώρο.  Τα υπόλοιπα λίγα σκηνικά αντικείμενα και ο ήχος εμπλούτιζαν σημειολογικά τις διάφορες δράσεις (π.χ. ο χρυσός κρίκος σε μέγεθος τιμονιού μετασχηματιζόταν σε φωτοστέφανο ή σε κρίκο αλυσίδας Αφρικανών σκλάβων) που εξελίσσονταν μπροστά και μαζί με το κοινό προσπαθώντας να το μυήσουν στο ταξίδι και τελικά στον νέο τρόπο ζωής.

Η performance θα μπορούσε να χωριστεί σε δύο μέρη: στο πρώτο, όπου το κοινό παρακολουθεί την σκηνική αφήγηση της ομάδας, σε όρους τελετουργίας, να δημιουργεί εικόνες καθημερινότητας ή μετάβασης μέσα από διάφορες δράσεις. Και στο δεύτερο μέρος, όπου επιχειρείται - σε παραλληλία με το αναποδογύρισμα αυτοκινήτων και τη μετατροπή του κάτω μέρος ενός σε χώρο έκθεσης της τέχνης ή της ύπαρξης -  η αναστροφή-ανατροπή του πρίσματος μέσα από το οποίο πρέπει να αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα. Επίσης, εξετάζεται η σχέση ζωής - τέχνης και η ανάδειξη του τεχνικού εξοπλισμού ως κομμάτι ενός καλλιτεχνήματος ανώτερου, αφού υπερβαίνει την καθιερωμένη χρήση του. Ένας από τους performers παίρνει το ρόλο του αφηγητή για να ερμηνεύσει και αναθεωρήσει σκέψεις, εικόνες και στόχους από την πεζή πραγματικότητα του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Η επανάληψη της φράσης «δεν υπάρχει ελευθερία εδώ» μας υπενθυμίζει ότι ακόμη η ελευθερία ως υπέρτατη αξία της ανθρώπινης ύπαρξης εξακολουθεί να είναι σκοπός και όχι κατάκτηση. Οπότε, κτίζει σταδιακά την ανάγκη και το χώρο για μία νέα τέχνη που να αφορά τη ζωή καθαυτή και έναν νέο δρόμο για τους πέντε άντρες.

Ίσως, η συγκεκριμένη δουλειά να μην ξεχώρισε ανάμεσα σε τόσες άλλες των Καστελούτσι, σίγουρα όμως κατάφερε η θεματολογία της να μας κερδίσει. Η αναζήτηση των Καστελούτσι  για ένα νέο τρόπο ζωής μέσα από την τέχνη έπλασε μια νέα διάσταση για εκείνην προκειμένου να υπηρετήσει την καθημερινότητα. Σίγουρα οι αναζητήσεις αυτές βρίσκουν ανταπόκριση στην καλλιτεχνική Αθήνα, που ενώ η τέχνη ακμάζει, ο σκοπός της παραμένει αβέβαιος και το αποτέλεσμα μετέωρο αρκετές φορές. Και αυτό, μάλλον, γιατί η προσωπική τοποθέτηση και δράση, βασικά συστατικά για την οποιαδήποτε κοινωνικό-πολιτική αλλαγή, απουσιάζουν.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ