Κριτική για την παράσταση "Mute"

Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

Πρόκειται για μια ιδέα του Γιώργου Χρυσοστόμου σε σκηνοθεσία του ίδιου και της Σοφίας Πάσχου. Για μια ώρα και πέντε λεπτά παρακολουθούμε τον Γιώργο Χρυσοστόμου να παίζει με ασκητική προσήλωση, απολύτως πειθαρχημένα, μόνος του στη σκηνή σε μια δύσκολη και απαιτητική περφόρμανς, χωρίς να μιλά καθόλου, γι’ αυτό και ο τίτλος της παράστασης MUTE : Χωρίς φωνή. Η  παράσταση ολοκλήρωσε τον κύκλο της στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου και μεταφέρθηκε στη κεντρική σκηνή του Θεάτρου Τζένη Καρέζη κάθε Δευτέρα και Τρίτη από τις 27 Ιανουαρίου.

Στην παράσταση όλα προκύπτουν φυσικά. Ο ηθοποιός ψάχνει με το ραδιόφωνο στο χέρι να επικοινωνήσει με τον έξω κόσμο. Με το που ακούει κάτι στο ραδιόφωνο μέσα από έναν αυτοσχεδιασμό, με απόλυτα φυσικό τρόπο, αντιδρά με εκφράσεις και κινήσεις. Στη συνέχεια με το “αποδομημένο” ραδιοφωνάκι του, κρατώντας την κεραία στο χέρι ψάχνει ζωή, ψάχνει τον άλλο άνθρωπο, ψάχνει την ισορροπία του και την αποδοχή πρώτα από τον ίδιο του τον εαυτό και μετά από τους άλλους. Εννέα κουτιά έχει το σκηνικό, εννέα καταστάσεις, εννέα διαφορετικούς ανθρώπους, εννέα διαφορετικές συνθήκες.

Το σκηνικό της Μαγδαληνής Αυγερινού, μια διώροφη κατασκευή, που παραπέμπει σε κτίριο με διαφορετικούς χώρους, για ανθρώπους με διαφορετική ζωή, διαφορετικές ανάγκες, διαφορετικές νοοτροπίες, ή μπορεί και διαφορετικές εκδοχές της προσωπικότητάς τους. Στον έναν χώρο ένας μουσικός παίζει ηλεκτρική κιθάρα, ντραμς και πιάνο μόνο με τις κινήσεις του και τη συνοδεία μουσικής. Ως ντράμερ ενοχλείται από μια μύγα την οποία με αστείο τρόπο καταδιώκει. Στο διπλανό χώρο κάποιος ξεγελά τη μοναξιά του με μια πλαστική κούκλα. Μαζί της βλέπει ταινίες, ακούει μουσική, χορεύει και βέβαια ικανοποιείται σεξουαλικά. Στον παρακείμενο χώρο ένας άνθρωπος είναι υψοφοβικός. Έρχεται αντιμέτωπος με τη φοβία του την οποία ποτέ δεν ξεπερνά. Η ατολμία του δεν ξεπερνιέται. Πιο δίπλα ένας κενός χώρος με ένα κόκκινο τηλέφωνο, που χτυπά σα συναγερμός και ποτέ δεν το σηκώνει κανείς. Κάθεται ο ήρωας δίπλα του και όταν αυτό χτυπά εκείνος αντιστικτικά ξαπλώνει ήρεμα και χαλαρά.  Ο πιο κάτω χώρος ανήκει σε κάποιον εξαρτημένο από ουσίες , απαραίτητες για να τον εισάγουν σε αυτή τη διάθεση της απέραντης χαράς και ξέφρενης, παραληρηματικής κατάστασης και να τον εκτοξεύσουν σε δυναμικό ροκ αστέρα. Ο άλλος χώρος φιλοξενεί κάποιο ντροπαλό, μάλλον αντικοινωνικό άτομο που πηγαίνει στην PUB πίνει ποτό και προσπαθεί με τρόπο μάλλον άχαρο να επικοινωνήσει με τους γύρω του. Καταλήγει ωστόσο και αυτός  μόνος, όπως όλοι οι ήρωες ή κάτοικοι αυτού του οικοδομήματος, προσπαθώντας να διαχειριστούν τις ανασφάλειές τους, όπως αυτός ο γυμναστής που κάθε φορά φωτογραφίζει τα οπίσθιά του με το κινητό, πειστήρια ενός καλογυμνασμένου και όμορφου σώματος, που αποζητά την επιβεβαίωση με φωτογραφήσεις και ίσως αναρτήσεις στα διαδίκτυο. Ο υπαινιγμός γίνεται ξεκάθαρος στο τέλος για όλη αυτή την επιφανειακή κατάσταση στην οποία είναι καθηλωμένος ο σύγχρονος κόσμος, ο οποίος χάνει την ουσία για την επίφαση, για το χειροκρότημα. Στο ισόγειο αριστερά, ένας άνθρωπος φορώντας τραγιάσκα, βγάζει κραυγή σαν αυτή του Ταρζάν σε μια σύγχρονη ζούγκλα. Κραυγή αγωνίας ή απέλπιδα κραυγή αναζήτηση επικοινωνίας, ή καλύτερα κραυγή σαν εκείνη του Μουνκ, που ενσαρκώνει το φόβο, την αγωνία και την αποξένωση του σύγχρονου ανθρώπου.  Φορώντας την τραγιάσκα και έτσι γυρτός με την έκφραση αυτή της κραυγής είναι σα να συμβολίζει την αρνητική συναισθηματική αντίδρασή του  απέναντι σε κάθε εργασιακή ή και άλλη εκμετάλλευση , σαν ένα απελπισμένο κλάμα ενηλίκου που αναζητά σύντροφο, σταθερότητα, ασφάλεια και σεβασμό εργασιακό. Στο διπλανό παιδικό δωμάτιο με τα πολλά χρώματα και τα παιχνίδια το κλάμα έρχεται να συγχρονιστεί με αυτήν την κραυγή. Κλάμα παιδικό, διεκδίκηση της μητρικής αγκαλιάς και προστασίας.

Όλη η διαδρομή από την μια κατάσταση στην άλλη γίνεται χωρίς λόγια. Και τι να πει κανείς; Ίσως αν μόνο δει ο καθένας την εικόνα που παρουσιάζει, να λειτουργήσει πιο δυναμικά μέσα του, παρά με τον διδακτικό λόγο.

Ο  Γιώργος Χρυσοστόμου μεταφέρεται σαν αίλουρος από τον ένα χώρο στον άλλο και μπαινοβγαίνει με άνεση σε διαφορετικές διάθεσεις και ρυθμούς ζωής έντονους και καταιγιστικούς. Όλο το έργο θα μπορούσε να είναι ένα παιχνίδι του μυαλού ή ένα escape room που οδηγεί στην ελευθερία, στην ευτυχία, στην απελευθέρωση από οποιαδήποτε εσωτερική αναστολή ή εξωτερικό περιορισμό και έλεγχο. Όλα τα στοιχεία της παράστασης βρίσκονται σε απόλυτη συνεργασία. Η μουσική ή καλύτερα οι μουσικές επιλογές της Φωτεινής Γαλάνη, οι φωτισμοί της Σοφίας Αλεξιάδου συμπορεύονται με τα βήματα του Γιώργου Χρυσοστόμου. Θα μπορούσε  να γίνει μια εμβάθυνση σε κάθε ιστορία, πάντα κινησιολογικά, αν βέβαια αυτό δεν εξόντωνε τον ηθοποιό.

Στο τέλος απολογείται κάποιος  που κατηγορείται για ένα έγκλημα. Εκείνος διατείνεται ότι ποτέ στο παρελθόν δεν είχε απασχολήσει το νόμο με την παρουσία του.  Διαβεβαιώνει ότι η γυναίκα του δεν θα τον εγκατέλειπε πια μόνο και μόνο  για τα παιδιά. Το μεγαλύτερο έγκλημα ίσως να είναι αυτό που κάνει ο καθένας στον εαυτό του ή που επιτρέπει σε άλλους να του κάνουν καθημερινά. Ο διάλογος με τους ανακριτές γίνεται στα αγγλικά. Ακούγονται οι φωνές των συνομιλητών ενώ με τους διαφορετικούς μορφασμούς και τις στάσεις του σώματος, την εναλλαγή των ρόλων, την μετακίνηση του ενός στη θέση του άλλου, κλασική πρακτική του θεάτρου, αποκαλύπτεται ένας ευαίσθητος ερμηνευτής με πολλές δυνατότητες υποβοηθούμενος και από μια λειτουργική σκηνοθεσία, που έχει ενεργό ρόλο στο κείμενο.

Η καταληκτική εξομολόγηση του  Γιώργου Χρυσοστόμου για την πειθαρχημένη ζωή του προκειμένου να φέρει σε πέρας αυτή την παράσταση είναι νομίζω απαραίτητη αποστασιοποίηση για τον θεατή, προκειμένου να συνειδητοποιήσει την τεράστια προσπάθεια και θέληση του δημιουργού με όραμα.

Πληροφορίες για την παράστασηΕδώ

1 ΣΧΟΛΙΟ