Κριτική για την παράσταση "Lemon"

Από την θεατρολόγο Μαρία Μαρή

Το Lemon είναι μια παράσταση βασισμένη στο βιβλίο με τίτλο «Χιλιαεννιακόσια», του Alessandro Baricco, σε σκηνοθεσία Γεωργίας Τσαγκαράκη και παρουσιάζεται στο θέατρο Radar. Πρόκειται για μια παραγωγή των Experimento, που αποτελούν ένα καλλιτεχνικό δίκτυο Έρευνας και Παραγωγής, το οποίο  ιδρύθηκε  το 2018 από τον Μελαχρινό Βελέντζα και τη Νατάσα Τσιντικίδη με βασικό αντικείμενο την προετοιμασία και παρουσίαση έργων που προσεγγίζουν την πραγματικότητα από την ανάποδη και ταυτόχρονα μας φέρνουν σε άμεση επαφή με τους ανθρώπους. Γιατί «το θέατρο υπάρχει όπου υπάρχουν θεατές». Το έργο αυτό βασίζεται στον ποιητικό μονόλογο του Alessandro Baricco «Χιλιαεννιακόσια» (1994), ο οποίος  μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο με τίτλο «Ο Θρύλος του Χιλιαεννιακόσια» (1998) σε σκηνοθεσία Guiseppe Tornatore, με τον Tim Roth στον πρωταγωνιστικό ρόλο και τον Ennio Morricone να υπογράφει το soundtrack της ταινίας.

Το ατμόπλοιο Virginia ταξιδεύει κάνοντας το δρομολόγιο Ευρώπη – Αμερική τη δεκεατία του '30, φορτωμένο με χιλιάδες μετανάστες, μεταφέροντας κάθε λογής ανθρώπους, όνειρα και ιστορίες. Πάνω σε αυτό το πλοίο, γεννήθηκε και πέθανε ο μεγαλύτερος πιανίστας του κόσμου. Ο Ντάννυ Μπούντμαν Τι Ντι Λέμον Χίλιαεννικόσια. Ο καλύτερος πιανίστας που υπήρξε ποτέ. Αυτό που έπαιζε, δεν είχε γραφτεί πουθενά, δεν το είχε ακούσει άνθρωπος. Έπαιζε τη ''μουσική του Ωκεανού''...

Αυτήν  την ιστορία μετέγραψε για το θέατρο με μεγάλη επιτυχία η Γεωργία Τσαγκαράκη. Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στο Θέατρο Επί Κολωνώ, στα πλαίσια του Φεστιβάλ OFF-OFF Athens 2018. Την ιστορία αφηγείται  ένας τρομπετίστας που βρέθηκε σε αυτό το πλοίο και είχε τη τύχη να γνωρίσει το μύθο του Χιλιαεννιακόσια με τον οποίο συνυπάρχει επί σκηνής. Ολόκληρη η ιστορία ξεδιπλώνεται πάνω στο πλοίο. Οι ερμηνείες είναι εξαιρετικές, συγκινώντας και καθηλώνοντας τους θεατές.

Σε ένα μελετημένο σκηνικό, ένα πιάνο το οποίο γίνεται διαδοχικά μήτρα, φωλιά, προκυμαία και τάφος, εξελίσσεται η ζωή ενός ανθρώπου δίχως πατρίδα από την αρχή μέχρι το τέλος της. Με το μαγικό αυτό κουτί,  παίζεται η μουσική του Ωκεανού, φέρνοντας στην επιφάνεια την υπαρξιακή αγωνία του καθένα, υποβάλλοντας του παράλληλα την αίσθηση ότι πλέει προς τα μυθικά ουτοπικά Κύθηρα τη θέση των οποίων έχει στο έργο η Αμερική που κάποιοι επιβαίνοντες στο πλοίο κάθε τόσο φωνάζουν τ’ όνομά της νομίζοντας πως τη διακρίνουν μέσα από την ομίχλη. Δύο φίλοι, ένα δίδυμο που αλληλοσυμπληρώνεται, καθώς ο ένας είναι το alter ego του άλλου. Η απίστευτη ιστορία του Χιλιαεννιακόσια, του σπουδαιότερου πιανίστα του Ωκεανού που γεννήθηκε εν πλω στις αρχές του 1900 για να μην κατέβει ποτέ από το υπερωκεάνειο επί του οποίου είδε για πρώτη φορά το φως. Έπαιζε για να διασκεδάζει τους ταξιδιώτες του Virginia. Ήταν το μόνο που ήξερε να κάνει. Ένιωθε απόλυτα κυρίαρχος στα 88 πλήκτρα του πιάνου του και έτσι πέρασε μια ολόκληρη ζωή. Το πιάνο και το Virginia ήταν οι θεμελιώδεις, προσδιοριστικοί άξονες της υπόστασής του. Όταν μετά από 32 χρόνια σκέφτηκε να δει τη θάλασσα από τη στεριά, για μια και μοναδική φορά στη ζωή του, στάθηκε με μια αμηχανία που σχεδόν τον παρέλυσε μπροστά από το «αντίπαλο δέος». Αυτός ο ελεύθερος από τις συνήθεις κοινωνικές συμβάσεις της οικογένειας, της εθνικής καταγωγής και της πατρίδας άνθρωπος, γνωρίζοντας μόνο να περιδιαβαίνει με αυτοπεποίθηση στα όρια που θέτει το κλαβιέ του πιάνου με τα 88 του πλήκτρα, όταν βρίσκεται να αντικρύζει το χάος μιας τερατούπολης που μοιάζει να μην έχει αρχή και τέλος αποκαρδιώνεται κι επιστρέφει στο πλωτό του καταφύγιο.

Οι δυο ηθοποιοί, ο τρομπετίστας (Γιώργος Δρίβας) και ο Χιλιαεννιακόσια (Μελαχρινός Βελέντζας) είχαν ρυθμό και ροή στο λόγο και στην κίνησή τους και κυρίως μια καθηλωτική αλληλεπίδραση. Έδινε πάσα ο ένας στον άλλο, γιατί ο ένας Γιώργος Δρίβας, ήταν το στήριγμα και η αυτοπεποίθηση του άλλου, του πιανίστα, Μελαχρινού Βελέντζα. Εκείνος έπαιζε καταπληκτικό πιάνο με ευχέρεια και ύφος εποχής, με αποτέλεσμα να αναπαραστήσουν άρτια το πλοίο, τους ταξιδιώτες του, τον πόλεμο και βέβαια τον θανάτου που καραδοκεί παντού από την ώρα της γέννησης.

Με ελάχιστα σκηνικά, πολύ όμως σωστά τοποθετημένα, με κάθε λεπτομέρεια να έχει προβλεφθεί, δόθηκε εξαιρετικά η ατμόσφαιρα της εποχής, μαζί ασφαλώς με τις ερμηνείες των δύο ηθοποιών και το παίξιμο στο πιάνο του Μελαχρινού Βελέντζα. Ο τρομπετίστας, Γιώργος Δρίβας, αποτέλεσε το βατήρα για την προβολή στο κοινό του χαρισματικού πιανίστα, ενός ανθρώπου ταπεινού κατά τα άλλα. Χορεύουν τρελά και ο τρομπετίστας είναι τα μάτια του Λέμον, ο οποίος ωστόσο χάρη στην ενσυναίσθηση που διαθέτει και τη ζωηρή του φαντασία είναι σα να έχει επισκεφθεί τους τόπους για τους οποίους του μιλούν οι ταξιδιώτες. « Δεν έχω βγει ποτέ και είναι σα να τα έχω δει όλα». Εμπνευσμένος ο συσχετισμός ενός κάδρου που ξαφνικά πέφτει, ενός καρφιού που ξαφνικά κουράζεται κι υποχωρεί με τις ανατροπές που μπορούν με παρόμοιο τρόπο να συντελεστούν στις ζωές των ανθρώπων. Ο Λέμον καθησυχάζει το φίλο του ότι ακόμα κι αν δε βγει δε θα είναι ποτέ δυστυχισμένος. Έχει μια πληρότητα μέσα του και αποδέχεται ακόμα και αυτό τον θάνατο, αναπόφευκτη επιλογή. Η τρομπέτα κλαίει. Δύσκολά κανείς ξεκόβει από το σύνολο και από τις νόρμες που αυτό υπαγορεύει.

Το έργο και η παράσταση ακολουθούν κυκλική πορεία. Ολοκληρώνονται με τη σαρκαστική υπόμνηση του θανάτου.

Η ζωή είναι οι επιλογές μας. Ποιος μπορεί να μας κρίνει γι’ αυτές;

Μοναδικός Δον Κιχώτης ο Μελαχρινός Βελέντζας, ακολουθεί  σαν τον Πάντσο ο Γιώργος Δρίβας. Η κίνησή τους, η μεταξύ τους σχέση και η ανασύσταση επί σκηνής μιας εποχής, ενός υπερπολυτελούς πλοίου με πολλούς ταξιδιώτες, με τις αγωνίες τους, τις φωνές τους, τις διασκεδάσεις, τον πόλεμο, τους φόβους τους, όλα σε μια άκρως ενδιαφέρουσα σύνθεση, δοσμένα με έμπνευση στον θεατή, υπό το βλέμμα της σκηνοθέτιδας Γεωργίας Τσαγκαράκη. Πώς ξαφνικά όλα αποκτούν μιαν άλλη διάσταση και ένα άλλο βάθος προβληματισμού και σκέψης!

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ