Κριτική για την παράσταση "Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα"

Από την θεατρολόγο Μαρινέλλα Φρουζάκη

Η παράσταση

Έχοντας μια ιδιαίτερα θετική επαφή με το θεατρικό έργο του Βίζνιεκ (το 2018 από την ομάδα ex.animo «Ζητείται κλόουν ηλικιωμένος») ήδη με την είσοδο στην σκηνή αντιλαμβάνεσαι τη βαρύτητα της ατμόσφαιρας. Πρώτο σκηνικό σήμα που υποδέχεται τον θεατή, μια σειρά από χώμα και ματωμένα πουκάμισα, κι ένα τραπέζι που γέρνει, συνοψίζοντας σε δύο εικόνες όλη την ανθρώπινη φρίκη και τον σπαραγμό του πολέμου.

Η σκηνοθεσία της Αικατερίνης Παπαγεωργίου, λιτή, καθαρή, ισορροπημένη, καλά εστιασμένη και ευανάγνωστη βρήκε στόχο και ο κόσμος ανταπέδωσε γενναιόδωρα. Η πρότασή της επάνω έργο είχε ρυθμό, ελεγμένες κορυφώσεις και αποκλιμακώσεις, καλή χημεία ανάμεσα στον κόσμο του τραγικού και του κωμικού στoιχείου. Οι υποκριτικοί όγκοι τράβηξαν με καθαρότητα τις διαχωριστικές τους γραμμές, με τη βοήθεια της πρωτότυπης μουσικής της Μαρίνας Χρονοπούλου και του λειτουργικού σκηνικού της Μυρτούς Σταμπούλου. Όλοι οι ηθοποιοί της διανομής της, την δικαίωσαν. Πολύ σωστά έδωσε ζωτικό χώρο στους ηθοποιούς (νέους και παλαιότερους) να υπερασπιστούν τους ρόλους που τους ανατέθηκαν, άλλοτε παίζοντας δραματικά και άλλοτε μετωπικά και αφηγηματικά. Απλά ειλικρίνεια, κατανόηση, μέτρο, πίστη, ενθουσιασμός. Αυτά κατέβηκαν στην πλατεία και κέρδισαν το κοινό.

Οι χορογραφίες της Χρυσηίδας Λιατζιβίρη μας χάρισαν ένα μοναδικό ουράνιο θέαμα, μέσα από την εκλεκτή ερμηνεία και κίνηση της Ελίζας Σκολίδη, η οποία επιδόθηκε σε μια συνολικά μεστή ερμηνεία, αποδίδοντας με έξοχη πλαστικότητα τον ρόλο της Ίντα. Ο Τάσος Λέκκας, με ακαταμάχητο μαγνητισμό συνδιαλεγόταν διαρκώς μεταξύ των δύο κόσμων, του τότε και τώρα της επιτέλεσης, των ζωντανών και των νεκρών, σε μια εξαιρετική παράλληλη αφήγηση που ξεδιπλωνόταν εικόνα - εικόνα μπροστά στα μάτια του θεατή. Ο Αλέξανδρος Βάρθης, με άρτια χρήση υποκριτικών μέσων μας καθοδηγούσε ξανά και ξανά, μέσω στιγμιαίων μεταμορφώσεων, εικονοποιώντας άλλοτε έναν ψυχρό και άψυχο, σχεδόν ρομποτικό, κρατικό μηχανισμό, άλλοτε έναν αλλοπρόσαλλο κερδοσκόπο νευρικό γείτονα και άλλοτε έναν νεκρό στρατιώτη ή στυγνό νταβατζή. Η Μάνια Παπαδημητρίου και ο Δημήτρης Πετρόπουλος, γέμισαν την σκηνή με την στιβαρή τους παρουσία και υποκριτική δεινότητα, όπου το σώμα, ως φυσική μηχανή παραγωγής ενέργειας, διαδραμάτιζε εξίσου κεντρικό ρόλο με το κείμενο.

Ο σχεδιασμός φωτισμού του Κωστή Μουσικού, σε συνδυασμό με τα διαχρονικά κοστούμια της Ειρήνης Γεωργακίλα, υπογράμμισαν την καθολικότητα της ατμόσφαιρας του έργου, ενδυναμώνοντας την συνολικότερη σκηνοθετική προσέγγιση. Πολύτιμος αρωγός σε αυτό το επίτευγμα, η άρτια μετάφραση της Έρσης Βασιλικιώτη.

Το έργο

Το έργο, με αφετηρία τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, αφηγείται μια ιστορία που θα μπορούσε να έχει διαδραματιστεί μετά από έναν οποιονδήποτε πόλεμο του τότε, του τώρα ή του μετά. Ο Βίγκαν και η Γιάσμινσκα επαναπατρίζονται στο χωριό τους μετά τη λήξη του εμφυλίου αναζητώντας τη σορό του Βίμπκο, του χαμένου τους γιού που πολεμούσε. Η τοπική κοινωνία τους αντιμετωπίζει με καχυποψία αναζητώντας τρόπους να εκμεταλλευτεί οικονομικά το πένθος τους. Οι άνθρωποι, ζωντανοί ή νεκροί, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μέσα εκμετάλλευσης για την παραγωγή κέρδους. Η μοναδική πηγή εσόδων του ζευγαριού είναι η κόρη τους, Ίντα, η οποία κατά τη διάρκεια του εμφυλίου ενεπλάκη σε κύκλωμα σωματεμπορίας και πλέον εκπορνεύεται στην κεντρική Ιταλία. Ξεχασμένοι από όλους -από το κράτος, τους διεθνείς φορείς, τους φίλους, τους συγγενείς ακόμα και από την ίδια τη ζωή- και μη έχοντας δικαίωμα διεκδικήσεων καθώς στερούνται οικονομικών πόρων, το ζευγάρι αποφασίζει να ανακαλύψει μόνο του το νήμα της οικογενειακής του ιστορίας. Μέσα από την προσωπική τους διαδρομή προκύπτει η ιστορία μιας πολεμικής φρίκης ολόκληρου του 20ου αιώνα.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Ματέι Βίζνιεκ γεννήθηκε το 1956 στη Ρουμανία. Μεγαλώνοντας υπό τον σκιώδη φόβο ενός καταπιεστικού καθεστώτος, από πολύ νέος παθιάζεται με τη λογοτεχνία και το θέατρο. Το 1984 δημοσιεύει και βραβεύεται για τα ποιήματα του. Ωστόσο, τα θεατρικά του έργα λογοκρίθηκαν και απαγορεύτηκαν, καθώς δεν θέλησε να μείνει σιωπηλός απέναντι στο καθεστώς. Τον Σεπτέμβριο του 1987 ζήτησε πολιτικό άσυλο στο Παρίσι και έκτοτε ζει στη Γαλλία, όπου και εργάζεται ως δημοσιογράφος και γράφει θεατρικά έργα στα γαλλικά. Η θαρραλέα λογοτεχνική του προσέγγιση και η στάση του απέναντι σε πολιτικοκοινωνικά θέματα έχουν αποσπάσει αναγνώριση και θαυμασμό παγκοσμίως. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχουν παρουσιαστεί σε θέατρα σε όλο τον κόσμο. Στη Ρουμανία, μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος έγινε ένας από τους πιο πολυπαιγμένους συγγραφείς της χώρας, με τριάντα και πλέον έργα του ανεβασμένα στο Βουκουρέστι και σε άλλες πόλεις της χώρας. Το 2009, το έργο του "Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα" απέσπασε το πρώτο βραβείο στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεάτρου της Αβινιόν.

Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ

2 ΣΧΟΛΙΑ